Αριστοτέλης Ωνάσης, ο Έλληνας θρύλος των ναυτιλιακών και εμπορικών δραστηριοτήτων.
Ο άνθρωπος που μετανάστευσε με 250 δολάρια και έχτισε μια αυτοκρατορία. Μια ιστορία που μοιάζει με παραμύθι, μέσα από σκανδαλοθηρικά περιοδικά, οικονομικές εφημερίδες και αμέτρητα φλας.
Μια οικογένεια πρωταγωνιστής σε αρχαιοελληνική τραγωδία και ένας άντρας με πάθη, γοητεία, λάμψη και επιχειρηματικό δαιμόνιο.
Ίσως να μην αρκεί ένα αφιέρωμα στον Ωνάση, σίγουρα είναι ένας άνθρωπος που αποτύπωσε με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο το ελληνικό δαιμόνιο και έγινε ο πλουσιότερος άνθρωπος εκείνης της εποχής.
Αν η αρχή είναι το ήμισυ του παντός και το όλον είναι ακαθόριστο, μικρή σημασία έχει η αφετηρία της ιστορίας μας. Αυτό όμως που θα μας μαγέψει, είναι ο τρόπος που ξετυλίγεται η ιστορία του Ωνάση, σαν κινηματογραφική ταινία σε ένα θερινό σινεμά!
«Ο κανόνας είναι ότι δεν υπάρχουν κανόνες»
Η αρχή του Ωνάσειου Έπους
Ο Αριστοτέλης Ωνάσης γεννήθηκε στις 20 Ιανουαρίου του 1906 στη Σμύρνη.
Ήταν το δεύτερο παιδί του εύπορου καπνεμπόρου, Σωκράτη Ωνάση, και της συζύγου του, Πηνελόπης Δολόγλου (ή Ντολόγλου).
Είχε προηγηθεί η Άρτεμις, δυο χρόνια πριν. Φοίτησε στην Ευαγγελική Σχολή και το 1922 αναγκάστηκε να εγκαταλείψει μαζί με την οικογένειά του τη Σμύρνη, εξαιτίας της Μικρασιατικής καταστροφής.
Η ιστορία μας ξεκινά όταν ο Αριστοτέλης Ωνάσης μεταναστεύει στην Αθήνα από την Σμύρνη, λόγω της τουρκικής προέλασης του 1922 και της επακόλουθης καταστροφής της πόλης.
Ήταν μόλις 16 ετών, όταν ο τουρκικός στρατός σάρωνε επί μέρες την πόλη από το ένα άκρο στο άλλο, σκοτώνοντας, λεηλατώντας και καίγοντας τα πάντα. Άνδρες και γυναίκες διώχνονταν με τη βία από τα σπίτια τους και «σφάζονταν στους δρόμους».
Εκκλησίες γεμάτες με πρόσφυγες καταβρέχθηκαν με βενζίνη και πυρπολήθηκαν, ενώ όσους επιχειρούσαν να βγουν έξω ο τουρκικός στρατός τους έσφαζε με τις λόγχες στα σκαλιά της εκκλησιάς.
Όταν μετά πέντε μέρες οι βανδαλισμοί τελείωσαν, κάπου 120.000 Έλληνες είχαν χαθεί.
H Σμύρνη είχε καταστραφεί ολοσχερώς.
O πατέρας Ωνάσης μάζεψε την οικογένειά του στο σπίτι, όταν οι Τούρκοι μπήκαν στη Σμύρνη και έκλεισε πόρτες και παράθυρα.
Eπι τέσσερις μέρες παρακολουθούσαν έντρομοι την καταστροφή από μια χαραμάδα.
Ο Αριστοτέλης Ωνάσης στην Αργεντινή
Τον Μάρτιο του 1925 στο λιμάνι του Πειραιά, ένας νεαρός διοπτροφόρος με τη βαλίτσα στο ένα χέρι, 250 δολάρια στην τσέπη και το χαρτί της άδειας του Νάνσεν στο άλλο χέρι (διαβατήριο του Νορβηγού Φρίντζοφ Νάνσεν, υπεύθυνου από την Κοινωνία των Εθνών για τους πρόσφυγες της Ανατολής) μπήκε στο βαπόρι για την Ιταλία και από εκεί πήρε το προσφυγικό πλοίο «Τομάσο Ντι Σαβοΐα» για την Αργεντινή.
