Σάββατο 28 Ιανουαρίου 2023
Παρασκευή 27 Ιανουαρίου 2023
Αγιος Μάξιμος ο Ομολογητής - Διάλογος με τον Θεοδόσιο, τον επίσκοπο Καισαρείας Βιθυνίας, κατά την πρώτη του εξορία στο φρούριο της Βιζύης της Θράκης.
Ἄχειρ, ἄγλωττος, χεῖρα καὶ γλῶτταν φύεις
Κ.αὶ χερσὶ Θεοῦ, Μάξιμε, ψυχὴν δίδως.
Εἰκάδι πρώτῃ πότμος Μαξίμου ὄσσ’ ἐκάλυψεν.
Ο Όσιος Μάξιμος ο Ομολογητής γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 580 μ.Χ. από πλούσιους και ευγενείς γονείς. Πραγματοποίησε λαμπρές θεολογικές, φιλολογικές και φιλοσοφικές σπουδές.
Για τα πνευματικά αλλά και τα διοικητικά του χαρίσματα προσλαμβάνεται ως αρχιγραμματέας του αυτοκράτορα Ηρακλείου.
Παραιτήθηκε όμως γρήγορα για να υπερασπισθεί τις αλήθειες της πίστεώς του από την αίρεση των Μονοθελητών.
Γίνεται μοναχός και αρχίζει ένα σκληρό και ανελέητο αγώνα κατά των αιρετικών.
Στον αγώνα του αυτό συναντά πολλά εμπόδια, κυρίως από τον αυτοκράτορα Κώνστα, ο οποίος ήταν υπέρμαχος των Μονοθελητών και έφθασε στο σημείο να συγκαλέσει ψευδο-σύνοδο, η οποία καταδίκασε και αναθεμάτισε τον όσιο και τέλος τον παρέδωσε στον έπαρχο της πόλης για να τιμωρηθεί.
Μαστιγώνεται και τέλος του κόβουν τη γλώσσα και το δεξί του χέρι.
Το ακρωτηριασμένο του σώμα άντεξε με θαυματουργικό τρόπο τρία χρόνια στην υπηρεσία της υγείας της ψυχής και ήταν η πιο εύγλωττη μαρτυρία της πίστεως και της αφοσιώσεώς του στο Θεό.
Μετά από ολιγοήμερη ασθένεια αφήνει τη μακάριά του ψυχή στον τόπο της εξορίας του (Λαζική του Πόντου, στο φρούριο Σχίμαρις) το 662 μ.Χ.
Το τίμιο λείψανό του ενταφιάσθηκε στη μονή του Αγίου Αρσενίου, στη χώρα των Λαζών.
Από τον τάφο του έβγαινε φως κάθε νύχτα και φώτιζε την περιοχή, γεγονός που πιστοποιούσε την αγιότητά του.
Εορτάζει στις 21 Ιανουαρίου εκάστου έτους.
Η Ανακομιδή και μετάθεση του Λειψάνου του Οσίου Μάξιμου του Ομολογητή εορτάζεται στις 13 Αυγούστου, ενώ η μνήμη του επαναλαμβάνεται στις 20 Σεπτεμβρίου.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ήχος γ'. Θείας πίστεως.
Θείου Πνεύματος, τη επομβρία, ρείθρα έβλυσας, τη Εκκλησία, υπερκοσμίων δογμάτων πανεύφημε, θεολόγων δε του Λόγου την κένωσιν, ομολογίας αγώσι διέλαμψας. Πάτερ Μάξιμε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθσι ημίν το μέγα έλεος.
Έτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ὀρθοδοξίας ὁδηγέ, εὐσεβείας Διδάσκαλε καί σεμνότητος, τῆς Οἰκουμένης ὁ φωστήρ, τῶν Μοναζόντων θεόπνευστον ἐγκαλλώπισμα, Μάξιμε σοφέ, ταῖς διδαχαῖς σου πάντας ἐφώτισας, λύρα τοῦ Πνεύματος. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τόν τῆς Τριάδος ἐραστήν καί Μέγαν Μάξιμον, τόν ἐκδιδάξαντα τρανῶς πίστιν τήν ἔνθεον, τοῦ δοξάζειν τόν Χριστόν, ἐν δύο φύσεσι, θελήσεσί τε καί ἐνεργείαις ὑπάρχοντα, ἐπαξίως ἐν ᾠδαῖς πιστοί τιμήσωμεν, ἀνακράζοντες· Χαῖρε κήρυξ τῆς Πίστεως.
Αγιος Μάξιμος ο Ομολογητής
Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής,
μέγας θεολόγος και Πατήρ της Εκκλησίας,
ωμολόγησε την Ορθόδοξο Πίστι
σε μία εποχή που παρουσιάζει πολλές
ομοιότητες με την ιδική μας.
Η πολιτική των τότε αυτοκρατόρων απέβλεπε σε πολιτικοκοινωνικές ενοποιήσεις σαν τις σημερινές.
Ως πρόσφορο μέσον για την πραγματοποίησί τους θεωρήθηκε η υποστήριξις της αιρέσεως του Μονοθελητισμού.
Είχαν χρησιμοποιηθή και εκκλησιαστικοί άνδρες, οι οποίοι υποστήριζαν την αίρεσι χάριν των κοσμικών αυτών σκοπιμοτήτων.
Είχαν πιστεύσει ότι ασκούν τάχα κάποια εκκλησιαστική οικονομία.
Δυστυχώς, όλοι σχεδόν οι πατριαρχικοί θρόνοι είχαν πέσει στην αίρεσι του Μονοθελητισμού.
Η Ορθόδοξος Πίστις ζούσε μόνο στην συνείδησι του πιστού λαού και εκφραζόταν με το στόμα των ελαχίστων Ομολογητών, οι οποίοι την εστερέωσαν με το μαρτύριό τους.
Την εποχή αυτή ο άγιος Μάξιμος είχε διαδραματίσει πρωτεύοντα ρόλο για την συγκρότησι της ορθοδόξου τοπικής Συνόδου της Ρώμης (649), η οποία κατεδίκασε τον Μονοθελητισμό.
Για τον λόγο αυτό ευρίσκεται εξόριστος στην Βιζύη της Θράκης.
Έχει διακόψει την εκκλησιαστική κοινωνία με τους πατριαρχικούς θρόνους της Ανατολής, επειδή έχουν εκπέσει στην αίρεσι.
Η αναφορά του είναι στην ορθοδοξούσα τότε Ρώμη και στον Ομολογητή άγιο Πάπα Μαρτίνο.
Με σκοπό να μεταβάλλουν την γνώμη του και να τον προσεταιρισθούν, ο επίσκοπος Θεοδόσιος και οι αυτοκρατορικοί απεσταλμένοι τον επισκέπτονται στην Βιζύη και διεξάγουν τον κατωτέρω διάλογο.
Ο Άγιος με αταλάντευτη σταθερότητα διακρίνει την αλήθεια από την αίρεσι, το φως από το σκότος, και με γνώμονα την διδασκαλία των αγίων Αποστόλων και Πατέρων ανασκευάζει τα επιχειρήματα των μονοθελητών συνομιλητών του.
Είναι συγκινητική η ταπείνωσις του Αγίου που συνοδεύει όλες τους τις εκφράσεις και κινήσεις, ακόμη και την ώρα που η αδικία εναντίον του είναι κατάφωρη.
Προφανώς, ο φόβος του Θεού, η σταθερή ομολογία και η αληθινή ταπείνωσις συνιστούν το ιερό τρίπτυχο που χαρακτηρίζει κάθε Ορθόδοξο ομολογία.
Ο διάλογος του αγίου Μαξίμου στον τόπο της εξορίας του με τους συγκλητικούς άρχοντες και με τους επισκόπους της Κωνσταντινουπόλεως είναι ένα κλασικό πλέον κείμενο, στο οποίο φανερώνει τις γνήσια Ορθόδοξες και εκκλησιαστικές προϋποθέσεις του Αγίου και τις αιρετικές και κοσμικές αντίστοιχα των συνομιλητών του.
Παραθέτουμε χαρακτηριστικά αποσπάσματα από αυτόν τον διάλογο, επειδή πιστεύουμε ότι θα βοηθήση τον λαό του Θεού να αντιληφθή ποιοι είναι σε κάθε εποχή οι εκφρασταί της Πίστεώς του, αλλά και να δώσουμε αφορμές θεολογικής αυτοκριτικής σε όσους λόγω της εκκλησιαστικής τους ευθύνης ευρίσκονται μπροστά σε προφανή κίνδυνο να αθετήσουν και σήμερα την ακρίβεια της αγίας Ορθοδόξου Πίστεως λόγω άλλων σκοπιμοτήτων.
Στις 24 του μηνός Αυγούστου, της 14ης επινεμήσεως που μόλις τώρα πέρασε, επισκέφθηκε τον αββά Μάξιμο στον τόπο της εξορίας του, δηλαδή στο κάστρο της Βιζύης, ο προρρηθείς επίσκοπος Θεοδόσιος, σταλμένος όπως είπε από τον ίδιο τον πατριάρχη της Κωνσταντινουπόλεως Πέτρο.
Και μαζί του οι ύπατοι Παύλος και Θεοδόσιος, σταλμένοι όπως είπαν κι αυτοί από τον βασιλέα. Είχαν μαζί τους, καθώς φαίνεται, και τον επίσκοπο Βιζύης. Και λέγει ο Θεοδόσιος ο Επίσκοπος:
ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ: Παρακαλούν μέσω ημών ο βασιλεύς και ο πατριάρχης, να μάθουν από σένα ποια είναι η αιτία που δεν έχεις κοινωνία με τον θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως.
ΜΑΞΙΜΟΣ: Γνωρίζετε τις καινοτομίες που έγιναν από την επινέμησι του περασμένου κύκλου, οι όποίες άρχισαν από την Αλεξάνδρεια με τα εννέα κεφάλαια που εξέθεσε ο Κύρος, αυτός που δεν ξέρω πως έγινε πατριάρχης της πόλεως εκείνης, και που επικυρώθηκαν από τον θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως. Γνωρίζετε επίσης και τις άλλες αλλοιώσεις, τις προσθήκες και τις αφαιρέσεις, που έγιναν συνοδικά από τους προεδρεύσαντας στην Εκκλησία των Βυζαντινών. Εννοώ τον Σέργιο, τον Πύρρο και τον Παύλο. Και αυτές τις καινοτομίες τις γνωρίζει όλη η οικουμένη. Γι' αυτήν την αιτία δεν έχω κοινωνία, ο δούλος σας, με την Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως. Ας αρθούν τα εμπόδια που μπήκαν από τους παραπάνω άνδρες, και μαζί μ' αυτά κι αυτοί που τάβαλαν, όπως είπε ο Θεός: «και τους λίθους εκ της οδού διαρρίψατε» (Ιερεμ. 50, 26). Έτσι, βρίσκοντας την οδό του Ευαγγελίου όπως ήταν πρώτα, λεία και ομαλή και ελεύθερη από κάθε ακανθώδη αιρετική κακία, θα την βαδίζω χωρίς να μου χρειάζεται καμμία ανθρώπινη προτροπή. Μέχρις ότου όμως οι πατριάρχαι της Κωνσταντινουπόλεως καυχώνται για τα τεθέντα εμπόδια και γι' αυτούς που τα έβαλαν, δεν υπάρχει κανένας λόγος ή τρόπος που να με πείση να έχω κοινωνία με αυτούς.
