Κυριακή 6 Νοεμβρίου 2022

Σερβία- Κόσοβο: Η πυριτιδαποθήκη των Βαλκανίων και της Ευρώπης. Σειρήνες πολέμου ήχησαν και πάλι σε μια περιοχή που μπορεί ανά πάσα στιγμή να γίνει έκρηξη.

 
Το Κόσοβο είναι μια αμφισβητούμενη περιοχή στα Βαλκάνια και από πολλούς χαρακτηρίζεται ως η «πυριτιδαποθήκη» της Ευρώπης.

Ανά πόσα στιγμή μπορεί να γίνει το «μπαμ» στο Κόσοβο, που αυτή τη στιγμή είναι αναγνωρισμένο ως ανεξάρτητο κράτος από 98 χώρες-μέλη του ΟΗΕ, ανάμεσά τους οι ΗΠΑ, η Μεγάλη Βρετανία, η Ιταλία, η Γαλλία και η Γερμανία ενώ κάποιες άλλες, όπως η Ρωσία, η Κίνα και η Ελλάδα θεωρούν παράνομη την απόσχισή του από την Σερβία.

Από το 1999 η περιοχή βρισκόταν υπό την προσωρινή διοίκηση του ΟΗΕ και τη στρατιωτική προστασία του ΝΑΤΟ ενώ το 2008 κήρυξε μονομερώς την ανεξαρτησία από την Σερβία με το όνομα Δημοκρατία του Κοσόβου.

Οι Σέρβοι δεν το αποδέχτηκαν και προσέφυγαν στον ΟΗΕ.

Η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ ενέκρινε στις 8 Οκτωβρίου του 2008 το αίτημα της Σερβίας να παραπέμψει στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης το ζήτημα της μονομερούς απόφασης του Κοσσυφοπεδίου να κηρύξει την ανεξαρτησία του.

Το 2010 το διεθνές δικαστήριο αποφάσισε ότι η ανεξαρτησία του Κοσόβου δεν παραβίασε το διεθνές δίκαιο και απέρριψε τις διεκδικήσεις της Σερβίας για το ότι το Κόσοβο παραβίασε την εδαφική της ακεραιότητα.

Έτσι η ηγεσία του Κοσόβου υποστήριξε πως δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για την ανεξαρτησία του και κάλεσε το Βελιγράδι για την αναγνώριση του το οποίο και αρνήθηκε πάρα την απόφαση του δικαστηρίου!

Από τις 19 Απριλίου 2013 οι δύο χώρες συνήψαν συμφωνία στις Βρυξέλλες, η οποία καταρτίστηκε υπό την αιγίδα της ΕΕ. Στη συμφωνία προβλέπεται ένας ορισμένος βαθμός αυτονομίας για τους Σέρβους του βορείου Κοσόβου, με υπαγωγή τους όμως στην Πρίστινα, Ενώ Βελιγράδι και Πρίστινα συμφώνησαν πως καμία από τις δύο χώρες δε θα έχει δικαίωμα βέτο σε πιθανή ένταξη μιας από τις δύο χώρες σε διεθνή οργανισμό, όπως το ΝΑΤΟ ή η ΕΕ. Παρά τη συμφωνία η Σερβία δεν αναγνωρίζει την αποσχισθείσα περιοχή ως ανεξάρτητη.

Το  Κόσοβο έχει έκταση 10.905 τετραγωνικά χιλιόμετρα και βρίσκεται ανάμεσα σε Μαυροβούνιο, Σερβία, Αλβανία και Βόρεια Μακεδονία. Ο πληθυσμός του είναι περίπου 1,7 εκατομμύρια κάτοικοι με το 92% να είναι Αλβανοί, το 7% Σέρβοι και 1% να μοιράζεται σε άλλες εθνότητες.

Οι εντάσεις είναι συνεχείς στην περιοχή. Η σύγχρονη αλβανοσερβική σύγκρουση έχει τις ρίζες της στον 190 αιώνα και συγκεκριμένα στην εκδίωξη των Αλβανών (1877-1878) από τις περιοχές που ενσωματώθηκαν στο τότε Πριγκιπάτο της Σερβίας.

Οι εντάσεις μεταξύ της σερβικής και της αλβανικής κοινότητας στο Κόσοβο σιγόβραζαν καθ ‘όλο τον 20ό αιώνα και κατά καιρούς εκδηλώνονταν με μεγάλη βιαιότητα, ιδιαίτερα κατά τον Α΄ Βαλκανικό (1912–13), τον Α ‘Παγκόσμιο (1914-18) και το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (1939-1945)

Μετά το 1945 ο Τίτο κατέστειλε συστηματικά όλες τις εκδηλώσεις εθνικισμού στην τότε ενωμένη Γιουγκοσλαβία επιδιώκοντας να διασφαλίσει ότι καμία δημοκρατία ή εθνικότητα δεν θα αποκρούσε κυριαρχία επί των άλλων.

Ο Γιόσιπ Μπροζ ή αλλιώς Τίτο

Ειδικότερα ο Τίτο αδυνάτισε την ισχύ της Σερβίας – της μεγαλύτερης και πολυπληθέστερης δημοκρατίας – με την ίδρυση αυτόνομων κυβερνήσεων στις Σερβικές επαρχίες της Βοϊβοντίνα στα βόρεια και του Κοσόβου και Μετόχια στο νότο. Τα σύνορα του Κοσόβου δεν συνέπιπταν ακριβώς με τις περιοχές εγκατάστασης των Αλβανών στη Γιουγκοσλαβία.