Στο Μπουένος Άιρες έπλενε πιάτα σε εστιατόρια για να εξασφαλίσει το φαγητό και να επιβιώσει, ώσπου μια μέρα, καθώς κατέβαινε με το τραμ στο κέντρο, συνάντησε τον Κυριάκο Γαζίδη!
Κατευθύνθηκαν στο μπαρ «Λα Μπόκα», όπου ο Αριστοτέλης Ωνάσης άρχισε να λέει ότι οι οικονομίες του άρχισαν να εξανεμίζονται και πως πρέπει να βρει οπωσδήποτε δουλειά.
Έτσι, ρώτησε τον Γαζίδη αν μπορούσε να τον συστήσει σε κάποια θέση εργασίας.
Την επομένη ημέρα, λοιπόν, τον πήρε στην τηλεφωνική εταιρεία United Telecom. Τον πήγε στον διευθυντή, έναν Άγγλο αξιωματικό ονόματι Σμιθ, ο οποίος είχε υπηρετήσει στη Θεσσαλονίκη στους Βαλκανικούς Πολέμους και μιλούσε πάντα με αγάπη για την πόλη αυτή. Μόλις ο Αριστοτέλης Ωνάσης του είπε ότι γνωρίζει ξένες γλώσσες, τον προσέλαβε αμέσως!
«Το να είσαι φτωχός, λύνεται, δεν είναι πρόβλημα. Το να είσαι φτωχός στο μυαλό είναι πρόβλημα και δεν λύνεται με τίποτα.»
Για έναν μήνα δούλευε στη United Telecom κερδίζοντας 150 πέσος μηνιάτικο, μέχρι που αργότερα χτύπησε από μόνος του την πόρτα του διευθυντή.
Ο Αριστοτέλης Ωνάσης άρχισε την κουβέντα μαζί του στα αγγλικά και του είπε ψέματα ότι γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη για να του τραβήξει την προσοχή.
Ο διευθυντής τον συμπάθησε!
Είδε ότι έχει και προσόντα, είναι έξυπνος αν και 20 χρόνων και τον μετέθεσε σε καλύτερη θέση, όπου ο νεαρός Αριστοτέλης δούλευε ανάμεσα σε κορίτσια στους τηλεφωνικούς πίνακες.
Έκανε υπερωρίες, περιόρισε τα έξοδά του με τις γυναίκες, (που ήταν η αδυναμία του) και μετακόμισε σε δωμάτιο ενός οικοτροφείου στη λεωφόρο Εσμεράλδα.
Τότε ήταν που αποφασίσε να ιδρύσει μια μικρή επιχείρηση εισαγωγής καπνού και κατασκευής τσιγάρων, με τον πατέρα του να τον βοηθά στέλνοντάς του καπνό -πολλές φορές λαθραίο- από την Τουρκία.
Η επιχείρηση με την πώληση τσιγάρων πήγε αρκετά καλά, με τον Ωνάση να έχει ήδη συγκεντρώσει ένα σημαντικό κεφάλαιο, εκμεταλλευόμενος τις οικονομικές συγκυρίες που επέφερε το μεγάλο οικονομικό «κραχ» του 1929.
Έτσι, το 1932 στρέφεται σ’ έναν τομέα, που ανέκαθεν οι Έλληνες είχαν ιδιαίτερη έφεση: τη ναυτιλία.
Εν τω μεταξύ, είχε επισκεφθεί ξανά την Ελλάδα, γνωρίστηκε με τον υπουργό Ανδρέα Μιχαλακόπουλο και χάρη σ’ αυτόν επέστρεψε στο Μπουένος Άιρες το 1931 με καινούργιο ελληνικό διαβατήριο και τον τίτλο του ειδικού Ακολούθου.
Συνέχιζε, όμως, να έχει και την αργεντίνικη υπηκοότητα.
Ο Αριστοτέλης Ωνάσης στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο
Το 1939 ξεσπά ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος και ο Αριστοτέλης Ωνάσης για πρώτη φορά μπαίνει στο στόχαστρο του FBI. Η Αργεντινή υποτίθεται ότι διατηρούσε ουδέτερη στάση στον πόλεμο, αλλά οι Σύμμαχοι θεωρούν ότι έκλινε προς τον Άξονα.
Το Μπουένος Αϊρες είναι γεμάτο από πράκτορες και των δύο πλευρών που προσπαθούν να συλλέξουν πληροφορίες και να χρησιμοποιήσουν αργεντινικές εταιρείες για δικούς τους σκοπούς.