ΘΕΟΔ.: Μα τι κακό λοιπόν ομολογούμε, ώστε να χωρισθής από την κοινωνία μαζί μας;
ΜΑΞΙΜΟΣ: Επειδή λέγετε ότι ο Θεός και Σωτήρας μας Ιησούς Χριστός έχει μία ενέργεια της Θεότητος και ανθρωπότητός του. Έτσι συγχέετε τον λόγο της θεολογίας με τον λόγο της οικονομίας.
Και πάλι, υιοθετώντας άλλη καινοτομία, αφαιρείτε εξ ολοκλήρου όλα τα γνωριστικά και συστατικά (στοιχεία) της θεότητος και ανθρωπότητος του Χριστού, θεσπίζοντας με νόμους και τύπους, ότι δεν πρέπει να λέγεται γι' Αυτόν, ούτε μία ούτε δύο θελήσεις ή ενέργειες. Αυτό είναι πράγμα ανυπόστατο, διότι οι άγιοι Πατέρες μας διδάσκουν μεγαλοφώνως ότι: «Αυτό που δεν έχει καμμιά δύναμι, ούτε υπάρχει ούτε είναι κάτι ούτε έχει καμμία εντελώς θέσι».
ΘΕΟΔ.: Μη παίρνης σαν κύριο δόγμα, αυτό που γίνεται από οικονομία.
ΜΑΞΙΜΟΣ: Αν δεν είναι κύριο δόγμα για όσους το δέχονται, για ποιο λόγο με παραδώσατε ανέντιμα σε βάρβαρα και άθεα έθνη; Για ποιο λόγο καταδικάσθηκα να μένω στη Βιζύη, και οι σύνδουλοί μου, ο ένας στην Πέρβερι κι ο άλλος στην Μεσήμβρια;
Και ποιος πιστός δέχεται την οικονομία που κάνει να σιγήσουν τα λόγια, τα οποία οικονόμησε ο των όλων Θεός να ειπωθούν από τους αποστόλους και τους προφήτας και διδασκάλους; Κι ας ιδούμε, μεγάλε κύριε, σε ποιο κακό καταλήγει το θέμα αυτό, αν το καλοεξετάσουμε. Διότι ο Θεός έβαλε στην Εκκλησία, πρώτον μεν τους αποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους, για να καταρτίζωνται οι πιστοί, λέγοντας στο Ευαγγέλιο προς τους αποστόλους και μέσω αυτών προς τους μεταγενεστέρους «Ο υμίν λέγω, πάσι λέγω», και πάλι «ο δεχόμενος υμάς εμέ δέχεται, και ο αθετών υμάς, εμέ αθετεί». Είναι λοιπόν φανερό και αναντίρρητο, ότι αυτός που δεν δέχεται τους αποστόλους και τους προφήτας και διδασκάλους και δεν υπολογίζει τα λόγια τους, δεν υπολογίζει τον ίδιο το Χριστό.
Ας εξετάσουμε δε και κάτι άλλο. Ο Θεός διάλεξε και κατέστησε αποστόλους, προφήτας και διδασκάλους, προς τον καταρτισμό των πιστών. Αντίθετα, ο διάβολος διάλεξε και ξεσήκωσε ψευδαποστόλους και ψευδοπροφήτας και ψευδοδιδασκάλους, για να πολεμηθή και ο παλαιός νόμος και ο ευαγγελικός. Μοναδικούς δε ψευδαποστόλους και ψευδοπροφήτας και ψευδοδιδασκάλους εννοώ τους αιρετικούς, των οποίων είναι διεστραμμένοι οι λόγοι και οι λογισμοί. Όπως ακριβώς λοιπόν αυτός που δέχεται τους αληθινούς αποστόλους και προφήτας και διδασκάλους, δέχεται τον Θεό, έτσι και αυτός που δέχεται τους ψευδαποστόλους και ψευδοπροφήτας και ψευδοδιδασκάλους, δέχεται τον διάβολο. Αυτός λοιπόν που βάζει τους αγίους μαζί με τους βδελυρούς και ακαθάρτους αιρετικούς (δεχθήτε τα λόγια μου, λέγω την αλήθεια), προφανώς βάζει στην ίδια μοίρα τον Θεό μαζί με τον διάβολο.
Αν λοιπόν εξετάζοντας τις καινοτομίες που έγιναν τώρα στα χρόνια μας, τις βρίσκουμε να έχουν καταντήσει σ' αυτό το πιο ακραίο κακό, προσέξτε μήπως, ενώ προφασιζόμαστε την ειρήνη, βρεθούμε να νοσούμε και να κηρύττουμε την αποστασία, η οποία θα είναι, κατά τον θείο απόστολο, πρόδρομος της παρουσίας του Αντιχρίστου. Αυτά σας τα είπα χωρίς κανένα δισταγμό, κύριοί μου, για να λυπηθήτε τους εαυτούς σας κι εμάς.
Με συμβουλεύετε επίσης να έλθω να κοινωνήσω με την Εκκλησία στην οποία τέτοια κηρύσσονται, ενώ έχω άλλα γραμμένα στο βιβλίο της καρδιάς μου, και να γίνω κοινωνός μ' αυτούς που νομίζουν ότι στρέφονται εναντίον του διαβόλου με την βοήθεια του Θεού, ενώ στην πραγματικότητα στρέφονται εναντίον του Θεού; Να μη δώση Ο Θεός, που γεννήθηκε για μένα χωρίς αμαρτία!
Και αφού τους έβαλε μετάνοια, είπε:
ΜΑΞΙΜΟΣ: Οτιδήποτε έχετε διαταγή να κάνετε στο δούλο σας, σας λέγω κάμετέ το. Εγώ πάντως ουδέποτε θα γίνω συγκοινωνός μ' αυτούς που δέχονται αυτές τις καινοτομίες.
Μόλις τα άκουσαν εκείνοι αυτά, πάγωσαν. Έβαλαν κάτω τα κεφάλια τους και εσιώπησαν για αρκετή ώρα. Σήκωσε κάποια στιγμή το κεφάλι του ο επίσκοπος Θεοδόσιος, κύτταξε προς τον αββά Μάξιμο και είπε:
ΘΕΟΔ.: Σου λέμε λοιπόν εμείς πως, εάν εσύ κοινωνήσης, ο δεσπότης μας ο βασιλεύς θα ελαφρύνη τον Τύπο.
ΜΑΞΙΜΟΣ: Η απόστασις που μας χωρίζει είναι ακόμη μεγάλη. Τι θα κάνουμε με το δόγμα του ενός θελήματος που επικυρώθηκε συνοδικά από τον Σέργιο και τον Πύρρο για την αναίρεσι κάθε ενέργειας;
ΘΕΟΔ.: Εκεινο το χαρτί καταστράφηκε και αχρηστεύθηκε.
ΜΑΞΙΜΟΣ: Το έσβησαν από τους πέτρινους τοίχους, όχι όμως κι από τις νοερές ψυχές. Ας δεχθούν την καταδίκη του που έγινε συνοδικά στην Ρώμη με ευσεβή δόγματα και κανόνες, και τότε θα λυθή το μεσότοιχο και δεν θάχουμε ανάγκη από συμβουλές.
ΘΕΟΔ.: Δεν έχει ισχύ η σύνοδος της Ρώμης, γιατί έγινε χωρίς την διαταγή του βασιλέως.
ΜΑΞΙΜΟΣ: Αν οι διαταγές των βασιλέων δίνουν κύρος στις προγενέστερες συνόδους και όχι η ευσεβής πίστις, ας δεχθούν και τις συνόδους που έγιναν εναντίον του ομοουσίου, μια και έγιναν με εντολή των βασιλέων. Και ποιος κανόνας ορίζει να είναι έγκυρες μόνο εκείνες οι σύνοδοι που συνεκλήθησαν με εντολή βασιλέως ή οπωσδήποτε όλες οι σύνοδοι να συγκαλούνται κατόπιν βασιλικής διαταγής; Ο ευσεβής κανών της Εκκλησίας γνωρίζει ως άγιες και έγκυρες εκείνες τις συνόδους, τις οποίες διακρίνει η ορθότης των δογμάτων.
ΘΕΟΔ.: Όπως τα λες είναι. η ορθότης των δογμάτων δίνει κύρος στις συνόδους. Τι λοιπόν; Δεν πρέπει καθόλου να λέμε μία ενέργεια στον Χριστό;
ΜΑΞΙΜΟΣ: Σύμφωνα με την αγία Γραφή και τους αγίους Πατέρας τίποτα τέτοιο δεν παρελάβαμε να λέμε. Αλλά, όπως ακριβώς παρελάβαμε να πιστεύωμε για το Χριστό δύο φύσεις, αυτές από τις οποίες απαρτίζεται, έτσι μας επετράπη να πιστεύω με και να ομολογούμε και τις φυσικές Του θελήσεις και ενέργειες που υπάρχουν καταλλήλως σ' αυτόν, αφού αυτός ο ίδιος είναι εκ φύσεως Θεός μαζί και άνθρωπος.
ΘΕΟΔ.: Πράγματι, κύριε, και εμείς ομολογούμε και τις φύσεις και τις διάφορες ενέργειες, δηλαδή και την θεία και την ανθρωπίνη. και ότι η θεότης του είναι θελητική και η ανθρωπότης του θελητική. επειδή η ψυχή του δεν ήταν χωρίς θέλησι. Αλλά για να μη χάνουμε τον καιρό μας εδώ, ό,τι κι αν είπαν οι Πατέρες το ομολογώ, και μάλιστα το κάνω και εγγράφως (δηλαδή), δύο φύσεις και δύο θελήματα και δύο ενέργειες. Έλα λοιπόν να κοινωνήσης μαζί μας και να γίνη η ένωσις.
ΜΑΞΙΜΟΣ: Δέσποτα, δεν τολμώ να δεχθώ εγώ έγγραφη συγκατάθεσι από σας γι' αυτό το πράγμα, διότι είμαι απλός μοναχός. Αν όμως ο Θεός σας έφερε σε κατάνυξι, ώστε να δεχθήτε τους λόγους των αγίων Πατέρων, να ενεργήσετε όπως απαιτούν οι κανόνες. Να στείλετε, δηλαδή, περί τούτου έγγραφο προς τον επίσκοπο Ρώμης, ο βασιλεύς και ο Πατριάρχης και η περί αυτόν σύνοδος. Εγώ πάντως ούτε κι αν γίνουν αυτά θα κοινωνήσω, επειδή οι αναθεματισθέντες αναφέρονται στην αγία αναφορά. Διότι φοβάμαι το κατάκριμα του αναθέματος.