Με το Σύνταγμα της Γιουγκοσλαβίας το 1945 η επίσημη αυτονομία στο Κόσοβο δε σήμαινε και πολλά πράγματα.

Η μυστική αστυνομία κατάφερε σκληρά πλήγματα στους εθνικιστές και το 1956 πολλοί Αλβανοί προσήχθησαν σε δίκη στο Κόσοβο με την κατηγορία της κατασκοπίας και της πρόθεσης για εκτροπή.

Η απειλή της απόσχισης ήταν στην πραγματικότητα ελάχιστη, καθώς οι λίγες μυστικές ομάδες που είχαν στόχο την ένωση με την Αλβανία είχαν μικρή πολιτική σημασία. Ωστόσο οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις τους έγιναν ουσιαστικές, καθώς ορισμένες – ιδιαίτερα το Επαναστατικό Κίνημα για την Αλβανική Ενότητα, που ιδρύθηκε από τον Αντέμ Ντεμάτσι – θα αποτελούσαν τελικά τον πολιτικό πυρήνα του Απελευθερωτικού Στρατού του Κοσσυφοπεδίου (που ιδρύθηκε το 1990). Ο ίδιος ο Ντεμάτσι φυλακίστηκε το 1964 μαζί με πολλούς από τους οπαδούς του.

Το 1969 η Γιουγκοσλαβία πέρασε περίοδο μεγάλης οικονομικής κρίσης με το χάσμα του πλούσιου βορρά και του φτωχικού νότου να μεγαλώνει. Οι φοιτητικές διαδηλώσεις στο Βελιγράδι εξαπλώθηκαν και στο Κόσοβο όμως οι γιουγκοσλαβικές δυνάμεις κατέστειλαν κάθε αντίδραση.

Πάντως ο Τίτο αποδέχθηκε κάποια αιτήματα των φοιτητών στην Πρίστινα: Ιδιαίτερα τα δικαιώματα εκπροσώπησης για τους Αλβανούς τόσο στα σερβικά όσο και τα γιουγκοσλαβικά κρατικά όργανα και ευρύτερη αναγνώριση της Αλβανικής γλώσσας.

Το 1970 ιδρύθηκε το Πανεπιστήμιο της Πρίστινα ως ανεξάρτητο ίδρυμα, θέτοντας τέρμα σε μια μακρά περίοδο που αποτελούσε παράρτημα του Πανεπιστημίου του Βελιγραδίου. Η έλλειψη εκπαιδευτικού υλικού στην αλβανική γλώσσα στη Γιουγκοσλαβία δυσχέραινε την αλβανική εκπαίδευση στο Κόσοβο, έτσι συνήφθη συμφωνία με την ίδια την Αλβανία για την προμήθεια σχολικών βιβλίων.

Το 1969 η Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία έδωσε εντολή στον κλήρο της να συγκεντρώσει στοιχεία για τα συνεχιζόμενα προβλήματα των Σέρβων στο Κόσοβο, επιδιώκοντας να πιέσει την κυβέρνηση στο Βελιγράδι να κάνει περισσότερα για να προστατεύσει τα συμφέροντα των εκεί Σέρβων .

Το 1974 το πολιτικό καθεστώς του Κοσόβου αναβαθμίστηκε περαιτέρω όταν ένα νέο γιουγκοσλαβικό σύνταγμα χορήγησε διευρυμένο σύνολο πολιτικών δικαιωμάτων. Μαζί με τη Βοϊβοντίνα, το Κόσοβο ανακηρύχθηκε επαρχία και απέκτησε πολλές από τις εξουσίες μιας πλήρους δημοκρατίας: Έδρα στην ομοσπονδιακή προεδρία και δική του συνέλευση, αστυνομία και κεντρική τράπεζα

Ο θάνατος του Τίτο το 1980 εγκαινίασε μια μακρά περίοδο πολιτικής αστάθειας που επιδεινώθηκε από την οικονομική κρίση και την εθνικιστική αναταραχή.

Το 1981 έγιναν μαζικές διαδηλώσεις σε όλες τις πόλεις της επαρχίας του Κοσόβου και η προεδρία της Γιουγκοσλαβίας κήρυξε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, στέλνοντας στρατό και αστυνομία. Τα θύματα ήταν πολλά.

Η έντονη παρουσία της μυστικής αστυνομίας, που ήταν από τον έλεγχο σκληροπυρηνικών κομμουνιστών κατάφερνε την καταστολή κάθε αντίδρασης. Σύμφωνα με αμερικανικές πηγές περισσότεροι από 580.000 κάτοικοι του Κοσσυφοπεδίου συνελήφθησαν, ανακρίθηκαν και φυλακίστηκαν .

Χιλιάδες από αυτούς έχασαν τη δουλειά τους ή εκδιώχθηκαν από τα εκπαιδευτικά τους ιδρύματα. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου η ένταση μεταξύ της Αλβανικής και της Σερβικής κοινότητας εξακολούθησε να κλιμακώνεται.