Φαίνεται ότι Γερμανοί πράκτορες χρησιμοποιούσαν την πόλη ως ορμητήριο για το λαθρεμπόριο προϊόντων που αγόραζαν -μέσω τρίτων- από συμμαχικές χώρες, προκειμένου να σπάσουν το εμπάργκο τους.
«Αν κάποιος είναι μέτριος, θα περάσει εύκολα απαρατήρητος. Αν είναι εξωφρενικά επιτυχημένος, είναι ύποπτος»
Ο Αριστοτέλης Ωνάσης είχε ξεκινήσει πριν από μία δεκαετία την καριέρα του στη ναυτιλία και δεν είχε την πρόθεση να δει τα πλοία του επιταγμένα από το αμερικανικό ναυτικό.
Το καλοκαίρι του 1942 προσπαθούσε να πουλήσει δύο τάνκερ ονόματι «Καλλιρρόη» και «Αντιόπη», προτού προλάβουν να τα κατασχέσουν για τις δικές τους πολεμικές ανάγκες οι υπηρεσίες των ΗΠΑ.
Το Γραφείο Ερευνών του ναυτικού παίρνει την εντολή να διεξαγάγει έρευνα για το παρελθόν, τις απόψεις και τις δραστηριότητες του Ωνάση, προτού υπογραφεί η συμφωνία του με την αμερικανική κυβέρνηση.
Αμέσως ξεκίνησε μια επιχείρηση παρακολούθησης του Ωνάση, που βρισκόταν στη Νέα Υόρκη από το καλοκαίρι του 1942, και του συνεταίρου του Νίκου Κονιαλίδη, που είχε την έδρα του στο Λος Άντζελες. Ιδού τι έγραφε η έκθεση:
«Οι Νίκος και Κωνσταντίνος Κονιαλίδης έχουν δημιουργήσει την εταιρεία Frutos Argentinos μαζί με τον εξάδελφό τους Αριστοτέλη Ωνάση. Ένας μεσολαβητής πρόσφερε εκ μέρους του πατέρα Ωνάση στον νεαρό Αριστοτέλη ποσότητα καπνού για να την πουλήσει στην Αργεντινή. Η πρώτη αυτή αρχική ποσότητα συνοδεύθηκε από άλλες και η επιχείρηση μεγάλωσε, με αποτέλεσμα ο Ωνάσης να εξασφαλίσει ένα συμβόλαιο για την προμήθεια τουρκικού καπνού στην εταιρεία Piccard. Ο καπνός ερχόταν μέσω της πόλης Γένοβα […]. Εκεί ο Ωνάσης ανακάλυψε την εξής ιδέα: ραντίζοντας τα φορτία του καπνού με θαλασσινό νερό-ενόσω βρίσκονταν στη Γένοβα περιμένοντας τη φόρτωσή τους -μπορούσε να παίρνει αποζημίωση από τους ασφαλιστές ισχυριζόμενος ότι καταστράφηκαν από τη θάλασσα κατά τη μεταφορά τους. Οι αποζημιώσεις αποδείχθηκαν ένα πολύ καλό συμπλήρωμα στα νόμιμα κέρδη του».
Οι ερωτικές περιπέτειες
Στην Αργεντινή ο Αριστοτέλης Ωνάσης θα γοητεύσει τους πάντες. Το καλλίγραμμο σώμα του και η γοητεία που ασκούσε στο ασθενές φύλο, θα τον φέρουν δίπλα σε πολλές γυναίκες (μία από αυτές ο μύθος λέει ότι ήταν κι η Εβίτα Περόν). Στην χώρα του τάνγκο κι αργότερα στις ΗΠΑ, οι κυρίες που θα περάσουν από το πλευρό του είναι οι:
- Κλαούντια Μούτζο: Ήταν πρωταγωνίστρια της όπερας του Μπουένος Άιρες. Ο Αριστοτέλης Ωνάσης, νεαρός και άγνωστος, με μαλλιά κολλημένα σε στιλ Ροδόλφο Βαλεντίνο, μπαίνει στο κύκλο της κι εκείνη τον συστήνει ως εμπορευόμενο καπνά. Η σοπράνο του άνοιξε τη πόρτα στο κύκλο των υψηλών γνωριμιών της.