ΘΕΟΔ.: Ο Θεός γνωρίζει ότι δεν σε κατηγορώ που φοβάσαι, αλλά ούτε και κανένας άλλος. Για το όνομα όμως του Κυρίου, πες μας την γνώμη σου, εάν είναι δυνατόν να γίνη αυτό (δηλ. να αρθή το ανάθεμα ήδη αποθανόντος αιρετικού).
ΜΑΞΙΜΟΣ: Ποια γνώμη μπορώ να σας δώσω γι' αυτό; Πηγαίνετε, ψάξτε να βρήτε αν ποτέ έχει γίνει κάτι τέτοιο και ελευθερώθηκε κανείς μετά θάνατον από το έγκλημα για την πίστι, κι από το κατάκριμα που έχει εξαγορευθή εναντίον του. Πρέπει να καταδεχθούν ο βασιλεύς και ο Πατριάρχης να μιμηθούν την συγκατάβασι του Θεού. και ο μεν να κάνει παρακλητική κέλευσι, ο δε συνοδική δέησι προς τον πάπα της Ρώμης. Χωρίς αμφιβολία, αν βρεθή κάποιος τρόπος εκκλησιαστικός που να το επιτρέπη αυτό για την σωστή ομολογία της πίστεως, θα συμφωνήση περί αυτού μαζί σας.
ΘΕΟΔ.: Αυτό θα γίνη οπωσδήποτε. αλλά δος μου τον λόγο σου ότι, εάν στείλουν εμένα, θα έλθης μαζί μου.
ΜΑΞΙΜΟΣ: Δέσποτα, σου είναι πιο συμφέρον να πάρης μαζί σου τον σύνδουλό μου που είναι στη Μεσημβρία, παρά εμένα. Εκείνος και την γλώσσα γνωρίζει και τον σέβονται πολύ, μια και τόσα χρόνια τιμωρείται για τον Θεό και για την ορθή πίστι που κρατεί ο θρόνος τους.
ΘΕΟΔ.: Έχουμε μεταξύ μας κάτι μικροδιαφορές, και δεν μου είναι τόσο ευχάριστο να πάω μαζί του.
ΜΑΞΙΜΟΣ: Δέσποτα, αφού νομίζετε ότι πρέπει να γίνη αυτό, ας γίνη όπως αποφασίζετε. εγώ σας ακολουθώ όπου θέλετε.
Μετά από αυτό σηκώθηκαν όλοι επάνω χαρούμενοι και με δάκρυα στα μάτια.
Έβαλαν μετάνοια και έγινε προσευχή.
Και κάθε ένας τους ασπάσθηκε τα άγια Ευαγγέλια, και τον Τίμιο Σταυρό, και την εικόνα του Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, και της Δεσποίνης ημών Παναγίας Θεοτόκου της Μητέρας Του, αφού έβαλαν επάνω και τα χέρια τους προς βεβαίωσι των συμφωνηθέντων.
Αφού ειπώθηκαν αυτά, όταν ασπάζονταν μεταξύ τους είπε ο ύπατος Θεοδόσιος:
ΘΕΟΔ.: Να λοιπόν, έγιναν όλα καλά. Άρα γε θα καταδεχθή ο βασιλεύς να κάνη παρακλητική κέλευσι;
ΜΑΞΙΜΟΣ: Οπωσδήποτε θα κάνη, εάν θέλη να είναι μιμητής του Θεού και να ταπεινωθή μαζί Του για την κοινή σωτηρία όλων μας. Ας αναλογισθή ότι, αφού ο Θεός που φύσει σώζει, δεν μας έσωσε παρά αφού με την θέλησί Του ταπεινώθηκε, πώς ο φύσει σωζόμενος άνθρωπος θα σωθή ή θα σώση χωρίς να ταπεινωθή;
Μετά δε την αναχώρησι των παραπάνω ανδρών, στις 8 του μηνός Σεπτεμβρίου της παρούσης 15ης ινδικτιώνος, πήγε πάλι ο ύπατος Παύλος στη Βιζύη προς τον αββά Μάξιμο, έχοντας μαζί του διαταγή που έλεγε τα εξής: «Παραγγέλομε στην ενδοξότητά σου να πας στη Βιζύη και να φέρης τον Μοναχό Μάξιμο με πολλή τιμή και περιποίησι, λόγω της μεγάλης του ηλικίας και της ασθενείας του, και διότι αυτός ανήκει στους προγόνους μας και τους έχει τιμήσει. Και να τον βάλης στο λαμπρό μοναστήρι του Αγίου Θεοδώρου, που βρίσκεται δίπλα στο Βασιλικό παλάτι». Αφού λοιπόν ο ύπατος τον πήρε και τον έβαλε στο προειρημένο μοναστήρι, πήγε να δώση ειδοποίησι.
Την επομένη ημέρα πήγαν προς αυτόν οι πατρίκιοι Επιφάνιος και Τρώιλος, με λαμπρό ντύσιμο και ύφος, καθώς και ο επίσκοπος Θεοδόσιος.
Συναντήθηκαν με αυτόν στο κατηχουμενείο της Εκκλησίας του ιδίου μοναστηριού.
Αφού έγινε ο συνηθισμένος ασπασμός κάθησαν, υποχρεώνοντας κι αυτόν να καθήση.
Και αρχίζοντας τον λόγο μαζί του ο Τρώιλος είπε:
ΤΡΩΙΛΟΣ: Ο αυτοκράτωρ μας διέταξε να έρθουμε και να σου ανακοινώσουμε την γνώμη που έχει η θεοστήρικτη βασιλεία του. Αλλά πρώτα πες μας, θα κάνης την διαταγή του βασιλέως ή δεν θα την κάνης;
Ο Μάξιμος είπε:
ΜΑΞΙΜΟΣ:Κύριε, να ακούσω τι διέταξε η ευσεβής του δύναμις και θά αποκριθώ κατάλληλα. γιατί προς κάτι το άγνωστο ποια απάντησι μπορώ να δώσω;
Ο Τρώιλος επέμενε λέγοντας:
ΤΡΩΙΛ.: Δεν πρόκειται να πούμε τίποτε, εάν δεν μας πης πρώτα, αν θα κάνης ή όχι την διαταγή του βασιλέως.
Και όταν τους είδε να αντιστέκωνται και λόγω της καθυστερήσεώς του να βλέπουν πιο σκληρά και μαζί με τους συνακόλουθούς τους να αποκρίνωνται πιο άγρια, ενώ φάνταζαν τα περήφανα στολίδια των αξιωμάτων τους, απαντώντας ο αββάς Μάξιμος είπε:
ΜΑΞΙΜΟΣ: Αφού δεν θέλετε να πήτε στον δούλο σας την απόφασι του κυρίου και βασιλέως μας, να λοιπόν σας λέω, κι ακούει ο Θεός και οι άγιοι άγγελοι και όλοι εσείς: οτιδήποτε με διατάξη για κάθε πράγμα που καταλύεται και καταστρέφεται σ' αυτόν τον αιώνα, με προθυμία το κάνω.
Και αμέσως ο Τρώιλος είπε:
ΤΡΩΙΛ.: Συγχωρέστε με, αλλά εγώ φεύγω. γιατί αυτός τίποτε δεν πρόκειται να κάνη.
Και αφού έγινε πάρα πολύς θόρυβος και μεγάλη ταραχή και σύγχυσι, τους είπε ο επίσκοπος Θεοδόσιος:
ΘΕΟΔ.: Πείτε του την διαταγή και θα μάθετε την απάντησί του. Διότι, δεν είναι λογικό να φύγουμε, χωρίς να πούμε και να ακούσουμε τίποτε.
Τότε ο πατρίκιος Επιφάνιος είπε:
ΕΠΙΦ.: Αυτό σου δηλώνει με μας ο βασιλεύς: «Επειδή η Δύσις και όσοι διαστρέφουν (τα πράγματα) στην Ανατολή αποβλέπουν σε σένα, κι όλοι εξ αιτίας σου ξεσηκώνονται μη θέλοντας να συμφωνήσουν μαζί μας για την πίστι, είθε να σε κατανύξη ο Θεός να κοινωνήσης μαζί μας βάσει του Τύπου που εκθέσαμε.
Θα βγούμε τότε εμείς οι ίδιοι στη Χαλκή (πύλη) και θα σε ασπασθούμε, θα σου δώσουμε το χέρι και με κάθε τιμή και δόξα θα σε βάλουμε στην μεγάλη Εκκλησία.
Θα στέκεσαι μαζί μας στο μέρος που συνηθίζουν να στέκωνται οι βασιλείς.
Θα κάνουμε τότε και την σύναξι (Θ. Λειτουργία) και θα κοινωνήσουμε τα άχραντα και ζωοποιά μυστήρια, το ζωοποιό σώμα και αίμα του Χριστού.
Θα σε ανακηρύξουμε πατέρα μας. και θα γίνη χαρά όχι μόνο στην φιλόχριστη και βασιλική μας πόλι, αλλά και σ' όλη την οικουμένη.
Γιατί γνωρίζουμε πολύ καλά ότι, εάν εσύ κοινωνήσης με τον εδώ άγιο θρόνο, όλοι θα ενωθούν μαζί μας, αυτοί που εξ αιτίας σου και εξ αιτίας της διδασκαλίας σου αποσχίσθηκαν από την κοινωνία με μας».
Γυρίζοντας τότε προς τον επίσκοπο ο αββάς Μάξιμος του είπε με δάκρυα στα μάτια:
ΜΑΞΙΜΟΣ: Μεγάλε κύριε, όλοι περιμένουμε ημέρα κρίσεως. Αληθινά, ούτε όλη η δύναμι των ουρανών δεν θα με πείση να το κάνω αυτό. Γιατί, τι θα έχω να απολογηθώ -δεν λέω στο Θεό, αλλά στην συνείδησί μου-, αν για την δόξα των ανθρώπων, που μόνη της δεν έχει καμμιά οντότητα, γίνω εξωμότης της πίστεως που σώζει αυτούς που την υπερασπίζονται;
Όταν άκουσαν τα λόγια αυτά, σηκώθηκαν όλοι επάνω και γεμάτοι θυμό τον έσπρωξαν, τον τράβηξαν και τον έρριξαν κάτω. Τον γέμισαν μάλιστα από το κεφάλι ως τα νύχια με φτυσίματα, που η δυσωδία τους παρέμεινε μέχρις ότου πλύθηκαν τα ρούχα του. Σηκώθηκε τότε και ο επίσκοπος και είπε:
ΘΕΟΔ.: Δεν έπρεπε να το κάνετε αυτό. Έπρεπε να ακούσωμε μόνο την απάντησί του και να την αναφέρωμε στον αγαθό μας βασιλέα.
Μόλις τους έπεισε ο επίσκοπος να ησυχάσουν, κάθησαν πάλι.
Με θυμό όμως και αγριότητα του είπαν μύριες βρισιές και ακατανόμαστες κατάρες.