Το 1982 μια ομάδα ιερέων από την Σερβία άρχισε καμπάνια ενάντια στην καταστροφή, τον εμπρησμό και την σύληση ιερών προσκυνημάτων του Κοσόβου. Και η συνεχιζόμενη οικονομική κρίση έκανε το Κόσοβο να μην είναι καλή επιλογή για τους Σέρβους που αναζητούσαν δουλειά.

Το 1981 αναφέρθηκε ότι περίπου 4 χιλιάδες Σέρβοι μετακόμισαν από το Κόσοβο στην κεντρική Σερβία μετά τις ταραχές των Αλβανών της περιοχής τον Μάρτιο, που είχαν ως αποτέλεσμα αρκετούς θανάτους Σέρβων και τη βεβήλωση Σερβικών Ορθόδοξων εκκλησιών, μοναστηριών και νεκροταφείων

Η Σερβία αντέδρασε με ένα σχέδιο για τη μείωση της εξουσίας των Αλβανών στην επαρχία και μια προπαγανδιστική εκστρατεία που υποστήριζε ότι οι Σέρβοι απομακρύνθηκαν από την επαρχία κυρίως λόγω του αυξανόμενο αλβανικού πληθυσμού και όχι της κακής κατάστασης της οικονομίας.

Υπολογίζεται ότι 33 εθνικιστικοί σχηματισμοί διαλύθηκαν από τη Γιουγκοσλαβική αστυνομία, που καταδίκασε περίπου 280 άτομα (επίσης σε 800 επέβαλε πρόστιμα και 100 ανέκρινε) και κατάσχεσε κρυμμένα όπλα και προπαγανδιστικό υλικό.

Το 1987 οι ταραχές γίνονταν περισσότερο έντονες καθώς αυξανόταν ο αλβανικός εθνικισμός στην περιοχή. Οι Σέρβοι πολιτικοί τα έβαζαν με όσους επιθυμούσαν ήρεμη λύση στο Κόσοβο ενώ άλλοι (όπως ο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς) βάσιζαν όλη τους τη διαδρομή σε στρατηγική αντιπαράθεσης με τους Αλβανούς της περιοχής.

Ο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς

Η Σερβική Ακαδημία Επιστημών και Τεχνών σε έρευνά της ανάφερε ότι ένας σημαντικός αριθμός Σέρβων είχε αποχωρήσει από το Κόσοβο εξαιτίας των πιέσεων των Αλβανών!

Μάλιστα σε απόρρητο έγγραφο οι Σέρβοι υποστήριζαν ότι 200 χιλιάδες συμπατριώτες τους είχαν εγκαταλείψει βίαια την περιοχή την τελευταία 20ετία.

Οι αποσχιστικές τάσεις των Αλβανών στο Κόσοβο δε σταμάτησαν κι αντίθετα εντάθηκαν στις συνταγματικές τροποποιήσεις που επέβαλλαν οι Σέρβοι.

Ο Ιμπραήμ Ρουγκόβαπρώτος πρόεδρος της Δημοκρατίας του Κοσόβου, προσπάθησε να διατηρήσει την ειρήνη στην περιοχή αλλά αυτή η πολιτική «παθητικής αντίστασης» δεν έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από τους Αλβανούς της περιοχής. Κι αυτό αποδεικνύεται από την εμφάνιση του Απελευθερωτικού Στρατού του Κοσόβου, του γνωστού UCK.

Από το 1996 και μετά ο UCK ανέλαβε δράση με επιθέσεις σε σερβικούς στόχους μέσα στο Κόσοβο κι όπως φάνηκε στην πορεία δεν είχε μόνο στόχο τον τερματισμό της καταστολής των Σέρβων. Αλλά κυρίως την ίδρυση της Μεγάλης Αλβανίας με εδάφη από την Βόρεια Μακεδονία,  το Μαυροβούνιο και το νότιο τμήμα της Σερβίας.

Ο Ρουγκόβα είχε υποσχεθεί ότι θα προστάτευε τα μειονοτικά δικαιώματα των Σέρβων στο Κόσοβο αλλά προφανώς δεν είχε ρωτήσει τον UCΚ που είχε άλλη άποψη. Το χάος στην Αλβανία το 1997 με την πτώση του Μπερίσα, οδήγησε σε λεηλασία των αποθηκών στρατιωτικού υλικού κι ενίσχυσε το οπλοστάσιο του UCK.

Ο Ιμπραήμ Ρουγκόβα

Οι Σέρβοι απάντησαν στις επιθέσεις σκοτώνοντας 16 Αλβανούς του UCK στο Τσίρεζ ενώ οι μάχες επικεντρώθηκαν στην κοιλάδα της Ντρένιτσα.

Εκεί έγινε η πρώτη σφαγή Αλβανών ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο Αντέμ Γιασάρι, ιδρυτικό στέλεχος του UCKΣυνολικά σκοτώθηκαν 60 Αλβανοί εκ των οποίων 18 γυναίκες και 10 παιδιά κάτω των 16 ετών.

Ο  πρόεδρος Μιλόσεβιτς κατέληξε σε συμφωνία με το Μπόρις Γιέλτσιν της Ρωσίας να σταματήσει τις επιθετικές επιχειρήσεις και να προετοιμαστεί για συνομιλίες με τους Αλβανούς, που αρνούνταν να συνομιλήσουν με τη σερβική πλευρά καθ ‘όλη τη διάρκεια της κρίσης, αλλά θα μιλούσαν με τη Γιουγκοσλαβική κυβέρνηση.