- Ίνγκεμπορ Μπράιντε: Ήταν κόρη Νορβηγού εφοπλιστή, διαζευγμένη τον ναυτιλιακό επιχειρηματία Ντέντιχεν, και η γυναίκα που οδήγησε τον Αριστοτέλη Ωνάση στον εφοπλιστικό τομέα. Ο δεσμός τους κράτησε δώδεκα χρόνια (1933-1945). Κατά τη διάρκεια του Β΄παγκοσμίου πολέμου κατόρθωσε να τη φέρει από την κατεχόμενη Γαλλία στη Νέα Υόρκη.
- Τζέραλντιν Σπρέκλς: Ενώ είχε εγκαταστήσει την Ίνγκεμπορ στη Νέα Υόρκη, ο Άρης πηγαινοερχόταν στο Λος Άντζελες, όπου τον φιλοξενούσε στο κρεβάτι της η πανέμορφη πλούσια κληρονόμος. Την γνώρισε μέσω του Τούρκου πατριού της, που συμπαθούσε τον Ωνάση, γιατί μιλούσε μαζί του τούρκικα.
«Αν δεν υπήρχαν γυναίκες, όλα τα λεφτά του κόσμου δεν θα είχαν σημασία.»
Η άνοδος του Έλληνα Κροίσου
Ο Αριστοτέλης Ωνάσης με την Αθηνά-Τίνα Λιβανού και τα δύο τους παιδιά
Το 1946 γνωρίζει στη Νέα Υόρκη και παντρεύεται την κόρη του εφοπλιστή Σταύρου Λιβανού, Αθηνά-Τίνα Λιβανού και αποκτά δύο παιδιά την Χριστίνα και τον Αλέξανδρο.
Το 1953 γνωρίζει τον Πρίγκιπα Ρενιέ και αποκτά εξουσία στο πριγκιπάτο του Μονακό, εξαγοράζοντας μεγάλο ποσοστό στην τράπεζα που διοικεί αυτόν το φορολογικό παράδεισο.
Το 1956 με παρότρυνση του Κωνσταντίνου Καραμανλή αγοράζει την αεροπορική εταιρεία Τ.Α.Ε για 2.000.000 δολάρια και ιδρύει την Ολυμπιακή Αεροπορία που σε μικρό χρονικό διάστημα φιγουράρει στις 5 καλύτερες αεροπορικές εταιρείες στο κόσμο. Το 1963 αγοράζει τον Σκορπιό, ένα άγονο νησί κοντά στη Λευκάδα και φέρνει την Ελλάδα στο επίκεντρο του κόσμου.
Ο Αριστοτέλης Ωνάσης αριθμεί πλέον στα χέρια του πάνω από 60 εταιρείες και είναι παντοδύναμος.
Ο θυελλώδης έρωτάς του με τη Μαρία Κάλλας
Το 1957 ο Αριστοτέλης Ωνάσης γνωρίζει τη Μαρία Κάλλας σε μια δεξίωση που διοργανώθηκε από την Έλσα Μάξγουελ στη Βενετία.
Δύο χρόνια αργότερα, η Κάλλας με το σύζυγό της Τζοβάννι Μπατίστα Μενεγκίνι βρίσκονται καλεσμένοι σε ένα από τα ιστορικά πάρτι στη θρυλική θαλαμηγό «Χριστίνα». Εκεί γεννιέται ένα από τα θρυλικότερα και πιο μοιραία ειδύλλια όλων των εποχών: Ωνάσης – Κάλλας.
Η παρουσία του άνδρα και μέντορα της Τζοβάννι Μπατίστα Μενεγκίνι δεν εμπόδισε τον Έλληνα Κροίσο να φλερτάρει έντονα και να μπλέξει στα δίχτυα του τη σοπράνο Μαρία Κάλλας. Έτσι, το 1960 η Τίνα Λιβανού θα χωρίσει με τον Ωνάση, καθώς φαίνεται ότι δεν θα συγχωρέσει ποτέ τις ερωτικές ατασθαλίες και την αδιαφορία του.
Το ζευγάρι Ωνάσης – Κάλλας είχε μεσογειακό ταμπεραμέντο με πολύ έρωτα και πάθος.
Με το ίδιο πάθος όμως, Ωνάσης και Κάλλας επιδίδονταν σε σχεδόν καθημερινούς καυγάδες.
Η Κάλλας δεν ήταν σαν εκείνες τις πειθήνιες γυναίκες που συνήθως είχε δίπλα του ο «ανατολίτης» Αριστοτέλης Ωνάσης και οι συγκρούσεις ήταν αναπόφευκτες.