Τότε του είπε ο Επιφάνιος:
ΕΠΙΦ.: Πες μας λοιπόν κάκιστε λαίμαργε γέρο, μας είπες αυτά τα λόγια θεωρώντας ως αιρετικούς εμάς και την πόλι μας και τον βασιλέα;
Αληθινά, είμαστε περισσότερο Χριστιανοί και ορθόδοξοι από σένα.
Και ομολογούμε ότι ο Κύριός μας και Θεός έχει και θεϊκή και ανθρώπινη θέλησι και νοερή ψυχή. και ότι κάθε νοερή φύσι οπωσδήποτε έχει εκ φύσεως το θέλειν και το ενεργείν, επειδή ίδιον της ζωής είναι η κίνησις και ίδιον του νοός η θέλησις.
Και γνωρίζουμε ότι είναι θελητικός, όχι μόνο κατά την θεότητα, αλλά και κατά την ανθρωπότητα.
Δεν αρνούμαστε επίσης και τις δύο θελήσεις του και ενέργειες.
Και απαντώντας ο αββάς Μάξιμος είπε:
ΜΑΞΙΜΟΣ: Εάν πιστεύετε έτσι, όπως πιστεύουν οι νοερές φύσεις και η Εκκλησία του Θεού, πώς εσείς με αναγκάζετε να κοινωνήσω με τον Τύπο, που μόνο την αναίρεσι αυτών έχει;
ΕΠΙΦ.: Αυτό έγινε για οικονομία, για να μη ζημιωθούν οι λαοί μας με τέτοιες λεπτολογίες.
Και απαντώντας ο αββάς Μάξιμος είπε:
ΜΑΞΙΜΟΣ: Συμβαίνει το αντίθετο. κάθε άνθρωπος αγιάζεται με την ακριβή ομολογία της πίστεως, και όχι με την αναίρεσι που βρίσκεται στον Τύπο.
Και είπε ο Τρώιλος:
ΤΡΩΙΛ.: Και στο παλάτι σου είπαμε,
ότι (ο Τύπος) δεν ανήρεσε τίποτε,
αλλά διέταξε να κατασιγάσουν
(οι διϊστάμενες απόψεις)
για να ειρηνεύσουμε όλοι.
Και απαντώντας πάλι ο αββάς Μάξιμος είπε:
ΜΑΞΙΜΟΣ: Η σιωπή των λόγων είναι αναίρεσις των λόγων. Λέγει το Άγιον Πνεύμα μέσω του Προφήτου Δαβίδ: «Ουκ εισί λαλιαί, ουδέ λόγοι, ων ουχί ακούονται αι φωναί αυτών». Άρα λοιπόν ο λόγος που δεν λέγεται, δεν είναι καν λόγος.
Και είπε ο Τρώιλος:
ΤΡΩΙΛ.: Στην καρδιά σου να έχης ό,τι θέλεις, δεν σε εμποδίζει κανείς.
Ο αββάς Μάξιμος απήντησε:
ΜΑΞΙΜΟΣ: Ο Θεός δεν περιώρισε στην καρδιά όλη την σωτηρία, αλλά είπε: «Ο ομολογών με έμπροσθεν των ανθρώπων, ομολογήσω αυτόν έμπροσθεν του Πατρός μου του εν ουρανοίς».
Και ο θείος Απόστολος διδάσκει ως εξής: «Kαρδία μεν πιστεύεται εις δικαιοσύνην. στόματι δε ομολογείται εις σωτηρίαν».
Αν λοιπόν ο Θεός και οι προφήται και οι απόστολοι του Θεού προτρέπουν να ομολογήται με τους λόγους των Αγίων το μυστήριο, το μεγάλο και φρικτό και σωτήριο για όλο τον κόσμο, δεν πρέπει να σιωπήση με κανένα τρόπο η φωνή που κηρύττει αυτό, για να μη κινδυνεύση η σωτηρία των σιωπώντων.
Και απαντώντας ο Επιφάνιος με πολύ άγριο τρόπο είπε:
ΕΠΙΦ.: Υπέγραψες στον λίβελλο;
Και είπε ο αββάς Μάξιμος:
ΜΑΞΙΜΟΣ: Ναι υπέγραψα.
ΕΠΙΦ.: Και πώς τόλμησες να υπογράψης και να αναθεματίσης αυτούς που ομολογούν και πιστεύουν όπως οι νοερές φύσεις και η καθολική Εκκλησία;
Αληθινά με δική μου πρότασι θα σε πάμε στην πόλι, θα σε στήσουμε δεμένο στην αγορά και θα φέρουμε τους μίμους, άνδρες και γυναίκες, και τις πιο διάσημες πόρνες και όλο το λαό, για να χτυπήση και φτύση καθένας και καθεμιά τους το πρόσωπό σου.
Απαντώντας σ' αυτά ο αββάς Μάξιμος είπε:
ΜΑΞΙΜΟΣ: Ας γίνη όπως είπατε, εάν αναθεματίσαμε αυτούς που ομολογούν ότι ο Κύριος έχει δύο φύσεις, και τις κατάλληλες σ' αυτόν δύο φυσικές θελήσεις και ενέργειες, και ότι είναι εκ φύσεως αληθινός Θεός και άνθρωπος. Διάβασε, δέσποτα, τα πρακτικά και τον λίβελλο, και εάν βρήτε αυτά που είπατε, κάμετε ό,τι σκέπτεσθε.
Μετά από αυτά τον ωδήγησαν στην Κωνσταντινούπολι και έβγαλαν απόφασι εναντίον τους.
Ανεθεμάτισαν και κατεδίκασαν τον εν αγίοις Μάξιμο, τον μακάριο μαθητή του Αναστάσιο, τον αγιώτατο πάπα Μαρτίνο, τον άγιο Σωφρόνιο πατριάρχη Ιεροσολύμων, και όλους τους ορθοδόξους και ομοφρονούντας μ' αυτούς.
Έπειτα έφεραν και τον άλλο μακάριο Αναστάσιο.
Αφού χρησιμοποίησαν και γι' αυτόν τα ίδια αναθέματα και βρισιές, τους παρέδωσαν στους άρχοντες λέγοντας: Αποφασίζουμε να σας παραλάβη αμέσως ο πανεύφημος έπαρχός μας, που είναι δω, στο πολυάνθρωπο ανάκτορό του.
Να σας χτυπήση με νεύρα στα μετάφρενα (τον Μάξιμο, Αναστάσιο και Αναστάσιο), και να αποκόψη από την ρίζα το όργανο της ακολασίας σας, δηλαδή την βλάσφημη γλώσσα σας, του Μαξίμου, Αναστασίου και Αναστασίου.
Στη συνέχεια να κόψη με σιδερένιο μαχαίρι και την ταραχώδη δεξιά που υπηρέτησε τον βλάσφημο λογισμό σας.
Μόλις δε σας αποστερήσουν αυτά τα βδελυκτά μέλη, να τα κρεμάσουν πάνω σας και να σας περιφέρουν στα δώδεκα τμήματα της βασιλίδος των πόλεων.
Κατόπιν να σας παραδώση σε ισόβια εξoρία και ταυτόχρονα συνεχή φρούρησι, έτσι που συνεχώς και για όλο το χρόνο της ζωής σας να οδύρεσθε για τα βλάσφημα σφάλματά σας.
Γιατί η κατάρα που εφεύρατε εναντίον μας, επέπεσε πάνω στα κεφάλια σας.
Τότε λοιπόν τους πήρε ο έπαρχος και τους τιμώρησε κόβοντας τα μέλη τους.
Τέλος τους περιέφερε σ' όλη την πόλι και τους εξώρισε στην Λαζική.
(Από το τεύχος 21 του έτους 1996 του περιοδικού
Ο ΟΣΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ, σελίς 6-20).
Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΚΟΣ Ο ΕΥΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΙ Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΩΣΗ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ.
Ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός, αρχιεπίσκοπος Εφέσου, δεν είναι μία συνηθισμένη μορφή αγίου.
Αποτελεί μία πολύπλευρη και δυναμική εκκλησιαστική προσωπικότητα, μία εμβληματική μορφή της Ορθοδοξίας.
Με την στάση του στην σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας το 1438-39 ανεδείχθη πρωταγωνιστής αυτής και απετέλεσε ”σημείον αντιλεγόμενον”.
Στο πρόσωπό του διατυπώθηκαν οι πιο αντιφατικές κρίσεις.
Η ορθόδοξος Ανατολή και η Παπική Δύση τον θαύμασαν για τον δυναμισμό και την μαχητικότητα, αλλά και τον επέκριναν σκληρά για φανατισμό και στενότητα αντιλήψεων (κυρίως οι δυτικοί).
”Ζυμωμένος όμως με το πνεύμα και την σκέψιν των θεοκηρύκων Πατέρων και ενσαρκωτής του Ορθοδόξου θρησκευτικού αισθητηρίου του λαού, ούτε επτοήθη ούτε παρεσύρθη από την δίνην των γεγονότων.
Είχεν εννοήσει εγκαίρως το πνευματικόν ψεύδος, επάνω εις το οποίον οι άλλοι, με την κοντόφθαλμον πολιτικήν των, προσεπάθησαν να στηρίξουν την σωτηρίαν της αυτοκρατορίας.
Είχεν αισθανθεί το κλίμα και είχεν εισδύσει εις το βάθος του πραγματικού περιεχομένου της ψευδοσυνόδου Φερράρας-Φλωρεντίας.
Και οξύνους καθώς ήτο, διέβλεψεν ότι ο Πάπας δεν ήθελεν την ένωσιν των Εκκλησιών.
Ο Πάπας, μαζί με τους ηγεμόνας της Δύσεως, έπαιζε μάλλον με το απερίγραπτον δράμα της νέας Ρώμης-Κωνσταντινουπόλεως, την υποταγήν της οποίας ουδέποτε έπαυσαν να λαχταρούν και να επιδιώκουν.
Ο Άγιος Εφέσου, πεπεισμένος δι’ όλα αυτά, όπως επίσης και διά την κρυστάλλινην αλήθειαν, την οποίαν υπεστήριζεν, επέτυχε να αρθή εις το ύψος των περιστάσεων και να αναπετάση την σημαίαν του Σταυρού.
Έθεσεν ευθύς εξ αρχής υπεράνω του πολιτικού συμφέροντος την διαφύλαξιν της Ορθοδόξου πίστεως και των Αποστολικών της παραδόσεων.
Ύψωσε το πνευματέμφορον ανάστημά του και εστάθη αμετακίνητος εις την έπαλξιν.
Έγινεν έτσι ο αδιαπέραστος θυρεός εμπρός εις την πύλην, την οποίαν επέμενε να περάση η Δύσις, δια να πατήση τον ιερόν χώρον της μαρτυρικής και ασκητικής Ορθοδοξίας.