Οι ΗΠΑ ήταν ανοιχτά με τον UCK και μάλιστα απαίτησαν από τους Σέρβους να υπάρξει κατάπαυση του πυρός, αλλά μόνο από την πλευρά τους! Οι Αλβανοί συνέχιζαν την προέλασή τους και η κατάσταση παρέμενε έκρυθμη.

Στο τέλος Ιανουαρίου του 1999 κι ενώ στο Κόσοβο έχουν διαδραματιστεί σφαγές που αποτελούν ντροπή για την ανθρωπότητα, άρχισαν οι πρώτες διαδικασίες για ειρήνη στην περιοχή.

Η πρώτη φάση των διαπραγματεύσεων ήταν επιτυχής. Συγκεκριμένα στις 23 Φεβρουαρίου 1999 οι συμπρόεδροι της Ομάδας Επαφής εξέδωσαν μία ανακοίνωση ότι οι διαπραγματεύσεις «κατέληξαν σε συναίνεση για ουσιαστική αυτονομία για το Κοσσυφοπέδιο, συμπεριλαμβανομένων των μηχανισμών για ελεύθερες και δίκαιες εκλογές σε δημοκρατικούς θεσμούς, για τη διακυβέρνηση του Κοσόβου , για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δικαιωμάτων των μελών των εθνικών κοινοτήτων και για την καθιέρωση ενός δίκαιου δικαστικού συστήματος »

Ενώ οι συμφωνίες δεν ικανοποιούσαν πλήρως τους Αλβανούς, ήταν υπερβολικά ριζοσπαστικές για τους Γιουγκοσλάβους, που απάντησαν αντιπροτείνοντας ένα δραστικά αναθεωρημένο κείμενο, που ακόμη και η Ρωσία θεώρησε απαράδεκτη.

Επιδίωκε να ανοίξει εκ νέου το ήδη επιμελώς διαπραγματευθέν πολιτικό καθεστώς του Κοσόβου και αφαιρούσε όλα τα προτεινόμενα μέτρα εφαρμογής. Μεταξύ πολλών άλλων αλλαγών στην προτεινόμενη νέα εκδοχή απάλειψε ολόκληρο το κεφάλαιο για την ανθρωπιστική βοήθεια και την ανοικοδόμηση, απέσυρε ουσιαστικά όλη τη διεθνή εποπτεία και απέρριψε οποιαδήποτε αναφορά στη «θέληση του λαού του Κοσόβου» για τον καθορισμό του τελικού καθεστώτος της επαρχίας.

Στις 18 Μαρτίου 1999 η Αλβανική, η Αμερικανική και η Βρετανική αντιπροσωπεία υπέγραψαν τη γνωστή ως Συμφωνία του Ραμπουγέ, ενώ οι αντιπροσωπείες της Γιουγκοσλαβίας και της Ρωσίας αρνήθηκαν.

Η συμφωνία προέβλεπε τη διοίκηση του Κοσόβου από το ΝΑΤΟ ως αυτόνομης επαρχία εντός της Γιουγκοσλαβίας, με μια δύναμη 30.000 στρατευμάτων για τη διατήρηση της τάξης στην περιοχή, με ανεμπόδιστο δικαίωμα διέλευσης των στρατευμάτων του ΝΑΤΟ στη Γιουγκοσλαβική επικράτεια, συμπεριλαμβανομένου του Κοσόβου,.

Επέτρεπε επίσης τη συνέχιση της παρουσίας 1.500 ανδρών του Γιουγκοσλαβικού στρατού για την επιτήρηση των συνόρων, που θα υποστηριζόταν από 1.000 στρατιώτες για την εκτέλεση λειτουργιών διοίκησης και υποστήριξης.

Καθώς επίσης και ένα μικρό αριθμό συνοριακής αστυνομίας, 2.500 για σκοπούς δημόσιας ασφάλειας (αν και αυτοί αναμενόταν να μειωθούν και να μετασχηματιστούν) και 3.000 τοπικής αστυνομίας.

Οι Σέρβοι απάντησαν ότι αυτή η συμφωνία αποτελούσε απαράδεκτη παραβίαση της κυριαρχίας της.

Πλέον αυτή η κατάσταση οδήγησε στους Νατοϊκούς βομβαρδισμούς στη Σερβία. Στις 23 Μαρτίου η Σερβική συνέλευση έκανε δεκτή την αρχή της αυτονομίας για το Κοσσυφοπέδιο, καθώς και τις μη στρατιωτικές πτυχές της συμφωνίας, αλλά απέρριψε την παρουσία στρατευμάτων του ΝΑΤΟ

Από τις 24 Μαρτίου ως τις 11 Ιουνίου το ΝΑΤΟ βομβάρδιζε την Σερβία ενώ από τα μέλη της Συμμαχίας μόνο η Ελλάδα δε συμμετείχε στους βομβαρδισμούς.

Κατά τη διάρκεια των δέκα εβδομάδων της σύγκρουσης, τα αεροσκάφη του ΝΑΤΟ πραγματοποίησαν πάνω από 38.000 μαχητικές αποστολές.