Το 1968, το ζευγάρι ήταν σχεδόν δέκα χρόνια μαζί και ενώ η Κάλλας παρέμενε ερωτευμένη, ο Ωνάσης είχε ήδη βάλει στόχο την επόμενη γυναίκα-τρόπαιο: την Τζάκι Κένεντι. Η ντίβα είχε δει το ενδιαφέρον του συντρόφου της για την πιο διάσημη χήρα του κόσμου, μέχρι που έμαθε από την τηλεόραση ότι ο Αριστοτέλης Ωνάσης θα την παντρευτεί. Η διάσημη σοπράνο κλονίστηκε ανεπανόρθωτα.
Ο χωρισμός τους τη μεταμόρφωσε από μία δυναμική ντίβα σε μια απεριποίητη και αντικοινωνική γυναίκα.
Παρ’όλα αυτά, τίποτα δεν θα εμποδίσει τον Ωνάση να τρέξει στο Παρίσι ένα μήνα μετά από το γάμο του με την Τζάκι, για να κερδίσει ξανά την Κάλλας. Θα συνεχίσουν να έχουν επαφές μέχρι κι ένα μήνα πριν το θάνατό του.
Η δύναμη και η επιρροή του Ωνάση αυξάνεται
Ήταν «ο άνθρωπος που τα ήθελε όλα», ο Έλληνας Κροίσος ισχυρογνώμων και ακαταπόνητος, φρικτός και χαριτωμένος, παρορμητικός και γενναιόδωρος, καυστικός και ευέξαπτος, «χωρίς ηθική αλλά με ανθρωπιά». Ικανός να τρώει πορτοκάλι λερώνοντας με τα ζουμιά του τα πιο κρίσιμα συμβόλαια, καπνίζει σαν φουγάρο και πίνει σαν σφουγγάρι.
Η παροιμιώδης τόλμη του παρουσιάζει ενίοτε ρωγμές: υπάρχει πάντα μια πίσω πόρτα για να το σκάσει από τους επαίτες ή τους ανεπιθύμητους. Δύσκολα εντοπίζεται από τους βοηθούς του: «η μόνη πραγματική του πολυτέλεια είναι να βρίσκεται σε κίνηση».
Κι όπως δεν διστάζει να απατά τις γυναίκες του ή να καβγαδίζει μαζί τους σαν θηρίο, «διαπραγματεύεται με δικτάτορες, εκδικείται, και υποδέχεται καθάρματα που αργότερα θα τον εξυπηρετήσουν».
Το χειρότερο;
«Δεν αναγνωρίζει ποτέ τα λάθη του.
Είναι απεχθής και υπέροχος», όπως γράφει ο βιογράφος του Φορεστιέ.
«Το μυστικό στις επιχειρήσεις είναι να ξέρεις κάτι που δεν το ξέρει κανείς άλλος»
Tο 1964 ο Αριστοτέλης Ωνάσης άρχισε να αυξάνει τον στόλο του με πρωτοφανείς ρυθμούς.
Παρήγγειλε πλοία των 50.000 έως 60.000 τόννων το καθένα, ενώ τον επόμενο χρόνο παρέλαβε ένα καινούργιο τάνκερ των 100.000 τόννων.
Tο 1966 παρήγγειλε τεράστια τάνκερ των 175.000 έως 200.000 τόννων το καθένα.
Tο μέγεθος του στόλου του έφθανε τώρα τα 4 εκατομμύρια τόννους –όταν το 1950, με τα δάνεια που είχε συνάψει τότε, είχε φθάσει μόλις τους 400.000 τόννους.
Tο 1967, ο Ωνάσης απέκτησε νέα ιλιγγιώδη κέρδη. Καθώς έκλεισε η Διώρυγα του Σουέζ εξ αιτίας νέας εμπλοκής των Αιγυπτίων με τους Ισραηλινούς, οι ναύλοι των πλοίων ανέβηκαν σε απίθανα ύψη.
O Αριστοτέλης Ωνάσης παρήγγειλε έξη νέα σουπερτάνκερ το 1968 και έτσι το σύνολο των τάνκερ του μόνο έφθασε τους 2.500.000 τόννους.
Ο γάμος με την Τζάκι Κένεντι
Τον Ιανουάριο του 1973 ο γιος του Ωνάση, Αλέξανδρος, σκοτώθηκε σε ηλικία 19 ετών σ’ αεροπορικό δυστύχημα στο αεροδρόμιο του Ελληνικού στην Αθήνα.
Ο Ωνάσης φάνηκε στην αρχή ότι ξεπέρασε αυτό το γεγονός.
Αμέσως μετά την ταφή του Αλέξανδρου στον Σκορπιό, άρχισε να επεκτείνει τον στόλο του, αλλά από το 1974 τα πράγματα άρχισαν να χειροτερεύουν.
Ο γάμος του Ωνάση με τη Τζάκι άρχισε τον χρόνον αυτόν να καταρρέει.
Σε μια επίσκεψή τους στο Ακαπούλκο –όπου η Τζάκι είχε περάσει τον μήνα του μέλιτος με τον Τζον Κένεντι– εκείνη του ζήτησε να αγοράσουν σπίτι εκεί. Eκείνος κατάλαβε ότι οι λόγοι ήταν συναισθηματικοί και αρνήθηκε.
Στον καβγά που ακολούθησε, η Τζάκι του είπε ότι τώρα πια δεν περίμενε τίποτα απ’ αυτόν.
Το τραγικό τέλος του Έλληνα Κροίσου
Tο χειρότερο όμως χτύπημα ήρθε στην υγεία του Ωνάση. Ίσως από θλίψη για τον χαμό του γιου του, αρρώστησε από ανίατη ασθένεια των ματιών. Δεν μπορούσε να κρατάει τα βλέφαρά του ανοιχτά και τα στερέωνε με σελοτέιπ. Αντιμετώπιζε επίσης δυσκολία όταν κατάπινε και μπέρδευε τα λόγια του όταν μιλούσε. Ήταν γεμάτος παράπονα: για τη ζωή του, για τον εαυτό του, για τον γάμο του, για τα πάντα.
O επόμενος χρόνος (1975) ήταν ο τελευταίος της ζωής του Ωνάση. H Ολυμπιακή Αεροπορία περιήλθε ξαφνικά σε δεινή οικονομική θέση.
Ο Αριστοτέλης Ωνάσης ζήτησε δάνειο από την Ελληνική Κυβέρνηση για ν’ αντιμετωπίσει την κατάσταση, αλλά δεν του το έδωσαν.
Αντιθέτως, πληροφορήθηκε ότι πρόθεση της κυβερνήσεως ήταν να κρατικοποιήσει την Ολυμπιακή Αεροπορία.
Παρά τις αντίθετες οδηγίες όλων των γιατρών του, δραπέτευσε τότε από το νοσοκομείο της Νέας Υόρκης όπου είχε εισαχθεί για θεραπεία και γύρισε στην Αθήνα για να ανατρέψει την κρατικοποίηση.
Δεν τα κατάφερε, όμως, και στις 15 Ιανουαρίου 1975 αναγκάστηκε να δεχθεί την εξαγορά της εταιρείας.
Μετά από λίγες μέρες ο Αριστοτέλης Ωνάσης αρρώστησε βαριά από πνευμονία. Εισήχθη σε κακή κατάσταση σε νοσοκομείο στο Παρίσι, όπου υποβλήθηκε σε εγχείρηση, χωρίς όμως αποτέλεσμα.
Στις 15 Mαρτίου 1975, ο πλουσιότερος άνθρωπος του κόσμου πέθανε –σε ηλικία 69 ετών– έχοντας στο πλευρό του μόνο την κόρη του Χριστίνα.
Επίλογος για τον τεράστιο Αριστοτέλη Ωνάση
Αν ο Ζορμπάς έγινε για τους ξένους το πρότυπο του Έλληνα ευγενούς άγριου, ο Αριστοτέλης Ωνάσης ήταν γι΄ αυτούς το πρότυπο του Έλληνα κοσμικού άγριου.
Ένας βασιλιάς Λιρ του κεφαλαίου που τελικά προδίδεται απ’ ό,τι δεν έσπευσε ποτέ του να αγοράσει: την αγάπη μέσα του.
Την αγάπη του για έναν γιο που μπορεί και να του θυμίζει εκείνο το παιδί στα χαλάσματα της Σμύρνης: τον γιο που ο ίδιος ήταν κάποτε.
«Στον τάφο μου», είχε πει, «να βγάλετε το ‘AΠO’ και να μείνει μόνο το ‘MNHMONEYMATA’.
Απομνημονεύματα σημαίνει αυτοδιαφήμιση».
Λέγεται, πάντως, ότι λίγο πριν από το τέλος, όταν η μυασθένεια Γκράβις τον είχε αφήσει μισότυφλο, είπε στην κόρη του τη Χριστίνα:
«O Θεός με τιμωρεί, επειδή πάντα δάγκωνα περισσότερο από όσο μπορούσα να μασήσω»