Επειδή η πτώσις της Κωνσταντινουπόλεως υπερβαίνει τα στενά όρια του χρόνου και του τόπου και είναι γεγονός με παγκόσμιον αντίκτυπον, διά τούτο και η ταπεινή και γενναία μορφή του αγίου Μάρκου, επισκόπου Εφέσου, εφ’ όσον συνεδέθη με το συνταρακτικόν εκείνο δράμα του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας, αποκτά αξίαν οικουμενικην… αυτό ακριβώς θα αποτελή πάντοτε και την δικαίωσιν των θεοφιλών αγώνων του επισκόπου Εφέσου αγίου Μάρκου του Ευγενικού, του οποίου τας θερμάς προς τον Κύριον πρεσβείαις πρέπει να εξαιτούμεθα εκ βάθους ψυχής πάντοτε μεν, ιδιαιτέρως σήμερον” (Νικ. Βασιλειάδη, Ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός και η ένωσις των Εκκλησιών, εκδ. ΣΩΤΗΡ, Αθήναι 2007, σελ. 3-5).
Ο Άγιος Μάρκος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, στην συνοικία του Γαλατά το 1392, σε μία περίοδο παρακμής και συρρικνώσεως της αυτοκρατορίας, από γονείς ευσεβείς και επιφανείς, ευγενικής καταγωγής, εξ ου και το προσωνύμιο Ευγενικός.
Ο πατέρας του Γεώργιος ήταν Διάκονος της μεγάλης Εκκλησίας, και η μητέρα του ονομαζόταν Μαρία.
Ο άγιος έλαβε το βαπτιστικό όνομα Μανουήλ, και είχε ένα άλλον αδελφόν, τον Ιωάννην.
Και τα δύο αδέλφια με την φροντίδα των γονέων τους έλαβαν σπουδαία μόρφωση θύραθεν φιλοσοφική και χριστιανική μαθητεύοντες σε σπουδαίους διδασκάλους και φιλοσόφους της Πόλεως.
Ο νεαρός Μανουήλ αγάπησε τον μοναστικό βίο και εισήλθε ως δόκιμος μοναχός στην Μονή του Αγίου Γεωργίου των Μαγγάνων.
Σε ηλικία 25 ετών εκάρη μοναχός λαβών το όνομα Μάρκος.
Χειροτονήθηκε διάκονος και ιερέας, ενώ για την μεγάλη του μόρφωση τοποθετήθηκε διευθυντής στο Πατριαρχικό φροντιστήριο.
Ο ιερομόναχος Μάρκος ετιμάτο για την αρετή και την μόρφωσή του, και είχε καλή φήμη στους εκκλησιαστικούς κύκλους.
Έτσι, ήταν πολύ φυσικό να τον επιλέξουν να συμμετάσχει στην βυζαντινή αποστολή που θα μετέβαινε στην Δύση, στην Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας.
Ιδιαιτέρως επέμενε ο αυτοκράτωρ Ιωάννης Παλαιολόγος, που εκτιμούσε την μόρφωσή του και ήθελε να τον συμπεριλάβει στην συνοδεία του, αφού προηγουμένως θέλησε να τον αναβαθμίσει εκκλησιαστικά και να τον περιβάλλει με το κύρος του μητροπολίτου.
Η Σύνοδος του Πατριαρχείου τον εξέλεξε μητροπολίτην Εφέσου, λίγο πριν αναχωρήσουν για την Ιταλία.
Τον μητροπολίτην πλέον Εφέσου Μάρκο τον Ευγενικό επέλεξαν και τα Πατριαρχεία Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Ιεροσολύμων να τα αντιπροσωπεύσει στον διάλογο με τους Λατίνους.
Η βυζαντινή αποστολή στην Φερράρα επρόκειτο να συζητήσει πολύ σοβαρά και δύσκολα ζητήματα, τις θεολογικές διαφορές που είχαν οδηγήσει στο Σχίσμα Δύσεως και Ανατολής λόγω των δογματικών παρεκκλίσεων και των πολιτικών απαιτήσεων των εκάστοτε Ρωμαίων Παπών για πρωτοκαθεδρία εκκλησιαστική και κοσμική (Πρωτείο).
Ο αυτοκράτωρ επείγετο να έλθει σε συνεννόηση με την Δύση και τον Πάπα πιεζόμενος από την στρατιωτική απειλή των Οθωμανών και την εμφανή αδυναμία και παρακμή της συρρικνούμενης αυτοκρατορίας, και επιθυμούσε διακαώς την επίτευξη της ενώσεως των δύο Εκκλησιών, ελπίζοντας ότι μετά την Ένωση ο Πάπας και οι δυτικοί ηγεμόνες θα έσπευδαν να βοηθήσουν την Κωνσταντινούπολη στρατιωτικά και αποτελεσματικά για να αποκρουσθεί η οθωμανική απειλή.
Ο αυτοκράτωρ θέλησε σε αυτές τις κρίσιμες συζητήσεις η ορθόδοξος ανατολή να εκπροσωπηθεί με τους καλύτερους άνδρες της στο ανώτερο επίπεδο αξιωματούχων του κράτους και της εκκλησίας, μεταξύ αυτών ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιωσήφ, ο νεοπλατωνικός φιλόσοφος Πλήθων Γεμιστός, οι μητροπολίτες Νικαίας Βησσαρίων και Εφέσου Μάρκος, αμφότεροι άνδρες ευρείας μορφώσεως χριστιανικής και φιλοσοφικής.
Τα θεολογικά ζητήματα που χώριζαν τις δύο Εκκλησίες Δύσεως και Ανατολής ήσαν πολύπλοκα και εχρονολογούντο από αιώνων, όπως η απαίτηση του Πάπα για το Πρωτείο μέσα στην Εκκλησία και υπεράνω αυτοκρατόρων και ηγεμόνων, η αίρεση του Φιλιόκβε ( περί εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος με την αυθαίρετη προσθήκη στο Σύμβολο της Πίστεως από τους Λατίνους της φράσεως ”και εκ του Υιού”), το Καθαρτήριο Πυρ και άλλα λειτουργικά ζητήματα, όπως η χρήση αζύμων στην Θεία Κοινωνία, η μετουσίωση και ο καθαγιασμός των Τιμίων Δώρων, οι ημέρες της νηστείας κ.ά.
Όλες αυτές οι δογματικές και λειτουργικές προσθήκες μονομερώς από την Λατινική Εκκλησία, η υπεροψία και η αλαζονεία των δυτικών όπως και η από αιώνων αμοιβαία καχυποψία που την συντηρούσαν οι επεκτατικές βλέψεις των Παπών στην Ανατολή, το Σχίσμα του 1054 με τους εκατέρωθεν αφορισμούς, οι βιαιοπραγίες των Σταυροφόρων κατά την Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως το 1204, δυσχέραιναν επιπλέον τον επιχειρούμενο διάλογο στην Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας.
Ωστόσο, υπήρχε μία συγκρατημένη αισιοδοξία και από τις δύο πλευρές όσο και η μεγάλη επιθυμία του αυτοκράτορος Ιωάννου Παλαιολόγου, που θα πίεζε για λόγους πολιτικούς για την Ένωση, η άδολη επιθυμία εκ μέρους των Ορθοδόξων να παύσει επιτέλους το Σχίσμα των Εκκλησιών και να ενωθεί η διηρημένη Εκκλησία του Χριστού (Πατριάρχης Ιωσήφ, Βησσαρίων, Γ. Σχολάριος, Μάρκος ο Ευγενικός) και η πίεση του Πάπα Ευγενίου για λόγους εκκλησιαστικού και κοσμικού γοήτρου να επαναφέρει ”τους αιρετικούς Γραικούς” στην Καθολική Εκκλησία, ήσαν παράγοντες που πίεζαν τα πράγματα προς την επίτευξη της Ενώσεως.
Δυστυχώς, οι συζητήσεις στην Φερράρα-Φλωρεντία έδειξαν πως οι προθέσεις των Δυτικών δεν ήσαν απολύτως ειλικρινείς και έντιμες για ένα γνήσιο και ισότιμο θεολογικό διάλογο, και έτσι χάθηκε η ευκαιρία να επιτευχθεί μία σταθερή Ένωση και όχι αυτή η εκβιαστική και υπό πιεστικές ιστορικές συνθήκες ψευδοένωση που άλλωστε δεν είχε τις προϋποθέσεις να διαρκέσει.
Υπό αυτές τις συνθήκες όδευαν οι ορθόδοξοι στην Σύνοδο της Φερράρας.
Έχοντας περιγράψει τις συνθήκες αυτές μπορούμε να κατανοήσουμε καλύτερα την στάση και τις θέσεις του Αγίου Μάρκου του Ευγενικού κατά την διάρκεια της Συνόδου Φερράρας-Φλωρεντίας.. όσο και τα κατόπιν αυτής, αφού υπεγράφη η Ένωση και υπέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη.
Εξ αρχής διεφάνη η υπεροπτική και αλαζονική συμπεριφορά του Πάπα Ευγενίου προς τους ορθοδόξους. Απαίτησε ο αυτοκράτωρ, ο Πατριάρχης και οι λοιποί ορθόδοξοι αντιπρόσωποι να γονατίσουν μπροστά του, να του φιλήσουν το πόδι, να καθίσουν σε χαμηλότερους θρόνους (απαιτήσεις που δεν τις δέχθηκαν οι ορθόδοξοι ως υποτιμητικές και προσβλητικές.
Άλλωστε, οι συζητήσεις τραβούσαν εις μάκρος, οι Λατίνοι ήθελαν να κουράσουν τους ορθοδόξους ελπίζοντες ότι οι στερήσεις στην καθημερινή τους τροφοδοσία και στις συνθήκες διαμονής, η νοσταλγία της επιστροφής στην πατρίδα μετά από πολύμηνη παραμονή σε ιταλικό έδαφος, οι πιέσεις, οι εκβιασμοί και οι χρηματικές υποσχέσεις του Πάπα θα έφερναν το επιθυμητό αποτέλεσμα, να κάμψουν το φρόνημα των ορθοδόξων και να τους αναγκάσουν έστω και απρόθυμα να υπογράψουν την Ένωση με τους όρους των Λατίνων.
Σε όλες αυτές τις πιέσεις στάθηκε ασυμβίβαστος υπερασπιστής της αληθείας της Πίστεως, υπέρμαχος και στύλος της Ορθοδοξίας ο Άγιος Μάρκος Εφέσου ο Ευγενικός.
Ας παρακολουθήσουμε την στάση που κράτησε ο Άγιος Μάρκος στην διάρκεια της Συνόδου.
Να διευκρινίσουμε εξ αρχής ότι ο Άγιος Μάρκος συμμετείχε στις συζητήσεις με διάθεση ειλικρινούς διαλόγου και γνήσιας επιθυμίας να γίνει η Ένωση σύμφωνα με την ακαινοτόμητη Ευαγγελική Αλήθεια και την Αποστολική Παράδοση της ενωμένης Εκκλησίας της πρώτης χιλιετίας.
Οι προθέσεις του Αγίου Μάρκου ήσαν υπέρ του διαλόγου και της συμφιλιώσεως( ”καταλλαγής”) επί τη βάσει της εν Χριστώ αγάπης και της αληθούς πίστεως.