Στις αρχές Μαΐου ένα αεροσκάφος του ΝΑΤΟ επιτέθηκε σε μια φάλαγγα Αλβανών προσφύγων, πιστεύοντας ότι ήταν γιουγκοσλαβική στρατιωτική φάλαγγα, σκοτώνοντας περίπου 50 άτομα. Το ΝΑΤΟ αναγνώρισε το λάθος του πέντε ημέρες αργότερα και οι Γιουγκοσλάβοι το κατηγόρησαν ότι σκόπιμα επιτέθηκε στους πρόσφυγες.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ εξέφρασαν συγγνώμη για το βομβαρδισμό, λέγοντας ότι συνέβησαν λόγω ενός παλιού χάρτη που παρείχε η CIA

Στις αρχές Απριλίου, η σύγκρουση εμφανίστηκε λίγο πιο κοντά σε μια επίλυση και οι χώρες του ΝΑΤΟ άρχισαν να μελετούν σοβαρά τη διεξαγωγή χερσαίων επιχειρήσεων στο Κόσοβο. Ο Βρετανός πρωθυπουργός Τόνι Μπλερ υποστήριζε έντονα τις χερσαίες δυνάμεις και πίεζε τις Ηνωμένες Πολιτείες να συμφωνήσουν.

Η πιεστική στάση του προκάλεσε μάλλον συναγερμό στην Ουάσιγκτον, καθώς οι Αμερικανικές δυνάμεις θα είχαν τη μεγαλύτερη συμβολή σε οποιαδήποτε επίθεση.

Ο Αμερικανός πρόεδρος Μπιλ Κλίντον ήταν εξαιρετικά απρόθυμος να εμπλέξει Αμερικανικές δυνάμεις σε χερσαία επίθεση. Αντ ‘αυτού ο Κλίντον ενέκρινε μια επιχείρηση της CIA να εξετάσει μεθόδους αποσταθεροποίησης της Γιουγκοσλαβικής κυβέρνησης χωρίς την εκπαίδευση στρατευμάτων του UCK 

Ταυτόχρονα οι Φινλανδοί και οι Ρώσοι διπλωματικοί διαπραγματευτές συνέχισαν να προσπαθούν να πείσουν το Μιλόσεβιτς να υποχωρήσει. Ο Τόνι Μπλερ θα διέταζε 50.000 Βρετανούς στρατιώτες να προετοιμαστούν για χερσαία επίθεση: το μεγαλύτερο μέρος του διαθέσιμου Βρετανικού Στρατού

Ο Βρετανός πρωθυπουργός, Τόνι Μπλερ

Ο Μιλόσεβιτς αναγνώρισε τελικά ότι η Ρωσία δεν θα επενέβαινε για να υπερασπιστεί τη Γιουγκοσλαβία, παρά την έντονη αντινατοϊκή ρητορική της Μόσχας.

Έτσι αποδέχτηκε τους όρους που προσέφερε μια φινλανδορωσική ομάδα διαμεσολάβησης και συμφώνησε σε μια στρατιωτική παρουσία στο Κοσσυφοπέδιο με επικεφαλής τον ΟΗΕ, που όμως θα ενσωμάτωνε τα στρατεύματα του ΝΑΤΟ.

Στις 12 Ιουνίου, μετά την αποδοχή των όρων από το Μιλόσεβιτς, η ειρηνευτική Δύναμη του Κοσσυφοπεδίου (KFOR) υπό την ηγεσία του ΝΑΤΟ άρχισε να εισέρχεται στο Κόσοβο. Η KFOR ήταν προετοιμασμένη να διεξάγει πολεμικές επιχειρήσεις, αλλά τελικά η αποστολή της ήταν μόνο η διατήρηση της ειρήνης.

Κατά την αρχική εισβολή οι Αμερικανοί στρατιώτες καλωσορίστηκαν από τους Αλβανούς που επευφημούσαν και έριχναν λουλούδια, καθώς οι Αμερικανοί στρατιώτες και η KFOR περνούσαν μέσα από τα χωριά τους.

Η ένταση δε σταμάτησε ποτέ.

Οι απώλειες ήταν μεγάλες. Η μαύρη λίστα έχει ως εξής

Τον Ιούνιο του 2000 ο Ερυθρός Σταυρός ανέφερε ότι 3.368 πολίτες (κυρίως Αλβανοί του Κοσσυφοπεδίου, αλλά και αρκετές εκατοντάδες Σέρβοι και Ρομά) εξακολουθούσαν να αγνοούνται, σχεδόν ένα χρόνο μετά τη σύγκρουση, οι περισσότεροι από τους οποίους κατέληξε να θεωρηθούν «νεκροί».

Σύμφωνα με το ενημερωμένο το 2015 Βιβλίο Μνήμης του Κοσσυφοπεδίου υπήρξαν 13.535 νεκροί ή αγνοούμενοι στο Κοσσυφοπέδιο κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης, από την 1η Ιανουαρίου 1998 μέχρι το Δεκέμβριο του 2000.

Από αυτούς 10.812 ήταν Αλβανοί, 2.197 Σέρβοι και 526 Ρομά, Βόσνιοι, Μαυροβούνιοι και άλλοι. Από αυτούς 10.317 ήταν άμαχοι, εκ των οποίων 8.676 ήταν Αλβανοί, 1.196 Σέρβοι και 445 Ρομά και άλλοι. Οι υπόλοιπα 3.218 ήταν εμπόλεμοι, συμπεριλαμβανομένων 2.131 μελών του UCK, 1.084 μέλη Σερβικών δυνάμεων και 3 μέλη της KFOR.

Από τις αεροπορικές επιθέσεις του ΝΑΤΟ προκλήθηκαν απώλειες 5.700 αμάχων σύμφωνα με τους Σέρβους.

Σε ό,τι αφορά στους άμαχους νεκρούς από τις γιουγκοσλαβικές δυνάμεις εκτιμάται ότι 800.000 Αλβανοί του Κοσσυφοπεδίου διέφυγαν και περίπου 7.000 ως 9.000 σκοτώθηκαν, σύμφωνα με τους New York Times!

Όσο για τους ομαδικούς τάφους;

Το 2001 οχτακόσια ακόμη μη αναγνωρισμένα πτώματα βρέθηκαν σε λάκκους σε εκπαιδευτικό κέντρο της αστυνομίας λίγο έξω από το Βελιγράδι και στην ανατολική Σερβία.

Τουλάχιστον 700 σώματα αποκαλύφθηκαν σε ένα μαζικό τάφο που βρίσκεται μέσα σε ένα ειδικό συγκρότημα αντιτρομοκρατικής μονάδας της αστυνομίας στο προάστιο Μπατάνιτσα του Βελιγραδίου.

77 πτώματα βρέθηκαν στο χωριό Πέτροβο Σέλο της ανατολικής Σερβίας.

50 άτομα βρέθηκαν κοντά στο χωριό Πέρουτσατς της δυτικής Σερβίας

Εν κατακλείδι: Ο πόλεμος του Κοσόβου είχε αρκετές σημαντικές στρατιωτικές και πολιτικές συνέπειες. Το καθεστώς όμως παραμένει άλυτο.

https://www.geostratigika.gr/geostratigiki/servia-kosovo-i-piritidapothiki-ton-valkanion-ke-tis-evropis/

Ο Πόλεμος του Κοσόβου και οι βομβαρδισμοί του ΝΑΤΟ στη Σερβία.

 
Στις 24 Μαρτίου 1999, το ΝΑΤΟ ξεκίνησε αεροπορικές επιδρομές κατά της Γιουγκοσλαβίας με βομβαρδισμό σερβικών στρατιωτικών θέσεων στην επαρχία του Κοσόβου (Κοσσυφοπέδιο).

Ήταν η πρώτη στρατιωτική επιχείρηση της Συμμαχίας κατά κυρίαρχου κράτους και ήρθε ως απάντηση σ’ ένα νέο κύμα εθνοκάθαρσης που είχαν ξεκινήσει οι σερβικές δυνάμεις εναντίον των Αλβανών, που αποτελούσαν τη συντριπτική πλειονότητα των κατοίκων της περιοχής (περίπου 80% Αλβανοί και 15% Σέρβοι).

Ιστορικό υπόβαθρο

Τα μεσαιωνικά χρόνια, η περιοχή του Κοσσυφοπεδίου βρισκόταν στην καρδιά της Σερβίας και ήταν η έδρα του Σερβικού Ορθόδοξου Πατριαρχείου. Χάθηκε όμως για τους Σέρβους μετά την ήττα τους από τους Οθωμανούς Τούρκους στη Μάχη του Κοσσυφοπεδίου το 1389.

Επανεντάχθηκε στη Σερβία το 1913 μετά την ήττα των Οθωμανών στους Βαλκανικούς Πολέμους και το 1918 έγινε επίσημα επαρχία της Σερβίας. Στην περιοχή είχαν μείνει πλέον ελάχιστοι Σέρβοι και την πλειονότητα αποτελούσαν μουσουλμάνοι Αλβανοί.

Το 1945 ο κομμουνιστής ηγέτης Γιόζιπ Μπροζ Τίτο ίδρυσε την Ομοσπονδιακή Λαϊκή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας, αποτελούμενη από τη Σερβία, την Κροατία, τη Βοσνία - Ερζεγοβίνη, το Μαυροβούνιο, τη Σλοβενία και τα Σκόπια.

Ο κροατικής καταγωγής Τίτο ενέδωσε στις απαιτήσεις των Κοσοβάρων Αλβανών και χορήγησε καθεστώς αυτονομίας στην περιοχή τους. Η αυτονομία του Κοσόβου διευρύνθηκε περισσότερο το 1968 με την παροχή Συντάγματος. Με την πάροδο του χρόνου, η περιοχή άρχισε ν’ αποκόπτεται από τη Σερβία και τη δεκαετία του ‘80 το Κόσοβο ήταν σχεδόν ένα ανεξάρτητο κράτος.

Η εκλογή Μιλόσεβιτς και η άνοδος του σερβικού εθνικισμού

Το 1986, ένας φιλόδοξος πολιτικός, o 45χρονος Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς εξελέγη επικεφαλής της Ένωσης Κομμουνιστών Σερβίας με την υπόσχεση ν’ αποκαταστήσει τη σερβική κυριαρχία στο Κόσοβο.

Ο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς
Ο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς

Δύο χρόνια αργότερα, ο Μιλόσεβιτς έγινε πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Σερβίας και μία από τις πρώτες του προτεραιότητες (και με αφορμή την 600ή επέτειο από τη Μάχη του Κοσσυφοπεδίου) ήταν ν’ αφαιρέσει το καθεστώς αυτονομίας του Κοσόβου και να στείλει στρατεύματα για την αποκατάσταση της κυριαρχίας της Σερβίας στην περιοχή.

Εν τω μεταξύ, ο σερβικός εθνικισμός, σε συνδυασμό με τις αποσχιστικές τάσεις των ομόσπονδων κρατών, οδήγησε σε εμφύλιες συρράξεις και στη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας (1991-1992). Ένα νέο γιουγκοσλαβικό κράτος δημιουργήθηκε με συνιστώσες τη Σερβία και το Μαυροβούνιο, με τους Αλβανούς του Κοσόβου ν’ αντιστέκονται σθεναρά στη σερβική κυριαρχία.

Η «απελευθερωτική» δράση του UCK και η αντεπίθεση της Σερβίας

Το 1996 έκανε δυναμικά την εμφάνισή του ο Απελευθερωτικός Στρατός του Κοσόβου (UCK, ΟυΤσεΚά), με επιθέσεις εναντίον των σερβων αστυνομικών της περιοχής.

Αλβανοί αντάρτες του UCK
Αλβανοί αντάρτες του UCK

Με την απόκτηση οπλισμού από την Αλβανία, ο UCK πολλαπλασίασε τις επιθέσεις του κατά σερβικών στόχων το 1997, προκαλώντας την αντίδραση της Σερβίας με την εκδήλωση μεγάλης στρατιωτικής επιχείρησης σε περιοχές που έλεγχαν οι αντάρτες τον Φεβρουάριο και Μάρτιο του 1998. Δεκάδες άμαχοι σκοτώθηκαν και η στρατολόγηση στον UCK αυξήθηκε δραματικά.

Τον Ιούλιο του 1998, ο UCK εξαπέλυσε ευρείας κλίμακας επιθέσεις σε ολόκληρο το Κόσοβο, αποκτώντας τον έλεγχο σχεδόν της μισής επαρχίας, προτού νικηθεί από τη σερβική αντεπίθεση αργότερα εκείνο το καλοκαίρι. Τα σερβικά στρατεύματα έδιωξαν χιλιάδες Αλβανούς από τα σπίτια τους και κατηγορήθηκαν για σφαγές αμάχων.

Η εμπλοκή του ΝΑΤΟ

Τον Οκτώβριο του ίδιου έτους, το ΝΑΤΟ απείλησε τη Σερβία με αεροπορικές επιδρομές και ο Μιλόσεβιτς συμφώνησε να επιτρέψει την επιστροφή χιλιάδων προσφύγων στις εστίες τους. Ωστόσο, οι μάχες επαναλήφθηκαν σύντομα και οι συνομιλίες μεταξύ Αλβανών και Σέρβων του Κοσόβου για την εξεύρεση πολιτικής λύσης στο Ραμπουγιέ της Γαλλίας τον Φεβρουάριο του 1999 κατέληξαν σε αποτυχία.

Στις 18 Μαρτίου, περαιτέρω ειρηνευτικές συνομιλίες στο Παρίσι κατέρρευσαν, μετά την άρνηση της σερβικής αντιπροσωπείας να υπογράψει συμφωνία που προέβλεπε αυτονομία του Κοσόβου και ανάπτυξη στρατευμάτων του ΝΑΤΟ στην περιοχή για την επιβολή της συμφωνίας. Δύο ημέρες αργότερα, ο σερβικός στρατός εξαπέλυσε νέα επίθεση στο Κόσοβο και στις 24 Μαρτίου το ΝΑΤΟ απάντησε με αεροπορικές επιδρομές.

Βομβαρδισμοί και παράπλευρες απώλειες

Οι βομβαρδισμοί επικεντρώθηκαν αρχικά σε στρατιωτικές θέσεις των Σέρβων στο Κόσοβο και από τις 27 Μαρτίου και στο έδαφος της Σερβίας, σε στρατιωτικούς και πολιτικούς στόχους (κυβερνητικά κτίρια και υποδομές). Την ίδια μέρα το σερβικό αντιεροπορικό πυροβολικό κατέρριψε ένα αμερικανικό «αόρατο» αεροπλάνου τύπου F-117 στα σύνορα Κοσόβου-ΠΓΔΜ (νυν Βόρεια Μακεδονία).

Το βομβαρδισμένο κτίριο της σερβικής τηλεόρασης
Το βομβαρδισμένο κτίριο της σερβικής τηλεόρασης

Στις 3 Απριλίου πύραυλοι του ΝΑΤΟ έπληξαν για πρώτη φορά το Βελιγράδι και στις 23 Απριλίου βομβαρδίστηκε το κτίριο της σερβικής τηλεόρασης, με αποτέλεσμα 16 άτομα να σκοτωθούν και πολλά να τραυματιστούν. Το ΝΑΤΟ, που γιόρταζε τα πενηντάχρονά του σε πανηγυρική σύνοδο στις Βρυξέλλες, χαρακτήρισε το κτίριο στο Βελιγράδι «νόμιμο στόχο».

Στις 7 Μαΐου αμερικανικό αεροσκάφος βομβάρδισε την πρεσβεία της Κίνας στο Βελιγράδι, προκαλώντας την οργή του Πεκίνου, καθώς τρεις υπάλληλοι της πρεσβείας σκοτώθηκαν και 20 τραυματίστηκαν. Την επομένη οι ΗΠΑ αναγνώρισαν ότι η επίθεση έγινε σε λάθος στόχο και ο πρόεδρος Κλίντον αναγκάστηκε να ζητήσει συγγνώμη από το κινέζο ομόλογό του.