Αδίκως λοιπόν τον κατηγόρησαν οι Λατίνοι και οι φιλενωτικοί για πεισματική και αδιάλλακτη, σχεδόν φανατική στάση.
Η αγνότητα και η ειλικρίνεια του Αγίου Μάρκου φαίνεται από το υπόμνημα που υπέβαλε στον Πάπα και δεικνύει τον πόθο του για Ένωση, και αρχίζει ως εξής: ”σήμερον της παγκοσμίου χαράς τα προοίμια, σήμερον αι νοηταί ακτίνες του της ειρήνης ηλίου τη οικουμένη πάση προανατέλλουσι, σήμερον τα του Δεσποτικού σώματος μέλη, πολλοίς πρότερον διεσπαρμένα τε και διερρηγμένα, προς την ένωσιν αλλήλων επείγεται.
Ου γαρ ανέχεται η κεφαλή πάντων ο Θεός εφεστάναι διηρημένω τω σώματι, ουδέ τον της αγάπης δεσμόν εξ ημών ανηρήσθαι παντάπασιν η αγάπη βούλεται” (και συνεχίζει θρηνώντας για το σχίσμα) ”μέχρι τίνος οι του αυτού Χριστού και της αυτής πίστεως βάλλομεν αλλήλους και κατατέμνομεν;
Μέχρι τίνος οι της αυτής Τριάδος προσκυνηταί δάκνομεν αλλήλους και κατεσθίομεν, έως αν υπ’ αλλήλων αναλωθώμεν και υπό των έξωθεν εχθρών εις το μηκέτι είναι χωρήσωμεν;
Μη γένοιτο τούτο, Χριστέ Βασιλεύ, μηδέ νικήση την σην αγαθότητα των ημετέρων αμαρτιών η πληθύς” (Συροπούλου, Απομνημονεύματα V, 3).
Κατά την διάρκεια των συζητήσεων οι Λατίνοι επεκαλούντο χειρόγραφα των ανατολικών ορθοδόξων πατέρων για να στηρίξουν θεολογικώς τις κακοδοξίες τους, όμως τα παραθέματά τους ήσαν αλλοιωμένα.
Ο Άγιος Μάρκος, βαθύς γνώστης της θεολογίας και των έργων των αγίων Πατέρων αντελήφθη την αλλοίωση των πρωτοτύπων κειμένων, και για να θέσει τον διάλογο σε ορθές βάσεις στα πλαίσια των αποφάσεων των Οικουμενικών Συνόδων που κατεδίκαζαν καινοτομίες και αυθαίρετες προσθήκες στα της πίστεως, επέμενε να αναγνωσθούν εις επήκοον όλων οι όροι και οι αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων.
Φυσικά, οι Λατίνοι αντέδρασαν διότι έτσι θα απεκαλύπτετο η πλαστογραφία και απεχώρησαν.
Όμως οι ορθόδοξοι αντιπρόσωποι εθαύμασαν την στάση του Αγίου Μάρκου: ”εάν έβλεπες αυτό το οποίον ο άγιος και έντιμος Μάρκος, μητροπολίτης Εφέσου, είπεν εις τον Πάπαν και εις όλους τους Λατίνους, θα εγελούσες και θα έκλαιγες.
Όπως βλέπεις, ο άγιος Μάρκος Εφέσου είναι όμοιος με τους προηγουμένους Πατέρας, τον άγιον Ιωάννην τον Χρυσόστομον, τον Μ. Βασίλειον και Γρηγόριον τον Θεολόγον.
Βλέπεις επίσης και μόνος σου ότι τώρα οι Λατίνοι δεν τολμούν πλέον να αντιλέξουν εις τον άγιον Μάρκον.
Ο Πάπας έφυγε με τους λογίους του, επήραν μαζί τους και όλα τα βιβλία των”.
Την ίδια στάση κράτησε ο Άγιος Μάρκος σε όλες τις συνεδριάσεις.
Επέμενε οι θεολογικές διαφορές που χώριζαν Δυτική και Ανατολική Εκκλησία και επρόκειτο να συζητηθούν, Παπικό Πρωτείο, Φιλιόκβε, Καθαρτήριο Πυρ, να συζητηθούν στην βάση των αποφάσεων των Οικουμενικών Συνόδων, ώστε με την ανάγνωση των Πρακτικών και των όρων να καταφανεί η αληθινή και ακαινοτόμητος πίστη. ”
Πρώτον μεν εστίν αναγκαιοτάτη η ειρήνη, ήν κατέλιπεν ημίν ο δεσπότης ημών ο Χριστός, και η αγάπη.
Δεύτερον, ότι παρέβλεψεν η Ρωμαϊκή Εκκλησία την αγάπην και διελύθη η ειρήνη.
Τρίτον, ότι ανακαλουμένη νυν η Ρωμαϊκή Εκκλησία την καταλειφθείσαν αγάπην, εσπούδασεν ίν’ έλθωμεν ενταύθα και εξετάσωμεν τας μεταξύ ημών διαφοράς.
Τέταρτον, ότι αδύνατον εστιν ανακαλέσασθαι την ειρήνην, εάν μη λυθή το σχίσματος αίτιον, και πέμπτον, ίνα και οι όροι των Οικουμενικών Συνόδων αναγνωσθώσιν, ως αν φανώμεν και ημείς σύμφωνοι τοις εν εκείνοις Πατράσι και η παρούσα σύνοδος εκείναις ακόλουθος” ( Συρόπουλος, Απομνημονεύματα, VI, κεφ. 27).
Έτσι, ο Άγιος Μάρκος έθετε τα σωστά θεμέλια του θεολογικού διαλόγου, την αγάπη και την ειρήνη που θα αναιρέσουν το σχίσμα, εφ’ όσον οι αποφάσεις που θα ληφθούν να είναι σύμφωνες με το πνεύμα και την διδασκαλία των Αγίων και Οικουμενικών Πατέρων.
Ωστόσο, παρ’ όλες τις φιλότιμες προσπάθειες και την καλήν διάθεση του Αγίου Μάρκου, όλες οι πλευρές πίεζαν να υπογραφεί η Ένωση πάση θυσία, έστω και κατ’ οικονομίαν και συμβιβαστικώς χωρίς να προϋπάρξει επίλυση των θεολογικών διαφορών.
Ο Πάπας, οι Λατίνοι, οι φιλενωτικοί Βησσαρίων και Ισίδωρος Κιέβου βιάζονταν για την Ένωση όπως-όπως.
Ο αυτοκράτωρ Ιωάννης Παλαιολόγος κάλεσε τον Άγιο Μάρκο και τον πίεσε να δεχθεί την Ένωση, διότι αυτός ήταν το κύριο εμπόδιο για την άνευ όρων ψευδοένωση.
Ο άγιος Μάρκος είπε τότε
τον παροιμιώδη λόγον : ”ου ποιήσω τούτο ποτέ, καν ει τι και γένηται (=ό,τι και να γίνει)… τας των Δυτικών διδασκάλων φωνάς ούτε αναγνωρίζω ούτε παραδέχομαι, τεκμαιρόμενος ότι διεφθαρμέναι εισίν. Ου συγχωρεί (=δεν επιτρέπεται) συγκατάβασις εις τα της ορθοδόξου πίστεως”.
Οι αποφάσεις είχαν ληφθεί και οι εξελίξεις είχαν δρομολογηθεί.
Ο Άγιος Μάρκος παρακολουθούσε τις εξελίξεις ”σιωπών και αλγών (=πονώντας) επί τοις γινομένοις”.
Ακόμη και ο Πάπας τον εκάλεσε ενώπιόν του προσπαθώντας με πιέσεις και απειλές να τον πείσει πως αν δεν υπογράψει θα υποστεί τις συνέπειες.
Για να τον υποτιμήσει περισσότερον δεν του προσέφερεν ούτε κάθισμα.
Ο Άγιος Μάρκος έλαβε μόνος του κάθισμα προφασιζόμενος πόνους στα πόδια και κάθισε από μόνος του χωρίς την άδεια του Πάπα.
Ήταν φανερό από την αγέρωχη και θαρραλέα στάση του ορθοδόξου ιεράρχου πως δεν θα υπέκυπτε στις παπικές πιέσεις και απειλές.
Τελικώς, η Ένωση υπεγράφη.
Μόνον ο Πλήθων Γεμιστός και ο Άγιος Μάρκος δεν υπέγραψαν τον ενωτικό Όρο.
Όταν έμαθε ο Πάπας Ευγένιος ότι ο Μάρκος Εφέσου δεν υπέγραψεν, είπε το παροιμιώδες: ”Μάρκος ουχ υπέγραψεν, ουδέν εποιήσαμεν!”.
Έγινε πανηγυρική θεία λειτουργία, εμνημονεύθη ο Πάπας και ανεγνώσθη το κείμενο της Ενώσεως λατινιστί και ελληνιστί (από τον Βησσαρίωνα).
Η ελληνική αντιπροσωπεία ανεχώρησε.
Ο ίδιος ο αυτοκράτωρ εγγυήθηκε την ζωή του Αγίου Μάρκου, που παρ’ όλα αυτά τον εκτιμούσε βαθύτατα, και τον επιβίβασε στην αυτοκρατορική γαλέρα.
Οι ορθόδοξοι, στον δρόμο της επιστροφής, έκαναν στάση στην Βενετία, όπου ελειτούργησαν στον Άγιο Μάρκο της Βενετίας 17 Σεπτεμβρίου 1439, χωρίς παρουσία Λατίνων κληρικών και χωρίς να μνημονευθεί ο Πάπας.
Ήταν φανερό πως οι ορθόδοξοι κατά βάθος δεν είχαν αποδεχθεί την Ένωση, έστω και αν κάτω από αφόρητες πιέσεις την υπέγραψαν.
Τα νέα για την Ένωση γρήγορα ταξίδευσαν στην Ανατολή.
Και όπου περνούσε η ελληνική αντιπροσωπεία επιστρέφουσα εγένετο δεκτή από τους ορθοδόξους με αποδοκιμασίες, ενώ επευφημούσαν τον Μάρκο Εφέσου που δεν υπέγραψε.
Προ των ανθενωτικών αντιδράσεων του πιστού λαού, οι αρχιερείς που είχαν υπογράψει δήλωναν μετανοιωμένοι.
Έτσι, απαντούσαν ότι ”πεπράκαμεν (= πωλήσαμε) την πίστιν ημών, αντηλλάξαμεν τη ασεβεία την ευσέβειαν (= ανταλλάξαμε με τον ασεβή παπισμό την ορθόδοξο πίστη), προδόντες την καθαράν θυσίαν αζυμίται γεγόναμεν. -και δια τι υπεγράφετε; -φοβούμενοι τους Φράγκους. – η δεξιά αύτη υπέγραψε, κοπήτω, η γλώττα ωμολόγησεν, εκριζούσθω” ( Δούκα, Ιστορία Βυζαντινή, σελ. 216 Α) .
Μπορεί ο αυτοκράτωρ να τοποθέτησε στην θέση του θανόντος πατριάρχου Ιωσήφ τον φιλενωτικό Μητροφάνη Κυζίκου, ωστόσο δεν έλαβε περισσότερα μέτρα για την εφαρμογή των όρων της Ενώσεως.
Ο λαός αντιδρούσε, στους ναούς που λειτουργούσαν οι ενωτικοί δεν συμμετείχε θεωρώντας τους προδότες και εξωνημένους, ενώ τιμούσε τον Άγιο Μάρκο που ανεδείχθη στύλος και υπέρμαχος της ορθοδοξίας.
Νέοι αγώνες ανέμεναν τον Άγιο Μάρκο.
Μετά την επιστροφή στην Κωνσταντινούπολη, ανέλαβε το βάρος της ανθενωτικής προσπάθειας, μετέβη στην Έφεσο, αλλά κατόπιν εντολής του αυτοκράτορος, παρέμεινε σε περιορισμό στην Λήμνο (1440-1441).
Εκεί, συνέταξε την περίφημη Εγκύκλιο ”προς τους απαναταχού της γης και των νήσων ευρισκομένους Ορθοδόξους Χριστιανούς” (P.G. 160, 112-204).
Σε αυτήν διαφωτίζει τους ορθοδόξους πιστούς για το ζήτημα της Ενώσεως και πώς να βλέπει τους Λατίνους, ενώ ταυτοχρόνως τονίζει το γεγονός ότι οι ορθόδοξοι κράτησαν την πίστη των πατέρων ανόθευτη.
Τους Λατίνους αποκαλεί ”αιρετικούς” διότι πιστεύουν ”άτοπα και δυσσεβή”, ότι στο Σύμβολο της Πίστεως προσέθεσαν ”παράλογον προσθήκην” ( το Φιλιόκβε), και αιτιολογεί τον χαρακτηρισμό των Λατίνων ως αιρετικών ως εξής: ”φασί γαρ οι φιλευσεβείς νόμοι, αιρετικός εστι και τοις κατά των αιρετικών νόμοις υπόκειται ο και μικρόν γουν τι παρεκκλίνων της ορθής πίστεως”.
Εφ’ όσον οι Δυτικοί παρεξέκλινον της ορθοδοξίας τότε ”ορθώς απεκόψαμεν τούτους ως αιρετικούς”.
Για την συμπεριφορά των ορθοδόξων ως προς τους φιλενωτικούς και λατινίζοντες, αλλά και προς τους αιρετικούς Λατίνους, ο Άγιος Μάρκος τηρεί σκληρή και αδιάλλακτη στάση: ”φευκτέον αυτούς, ως φεύγει τις από όφεως ή κακείνων πολλώ δήπου χείρονας, τους χριστοκαπήλους και χριστεμπόρους”.
Παρατηρούμε λοιπόν ότι μετά την υπογραφή της Ενώσεως ο άγιος Μάρκος σκληραίνει κατά πολύ την θέση του και χρησιμοποιεί βαρείς χαρακτηρισμούς.
Οι αποφάσεις της Συνόδου Φερράρας-Φλωρεντίας στην συνείδηση του ορθοδόξου πληρώματος εθεωρούντο άκυρες και μη δεσμευτικές.
Ήδη ο Γ. Σχολάριος συντάσσει ”Σύντομον Απολογίαν” υπέρ των ανθενωτικών, ο λατινόφρων Πατριάρχης Μητροφάνης χαρακτηρίζεται ως αιρετικός και μητραλοίας της πίστεως, από τους τριάντα τρεις υπογράψαντες την Ένωση, οι περισσότεροι εγγράφως την απεδοκίμασαν και απέσυραν την υπογραφή τους , ενώ στην συνείδηση του πιστού λαού η Σύνοδος Φερράρας-Φλωρεντίας χαρακτηρίστηκε ως ”ληστρική”.
Αλλά και επισήμως η Ορθόδοξος Εκκλησία απεκήρυξε την Φερράρα-Φλωρεντία.
Μόλις το έτος 1443 συνήλθε Σύνοδος στα Ιεροσόλυμα με την συμμετοχή των πατριαρχών Ιεροσολύμων, Αλεξανδρείας και Αντιοχείας και κατεδίκασαν την ψευδοένωση και τα της Συνόδου, αλλά και όλους τους λατινίζοντες.
Νέα Σύνοδος συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη με συμμετοχή όλων των ορθοδόξων πατριαρχείων της Ανατολής το 1482, και κατεδίκασε τα συμβάντα στην Φλωρεντία ”τα κακώς και απερισκέπτως εν Φλωρεντία συνοδικώς πραχθέντα και δογματισθέντα ως δόγματα νόθα και της Καθολικής (=Ορθοδόξου) Εκκλησίας αλλότρια”, και η Σύνοδος Φερράρας-Φλωρεντίας ”αργή και ανενέργητος και ως μηδέ το κατ’ αρχάς όλως συστάσαι”.
Καθώς ο Άγιος Μάρκος με κλονισμένη την υγεία αισθανόταν το επίγειο τέλος της ζωής του να πλησιάζει, επέλεξε τον μαθητή του Γ. Σχολάριο (μετέπειτα πρώτο Πατριάρχη μετά την Άλωση) ως τον καταλληλότερο συνεχιστή του ανθενωτικού αγώνος ”ίνα ή αντ’ εμού πρόμαχος της Εκκλησίας και της υγιούς διδασκαλίας υφηγητής, και των ορθών δογμάτων και της αληθείας υπέρμαχος”.
Ο Άγιος Μάρκος Εφέσου εκοιμήθη σε ηλικία 52 ετών, την 23η Ιουνίου 1444 ή 1445, και ετάφη στην Μονή Αγίου Γεωργίου των Μαγγάνων, στην Κωνσταντινούπολη, όπως μας πληροφορεί ο αδελφός του Ιωάννης.
Ο μαθητής του, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γεννάδιος Σχολάριος ώρισε με συνοδική απόφαση του 1456 να εορτάζεται η μνήμη του ως αγίου την 19η Ιανουαρίου και να ψάλλεται η ακολουθία του. Και το έτος 1734 νέα Συνοδική απόφαση επί πατριάρχου Σεραφείμ επαναβεβαιώνει να τιμάται ο Μάρκος Εφέσου ως άγιος: ”η καθ’ ημάς αγία του Χριστού Ανατολική Εκκλησία τον Ιερόν τούτον Μάρκον Εφέσου τον Ευγενικόν και οίδε και τιμά και αποδέχεται άγιον άνδρα και θεοφόρον και όσιον και ζηλωτήν της ευσεβείας διάπυρον, και των καθ’ ημάς ιερών δογμάτων και του ορθού λόγου της ευσεβείας πρόμαχον και προασπιστήν γενναιότατον και των προηγησαμένων εν τοις αρχαίοις χρόνοις ιερών θεολόγων, και κοσμητόρων της Εκκλησίας μιμητήν και εφάμιλλον”.
Αρχιμ. Κύριλλου (Κεφαλόπουλου).
Κρίσεις και αποτιμήσεις του χαρακτήρος και της προσφοράς του Αγίου Μάρκου.
Πανθομολογούμενη η αρετή, η αγιότης του βίου, η ευρυμάθεια και η συνέπεια στην ορθόδοξο πίστη, ο Άγιος Μάρκος απήλαυε του σεβασμού φίλων και αντιπάλων.
”ο θαυμάσιος ούτος πατήρ και μέγας διδάσκαλος, ο μακαριώτατος κυρ Μάρκος ο Εφέσου, πολύς τω όντι εν τη σοφία και αρετή και τη πείρα των της Εκκλησίας δογμάτων” (Θεόδωρος ο Μηδείας).
”είναι θαυμάσιος άνθρωπος, κεκοσμημένος με πνευματικά χαρίσματα και πλήρης παντοίας θείας σοφίας, ασκήσας βίον όσιο, προτού γίνη αρχιερεύς, και αν και διέπρεψε εις την Σύνοδον, είναι εκτός πάθους, προσηλωμένος μόνον εις τον Θεόν και έχων τον νουν του εις Αυτόν μόνον, απ’ όλα τα βιωτικά και όσα ανάγονται εις την περιποίησιν του σώματος, ευρισκόμενος όλως διόλου μακράν. Και επειδή είναι τέτοιος άνθρωπος, την εξορίαν δεν την φοβείται, την πείναν δεν την τρέμει, την δίψαν δεν την υπολογίζει, δεν φρίττει την μάχαιραν, την φυλακήν δεν δειλιά, τον θάνατον τον θεωρεί ευεργέτην” (Θεόδωρος Αγαλλιανός, μοναχός στην Μονή των Μαγγάνων) [ από το βιβλίο του αρχιμ. Χαραλάμπους Βασιλοπούλου για τον άγιο Μάρκο, εκδ. Ορθοδόξου Τύπου, σελ. 25-26].
”Θεοειδής την τε ψυχήν και προαίρεσι, μόνος αυτός έργοις τε και λόγοις στύλος ανεδείχθη Ορθοδοξίας εναντίον βασιλέων και τυράννων, γυμνή τη κεφαλή την αλήθειαν ανακηρύττων και την εν αγίω συμβόλω της πίστεως επισφαλώς εισαχθείσαν προσθήκην ουδόχως επιδεχόμενος” (Μανουήλ ο Ρήτωρ, εκ των βιογράφων του Αγίου Μάρκου).
‘Ήταν σωφρονέστερος και από τους ασκητές που κατοικούν στην έρημο, και όταν απέρριψε τα πάντα για τον Χριστόν και έκυψε κάτω από τον ζυγό της μοναχικής υποταγής, δεν διέψευσε τις προς τον Χριστόν υποσχέσεις, ούτε ανεμείχθη στους κοσμικούς θορύβους, παρασυρθείς υπό της προσκαίρου δόξης, αλλά μέχρι της τελευτής του διετήρησε σταθερώς την θέρμην της εις Χριστόν αγάπης,… εν ιερεύσι διέπρεψεν, εν αρχιερεύσι διέλαμψεν, ήθλησεν υπέρ της Εκκλησίας πάνυ καλώς, αδάμαντος στερεώτερος, ώφθη, τετίμηκεν τους ημετέρους προγόνους…ανήρ των εφ’ ημών απάντων άριστος γεγονώς εν λόγοις και βίω… μόνος των εφ’ ημών αρχιερεύς αληθής” ( Γεννάδιος Σχολάριος, στον επικήδειο λόγο για την αρετή και την πίστη του Αγίου Μάρκου).
Αλλά και οι φιλενωτικοί ανεγνώριζαν την αξία του Αγίου. ”εν ελληνικοίς μαθήμασιν και ορίοις των αγίων συνόδων κανών και στάθμη απαρέκβατος” (Δούκας,,, ιστορικός της Αλώσεως), ”όντως σοφώτατος και θεολόγον ακρότατος” (Βησσαρίων).