Οι βομβαρδισμοί και οι συνεχιζόμενες σερβικές επιθέσεις οδήγησαν εκατοντάδες χιλιάδες Αλβανούς του Κοσόβου, στη ΠΓΔΜ και το Μαυροβούνιο. Πολλοί από αυτούς τους πρόσφυγες μεταφέρθηκαν στις ΗΠΑ και σε άλλα κράτη του ΝΑΤΟ. Στις 14 Απριλίου το ΝΑΤΟ επιβεβαίωσε τη βομβιστική επίθεση συμμαχικών αεροσκαφών εναντίον πομπής αλβανών προσφύγων, στο Κόσοβο, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν τουλάχιστον 64 άτομα κι άλλα 20 να τραυματισθούν βαριά.

Η ειρηνευτική συμφωνία

Παράλληλα με τους βομβαρδισμούς συνεχίζονταν εντατικά οι διπλωματικές πρωτοβουλίες για την ειρηνική επίλυση της κρίσης, στις οποίες ενεπλάκησαν όλες οι μεγάλες δυνάμεις (ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα, Ε.Ε.) και ο ΟΗΕ. Πολλά σημαίνοντα πρόσωπα της τότε διεθνούς πολιτικές σκηνής παρέλασαν από το Βελιγράδι, αλλά ο Σέρβος ηγέτης παρέμεινε ανένδοτος σε οποιαδήποτε λύση που θα κατοχύρωνε την αυτονομία του Κοσόβου.

Τελικά λύγισε προ των εντεινόμενων βομβαρδισμών και των τεράστιων καταστροφών της χώρας του και δέχτηκε το σχέδιο της «Ομάδας των Οκτώ» (G8), που την αποτελούσαν οι 7 πιο βιομηχανοποιημένες χώρες του κόσμου (ΗΠΑ, Καναδάς, Ιαπωνία, Μεγάλη Βρετανία, Γερμανία, Ιταλία, Γαλλία), η Ρωσία και η Ε.Ε.

Η υπογραφή της ειρηνευτικής συμφωνίας στο Κουμάνοβο
Η υπογραφή της ειρηνευτικής συμφωνίας στο Κουμάνοβο

Στις 10 Ιουνίου 1999, οι βομβαρδισμοί του ΝΑΤΟ σταμάτησαν, καθώς την προηγουμένη η Σερβία είχε υπογράψει στο Κουμάνοβο της ΠΓΔΜ την ειρηνευτική συμφωνία που προέβλεπε την απόσυρση των σερβικών δυνάμεων από το Κόσοβο και την αντικατάστασή τους από ειρηνευτικά στρατεύματα του ΝΑΤΟ.

Στις 12 Ιουνίου, οι δυνάμεις του ΝΑΤΟ (KFOR) κινήθηκαν στο Κόσοβο από την ΠΓΔΜ. Την ίδια μέρα, ρωσικά στρατεύματα έφτασαν στην Πρίστινα, την πρωτεύουσα του Κοσόβου και ανάγκασαν το ΝΑΤΟ να συμφωνήσει σε κοινή κατοχή. Παρά την παρουσία ειρηνευτικών στρατευμάτων, οι Αλβανοί που επέστρεφαν στην πατρίδα τους επιτέθηκαν στη σερβική μειονότητα του Κοσόβου, αναγκάζοντάς την να καταφύγει στη Σερβία.

Στις 10 Ιουνίου 1999, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ με το ψήφισμα 1244 ανακήρυξε ως προτεκτοράτο το Κόσοβο υπό την προσωρινή διοίκηση του διεθνούς οργανισμού. Η αυτονομία του Κοσόβου αποκαταστάθηκε, αλλά η επαρχία παρέμεινε ντε γιούρε μέρος της Σερβίας. Στις 17 Φεβρουαρίου 2008, το Κόσοβο ανακήρυξε μονομερώς την ανεξαρτησία του από τη Σερβία. Μέχρι σήμερα το έχουν αναγνωρίσει 96 χώρες, όχι όμως και η Ελλάδα.

Το τέλος του Μιλόσεβιτς

Ο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς στο Δικαστήριο της Χάγης, κατηγορούμενος για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και γενοκτονία
Ο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς στο Δικαστήριο της Χάγης, κατηγορούμενος για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και γενοκτονία

Ο ισχυρός άνδρας της Σερβίας Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς έχασε τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2000 και παρέδωσε την εξουσία στον νικητή των εκλογών Βόισλαβ Κοστούνιτσα, έναν μετριοπαθή εθνικιστή που υποσχέθηκε να επανενσωματώσει τη Σερβία στην Ευρώπη και τον κόσμο ύστερα από μια δεκαετία απομόνωσης.

Ο Μιλόσεβιτς πέθανε σε φυλακή της Ολλανδίας στις 11 Μαρτίου 2006, κατά τη διάρκεια της δίκης του για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και γενοκτονία. Λόγω του θανάτου του, το δικαστήριο δεν εξέδωσε απόφαση.

https://www.sansimera.gr/articles/1463


Πηγή: https://www.sansimera.gr/articles/1463

© SanSimera.gr