Ακόμη και ο καθολικός ιησουίτης θεολόγος Γιλλ, ιστορικός της Συνόδου της Φλωρεντίας (ό.π. σελ. 462 και 413), με εντιμότητα αναγνωρίζει: ”ο Μάρκος ήτο γεμάτος από το φλογερόν πάθος ενός σταυροφόρου, ήταν ο μόνος ιεράρχης που αρνήθηκε να υπογράψη το διάταγμα στην Φλωρεντία, ο μόνος επομένως συνεπής, μη εκτεθειμένος σε μομφή.
Και μαζί με όλα αυτά, απήλαυε σεβασμού για την αγιότητα της ζωής του.
Δεν είναι καθόλου άξιον απορίας λοιπόν ότι η επιρροή του στους συμπατριώτες του ήταν τόσο μεγάλη”.
Πηγές-Βιβλιογραφία (ενδεικτική)
-) Νικ. Π. Βασιλειάδης, Ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός και η Ένωσις των Εκκλησιών, εκδ. ΣΩΤΗΡ, Αθήναι 2007.
-) Αρχιμ. Χαράλαμπος Βασιλόπουλος, Βίοι Αγίων, Ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός, εκδ. Ορθοδόξου Τύπου, Αθήναι 1977.
-) Γιόσεφ Gill, Η Σύνοδος της Φλωρεντίας, εκδ. Καλός Τύπος, Αθήναι 1962.
-) Δούκας, Ιστορία Βυζαντινή, Χρονικόν της Αλώσεως.
-) Ιω. Καρμίρης, Τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, εκδ. Αποστολική Διακονία, Αθήναι 1960.
-) Θεόφιλος Καναβός, μητροπολίτης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως, Βίος και Πολιτεία του οσίου και θεοφόρου Πατρός ημών Μάρκου του Ευγενικού, εκδ. Ορθοδόξου Τύπου, Αθήναι 1989.
-) Γρηγόριος Λαρεντζάκης, Ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός και η ενότητα των Εκκλησιών Ανατολής και Δύσεως, εκδ. Επέκταση, Κατερίνη 1999.
-) ΠΡΑΚΤΙΚΑ της αγίας εν Φλωρεντία Συνόδου, Acta Graeca, J. Gill, ed. P.I.O., Roma 1953.
-) Συλβέστρος Συρόπουλος, Απομνημονεύματα (κατά την έκδοση του v. Laurent, Paris, 1971.
ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΑΡΚΟΥ
΄΄Θαυμαστός ο Θεός εν τοις αγίοις αυτού΄΄.
Μπορεί ο Άγιος Μάρκος να μην είναι ευρύτερα γνωστός ή ιδιαιτέρως διαδεδομένη η ευλάβεια του στους πολλούς χριστιανούς, ωστόσο χάριν της αγιότητος του βίου του, της θερμής προσευχής και αγάπης που είχε προς Κύριον και των αγώνων για την Ορθοδοξία, ο Θεός έχει δώσει στον Άγιο Μάρκο την δύναμη και την χάρη να θαυματουργεί.
Ακολούθως θα αναφέρουμε μερικά θαύματα που επετέλεσε ο Άγιος, όπως έχουν καταγραφεί από τις αξιόπιστες προσωπικές μαρτυρίες των πιστών και από το προσωπικό αρχείο του π.Δημητρίου Αγγελάκη, για να αποδοθεί δόξα στον Πανάγιο Θεό και να επικαλούμαστε την ευλογία και την προστασία του Αγίου Μάρκου.
Ο Άγιος μεριμνά για την ανέγερση του ναού του.
Καθώς οι εργασίες ανεγέρσεως του ιερού ναού είχαν προχωρήσει και η όλη διαδικασία ευρίσκετο σε κρίσιμη φάση, εμφανίστηκε έλλειψη χρημάτων με κίνδυνο να σταματήσουν οι περαιτέρω εργασίες και το όλο εγχείρημα να μείνει στάσιμο.
Η αγωνία του ιερέως ήτο μεγάλη και επεκαλέσθηκε την βοήθεια του Αγίου Μάρκου, που τον διαβεβαίωσε ότι την επομένη μέρα θα ερχόταν κάποιος κύριος και θα του έφερνε ένα σημαντικό ποσό για να συνεχισθούν οι εργασίες (του ανέφερε και το συγκεκριμένο ποσό).
Πράγματι, την επομένη ήρθε στον ναό ένας κύριος από την Βουλιαγμένη ρωτώντας εάν αυτός ήταν ο ναός του Αγίου Μάρκου, και ζήτησε να μιλήσει στον ιερέα.
Εκείνος του απήντησε ότι ήδη γνωρίζει τι τον ήθελε.
Και τότε ο άγνωστος εκείνος κύριος απεκάλυψε ότι την προηγούμενη βραδιά ήρθε στο όνειρό του κάποιος μοναχός, του συστήθηκε ως Μάρκος ο Ευγενικός, και τον διέταξε να βοηθήσει χρηματικώς την ανέγερση του σπιτιού του στα Κάτω Πατήσια.
Ο κύριος υπάκουσε στον Άγιο και προσέφερε δωρεά το ίδιο ακριβώς ποσό που ο Άγιος είχε αναφέρει το προηγούμενο βράδυ στον ιερέα. Έτσι, μπόρεσαν να επαναρχίσουν οι εργασίες ανεγέρσεως του ναού.
Ο Άγιος εμφανίζεται και κάνει γνωστή την ύπαρξη του ναού του.
Ένας ευλαβής κύριος από την Κυψέλη συνήθιζε να πηγαίνει προσκυνητής σε όλους τους εορτάζοντες ναούς, δεν γνώριζε όμως την ύπαρξη του ναού του Αγίου Μάρκου.
Ενώ πήγαινε στον φούρνο, είδε κάποιον μοναχό να του δίνει ένα πρόσφορο και να του λέει να το φέρει αύριο στον ναό του.
Έκπλήκτος ο κύριος ρωτά ποιος είσαι, γέροντα;
Που βρίσκεται ο ναός σου;
Και ο Άγιος του απάντησε: Μάρκος λέγομαι, ο Εφέσου, και ο ναός μου βρίσκεται στα Κάτω Πατήσια.
Και έδωσε στον κύριο εκείνο σαφείς οδηγίες πως θα πάει, ποια διαδρομή θα ακολουθήσει για τον ναό.
Πράγματι, ο κύριος εκείνος που ούτε τον Άγιο Μάρκο γνώριζε ούτε την ύπαρξη του ναού του, ακολούθησε την επομένη τις οδηγίες του Αγίου και ήρθε στον ναό του, όπως ακριβώς του είχε πει ο ίδιος ο Άγιος.
Ανάλογη περίπτωση που ο Άγιος εμφανίζεται σε ανθρώπους που δεν τον γνωρίζουν και τους καθοδηγεί στον ναό του έχουμε και από άλλες μαρτυρίες, όπως μιας κυρίας από την Νέα Φιλαδέλφεια.
Ο Άγιος επιτελεί θαύματα θεραπείας.
Το 2005, ένας νεαρός 20χρονος, ονόματι Γεώργιος, υπέφερε από μία σπάνια ασθένεια, και η εγχείρηση που έπρεπε να κάνει ήταν δύσκολη, είχε πολλές πιθανότητες να αποτύχει και πολύ πιθανόν να έμενε παράλυτος για μια ζωή.
Η μητέρα του με δάκρυα προσευχήθηκε θερμά στον Θεό΄ για θεραπεία του γιου της.
Τότε της τηλεφώνησε μία εξαδέλφη της και της είπε πως στην ίδια είχε φανερωθεί κάποιος μοναχός άγνωστός της, συστήθηκε ως Μάρκος Ευγενικός, και είπε: ΄΄πες στην μητέρα του παιδιού, εγώ θα εγχειρήσω τον Γιώργο, μην ανησυχείς΄΄.
Πράγματι, η εγχείρηση παρ’ ότι δύσκολη, έγινε την άλλη μέρα με επιτυχία. Κατά την διάρκεια του χειρουργείου ανάμεσα στους άλλους γιατρούς εμφανίσθηκε και κάποιος άγνωστός τους γιατρός, φίλος της οικογενείας, ως είπε, ονόματι Μάρκος, και μάλιστα σε δύσκολα σημεία καθοδηγούσε τους γιατρούς πώς να εγχειρήσουν.
Ο νέος θεραπεύθηκε, και ο ίδιος και η οικογένειά του ήλθαν στον ναό, διηγήθηκαν το περιστατικό, και ευχαρίστησαν τον Άγιο.
Σε μία άλλη περίπτωση, το 2004, μία νεαρή γυναίκα από την Νέα Φιλαδέλφεια, προσευχόταν θερμά να μείνει έγκυος και να της χαρίσει ο Θεός παιδί.
Ένα βράδυ στην προσευχή της εμφανίσθηκε ένας μοναχός, της είπε ότι εορτάζει στις 19 Ιανουαρίου, και της ζήτησε να έρθει να προσευχηθεί στον ναό του στα Κάτω Πατήσια, και θα εισακουσθεί η προσευχή της.
Πράγματι, η γυναίκα έτσι έκανε, και μετά τρεις ημέρες έμεινε έγκυος, γέννησε ένα υγιέστατο μωρό, και έκτοτε έρχεται πάντοτε στην μνήμη του Αγίου να τον ευχαριστήσει.
Ο Άγιος σώζει παιδάκι από τροχαίο.
Μπροστά από τον ναό του Αγίου Μάρκου, μία οικογένεια διέσχιζε τον δρόμο. Κάποια στιγμή το παιδάκι διέφυγε της προσοχής των γονέων, και τότε ένα αυτοκίνητο διερχόμενο το χτύπησε.
Οι γονείς, έντρομοι και με φωνές, πλησίασαν φοβούμενοι το χειρότερο.
Έκπληκτοι όμως είδαν το αγοράκι να σηκώνεται όρθιο και χαμογελαστό, λέγοντάς τους ότι την στιγμή που τον πλησίασε το αυτοκίνητο, ένας παππούλης με μαύρα (ο Άγιος Μάρκος), τον σήκωσε ψηλά στον αέρα, και τον προστάτευσε.
Οι γονείς αμέσως κατάλαβαν ότι ο Άγιος Μάρκος έσωσε το παιδί τους από βέβαιο θάνατο, και εισήλθαν στον ναό ευχαριστώντας τον Άγιο.
-
26 Απριλίου 1986, έλαβε χώρα το πυρηνικό ατύχημα στον αντιδραστήρα Νο. 4 του Πυρηνικού Σταθμού Παραγωγής Ενέργειας του Τσερνόμπιλ λίγο έξω...
-
DR ΒΛΑΝΤΙΜΙΡ ΖΕΛΕΝΚΟ ΒΙΝΤΕΟ - ΔΕΙΤΕ ΤΙ ΕΙΠΕ Ο ΔΙΑΣΗΜΟΣ ΙΑΤΡΟΣ ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ ΖΕΛΕΝΚΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΄΄ΙΟ΄΄ ΤΗΣ ΚΟΡΩΝΑ ΣΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΙΕΡΟΥΣ...