Σάββατο 22 Απριλίου 2023

Αγίου Γεωργίου στις 23 Απριλίου 2023, είναι η Κυριακή του Θωμά.

 


Αγίου Γεωργίου στις 23 Απριλίου 2023, είναι η Κυριακή του Θωμά.
Σύμφωνα με την ορθόδοξη παράδοση, παρ' όλο που το εορτολόγιο περιλαμβάνει περισσότερες από 50 μορφές με το όνομα «Γεώργιος», ο άγιος που εορτάζεται επίσημα είναι ο Άγιος Γεώργιος ο Μεγαλομάρτυρας και Τροπαιοφόρος.
Ο Άγιος Γεώργιος, ήταν Έλληνας στρατιωτικός του ρωμαϊκού στρατού.
Καταγόταν από την Καππαδοκία και υπηρετούσε ως αξιωματικός του στρατού επί αυτοκράτορα Διοκλητιανού.
Καταδικάστηκε σε θάνατο, επειδή δεν αποκήρυξε τη χριστιανική του πίστη. Αργότερα, αγιοκατατάχθηκε ως χριστιανός μάρτυρας.
Αποκαλούμενος από την Ορθόδοξη Εκκλησία Μεγαλομάρτυς και Τροπαιοφόρος, είναι από τους δημοφιλέστερους αγίους σε ολόκληρο τον χριστιανικό κόσμο.
Η μνήμη του τιμάται στις 23 Απριλίου.
Ο Άγιος Γεώργιος, όπως και στο Βυζάντιο, έγινε ο προστάτης και Τροπαιοφόρος άγιος του Ελληνικού Στρατού, έπειτα από την απελευθέρωση του ελληνικού Γένους. Έτσι, στην εικόνα του δράκου είδαν τον Τούρκο κατακτητή, που σκοτώνεται από τον Άγιο. Η απεικόνισή του αυτή εμφανίζεται στην αγιογραφία από τον 12ο αιώνα και μετά.
Το 303 μ.Χ., όταν άρχισαν οι διωγμοί του Διοκλητιανού, ο Γεώργιος δεν δίστασε να ομολογήσει τη Χριστιανική του πίστη προκαλώντας το μένος του Διοκλητιανού, επειδή κατείχε μεγάλο αξίωμα και ήταν αγαπημένος του.
Αρχικά του έταξε πλούτη, γη και δούλους για να αλλαξοπιστήσει και όταν ο Γεώργιος αρνήθηκε, ελεεινολογώντας τους ειδωλολάτρες, τον υπέβαλε σε μια σειρά φρικτών βασανιστηρίων.
Αρχικά έδεσαν τον άγιο σε ένα ξύλο και τον χτυπούσαν στην κοιλιά του με ένα κοντάρι.
Η Χριστιανική παράδοση περιγράφει ότι αφού τον λόγχισαν, ξέσκισαν τις σάρκες του με ειδικό τροχό από μαχαίρια.
Έπειτα, τον έριξαν σε λάκκο με βραστό ασβέστη και κατόπιν τον ανάγκασαν να βαδίσει με πυρωμένα μεταλλικά παπούτσια.
Σύμφωνα με την χριστιανική παράδοση, από όλες αυτές τις δοκιμασίες, ο Θεός τον κράτησε θαυματουργά ζωντανό.
Ο Γεώργιος τελικά μαρτύρησε με αποκεφαλισμό, την Παρασκευή 23 Απριλίου του έτους 303 μ.Χ. Κατά τον υπολογισμό του χριστιανού ιστορικού και απολογητή Αγίου Ευσεβίου, η ημέρα αυτή αντιστοιχούσε στην Παρασκευή της Διακαινησίμου του Πάσχα. Οι χριστιανοί πήραν το λείψανό του και το έθαψαν μαζί με αυτό της μητέρας του, η οποία μαρτύρησε την ίδια ή την επόμενη ημέρα. Σύμφωνα με τη χριστιανική παράδοση, ο πιστός υπηρέτης του Γεωργίου, Πασικράτης, εκτελώντας την επιθυμία του, παρέλαβε το λείψανο του Γεωργίου, μαζί με αυτό της μητέρας του και τα μετέφερε στη Λύδδα της Παλαιστίνης. Ο Μέγας Κωνσταντίνος έκτισε ναό πάνω στον τάφο του. Από εκεί οι Σταυροφόροι τα μετέφεραν στη Δύση.

Η Νέμεσις ήταν η θεά της θείας τιμωρίας και της εκδίκησης, που θα έδειχνε την οργή της σε κάθε άνθρωπο που θα διέπραττε ύβρις, δηλαδή αλαζονεία ενώπιον των θεών. Θεωρούνταν μια αδυσώπητη θεά.

 Η Νέμεσις: Θεά της Τιμωρίας για τους θνητούς.

«Δικαιοσύνη»: η έννοιά της έχει απασχολήσει πολλούς ιστορικούς και ειδήμονες, νέους και παλιούς, στο παρελθόν και παρόν, ενώ η εφαρμογή της ποικίλει από πολιτεία σε κράτος, ανάλογα με το εκάστοτε αξιακό σύστημα κάθε φορά. Όλοι, όμως, γνωρίζουν πως η «δικαιοσύνη» ταυτίζεται ακόμα με τον ίδιο τον Θεό, μιας και δεν υπάρχει κάποιος δικαιότερος και πιο αμερόληπτος από εκείνον.

Για τον λόγο αυτόν, οι αρχαίοι ημών πρόγονοι έχουν ενανθρωπίσει την έννοια αυτή και την έχουν αποτυπώσει σε μάρμαρο. Οι Έλληνες της αρχαίας Ελλάδας έδειχναν μεγάλο σεβασμό σε έννοιες όπως η Θεία Δίκη και Τιμωρία και αυτό τους ώθησε να λαξεύουν έργα, στα οποία αναπαριστούσαν σε ενανθρωπισμένη μορφή τις ανώτερες ιδέες που προϋπήρχαν, όπως η Θεά Νέμεσις. Σύμφωνα με τη Θεογονία του Ησιόδου, αλλά και τον Παυσανία, η Νέμεσις γεννήθηκε από τη Νύχτα δίχως σύντροφο, για να κρατά σε ισορροπία τις ανθρώπινες υποθέσεις.

 Ονομαζόταν επίσης Ραμνουσία, εξαιτίας ενός αγάλματος και ενός ναού της στο Ραμνούντα, χωριό της βόρειας Αττικής.

Ο λόγος για το άγαλμα της Νεμέσεως, ύψους 3,50 μέτρων, που έφτανε τα 4,40 μέτρα μαζί με τη βάση του. 

Το άγαλμα συμβολίζει τη θεία Τιμωρία και την απονομή της Δικαιοσύνης και το έχει λαξεύσει ο γλύπτης Αγοράκριτος από παριανό μάρμαρο, ο οποίος ήταν μαθητής του ξακουστού γλύπτη Φειδία.

 Έζησε τον 5ο αι. π.Χ. στην Αθήνα και τα έργα του ήταν τόσο όμοια με του δασκάλου του, που δύσκολα τα ξεχώριζε κανείς. Χαρακτηριστικό της τέχνης του Αγοράκριτου αποτελεί ο πλούσιος ρυθμός, ο οποίος συγκέντρωνε τα εξής στοιχεία: Τη διαφάνεια των ενδυμάτων του αγάλματος, όπως συμβαίνει με το εν λόγω έργο της Νεμέσεως, αφού διαγράφονται έντονα τόσο το στήθος όσο και τα σκέλη της μορφής.

 Τη στήριξή του στις καμπύλες πτυχές, οι οποίες διαφαίνονται από την αναδίπλωση των ρούχων του ιματίου της αγαλματικής μορφής και τον στροβιλισμό των ελεύθερων στον χώρο πτυχών, αλλά και τις πτυχές με έντονο σκιοφωτισμό, όπως θα δούμε στο εν λόγω άγαλμα.

Το 430-425 π.Χ., λοιπόν, φιλοτεχνήθηκε από το χέρι του Αγοράκριτου το μαρμάρινο γλυπτό της Νεμέσεως, το οποίο «ξετυλίγεται» γύρω από έναν περίεργο μύθο που έτειναν τότε να πιστεύουν οι αρχαίοι Αθηναίοι. Σύμφωνα με τον μύθο αυτόν, η Ωραία Ελένη ήταν κόρη της Νεμέσεως.

 Οι αρχαίοι Αθηναίοι ήθελαν να οικειοποιηθούν την Ωραία Ελένη, λόγω της πεποίθησης πως αν λάτρευε κανείς τους Θεούς των εχθρών του, εκείνοι θα ήταν ευνοϊκοί προς το πρόσωπό του. Η Νέμεσις, λοιπόν, παρουσιάζεται στον μύθο σαν κύκνος που συνευρίσκεται ερωτικά με τον Δία και κάνει ένα αυγό, την Ωραία Ελένη. Πρόκειται, φυσικά, για πολιτική προπαγάνδα των Αθηναίων όσον αφορά τους πολεμικούς αντιπάλους τους, τους Σπαρτιάτες.

Το γλυπτό βρισκόταν πάνω σε βάση διακοσμημένη από ανάγλυφα στις δύο πλαϊνές όψεις, αλλά και στην πρόσθια, τα οποία εξιστορούν τη θαυματουργική γέννηση της Ελένης. Η μορφή είναι όρθια σε στάση ανάπαυσης με στηρίζον σκέλος το αριστερό κάτω άκρο της. Φορά χιτώνα και ιμάτιο που αφήνει να διαγράφονται τόσο οι γοφοί της όσο και το στήθος της, περιγραφή που έχουμε από τον Παυσανία, σύμφωνα με τον οποίο έμοιαζε με την Αφροδίτη, κρατώντας μια φιάλη σπονδής στο δεξί της χέρι, η οποία ήταν χάλκινη και διακοσμημένη με ανάγλυφες κεφαλές Αιθιόπων και ένα κλαδί μηλιάς, επίσης χάλκινο, στο αριστερό. Πρόκειται για συμβολισμό, αφού αποτελεί προτροπή για τους θνητούς που σπένδουν προς τους Θεούς. 

Ο χιτώνας του αγάλματος είχε ένα απόπτυγμα και τοξοειδή κόλπο με ζώνη ζωσμένη στη μέση και ένα ιμάτιο που σχημάτιζε καμπύλη αναδίπλωση.

 Τα υφάσματα φανερώνονται διάφανα και διαγράφουν τις καμπύλες του σώματος της αγαλματικής μορφής –πρόκειται για στοιχείο του πλούσιου ρυθμού που είδαμε παραπάνω. Άλλες αγαλματικές μορφές της την αναπαριστούν και άλλα αντικείμενα όπως: σπαθί στο ένα χέρι, μαστίγιο ή στιλέτο, ράβδο μέτρησης, ζυγαριά και χαλινάρι, συμβολισμοί της Θείας Τιμωρίας, αλλά και εκδίκησης της Θεάς.

Η Νέμεσις αποτυπώνεται ως η Θεά της Δικαιοσύνης, δείχνοντας πόσο ευσεβείς και θεοσεβούμενοι ήταν οι αρχαίοι, σε αντίθεση με τη σημερινή κοινωνία, όπου έχουμε ξεχάσει και αγνοήσει το αξιακό μας σύστημα. 

Η βούληση του Θεού έγκειται στο τετράπτυχο «ύβρις-άτις-νέμεσις-τίσις», κατά το οποίο όταν κάποιος υπερεκτιμούσε τις ικανότητες και τη δύναμή του και έδειχνε έλλειψη σεβασμού προς τους Θεούς, αλλά και τους άγραφους θεϊκούς νόμους, τιμωρούνταν και γνώριζε, δηλαδή, τη Νέμεση. 

Σύμφωνα με την ιστορια, ήταν μια Θεά, η οποία είχε έναν πολύ σημαντικό ρόλο, ως Θεά της Τιμωρίας, να διαμοιράσει την οφειλόμενη αμοιβή σε όλους εκείνους που διέπρατταν ύβρη.

Ετυμολογικά το όνομά της προέρχεται από το ρήμα «νέμω» που σημαίνει «διαμοιράζω», για αυτό και πολλές φορές αναπαρίσταται κρατώντας μια ζυγαριά. Η Νέμεσις ήταν μια ύπαρξη που δεν ένιωθε τύψεις και τιμωρούσε τους θνητούς δίχως οίκτο, όταν ξεπερνούσαν τα όρια και συμπεριφέρονταν με αλαζονεία, εξοργίζοντας τους Θεούς, μη σεβόμενοι τους νόμους της εκάστοτε πολιτείας, αλλά και αυτούς τους άγραφους των Θεών. Όλα τα παραπάνω μας δείχνουν τους λόγους για τους οποίους οι αρχαίοι επέλεξαν να απεικονίσουν την εν λόγω Θεά σε μάρμαρο.

Ελληνικός Μακεδονικός Στρατός. Γιατί ήταν τόσο καλός ο Ελληνικός Μακεδονικός Στρατός; Τον 4ο αιώνα π.Χ. ο μακεδονικός στρατός ήταν ο καλύτερος στον κόσμο.

 Γιατί ήταν τόσο καλός ο Ελληνικός Μακεδονικός Στρατός;

Τον 4ο αιώνα π.Χ. ο μακεδονικός στρατός ήταν ο καλύτερος στον κόσμο.
Ήταν αξιοσημείωτο, κυρίως, γιατί ήταν όρθιος στρατός. Καμία άλλη ελληνική πόλη-κράτος εκτός από τη Σπάρτη δεν μπόρεσε να κρατήσει μόνιμα κινητοποιημένο στρατό.
Ο Φίλιππος και ο Αλέξανδρος μπόρεσαν να το κάνουν αυτό επειδή:
1. Τα χρήματα έδωσαν τα χρυσωρυχεία στην Αμφίπολη
2. Οι πλούσιες κοιλάδες των «Ορεινών» περιοχών της Μακεδονίας παρείχαν βοσκότοπους για χιλιάδες άλογα πολέμου
3. Δεκάδες χιλιάδες σκλάβοι - αιχμαλωτισμένοι σε πολέμους - έκαναν τις αγροτικές εργασίες ενώ οι άνδρες της Μακεδόνες υπηρετούσαν στο στρατό.
Ο στρατός της Μακεδονίας ήταν σκληρός:
* Οι γυναίκες δεν επιτρεπόταν να μπουν στο στρατόπεδο
* Κάποιο ιππικό τοποθετήθηκε πίσω από τον στρατό για να σκοτώσουν όποιον προσπάθησε να το σκάσει
* Οι στρατιώτες φτιάχτηκαν για να πλένονται σε κρύο νερό
* Ακόμα και οι αξιωματικοί έπρεπε να παρελάσουν, έως 30 μίλια την ημέρα, μεταφέροντας αλεύρι 30 ημερών
* Τους επιτρεπόταν μόνο ένας συνοδός για κάθε δέκα άνδρες
* Διδάχθηκαν να διαχειρίζονται με πολύ λίγο φαγητό, και στην εκστρατεία αναμενόταν να «ζούνε από τη γη»
* Μεγάλα χρονικά διαστήματα ξοδεύονταν σε γεωτρήσεις και ελιγμούς, αυτό ήταν ιδιαίτερα σημαντικό για το ιππικό, το οποίο διέταξε ο Αλέξανδρος, το οποίο δεν ήταν σε θέση όπως κανένα άλλο ιππικό της εποχής να κάνει γύρο και να αλλάξει την κατεύθυνση της επίθεσης.
Ένα έθνος που συνήθιζε να πολεμάει
Ένας μακροπρόθεσμος παράγοντας της επιτυχίας του Αλέξανδρου ήταν ότι η Ελλάδα βρισκόταν συνεχώς σε πόλεμο για τουλάχιστον ενάμιση αιώνα· οι Έλληνες ήταν ένα έθνος που συνήθιζε να πολεμά, που ασκούταν σε αυτήν και σκληραίνει από αυτό.
Θυμηθείτε ότι ο Φίλιππος είχε μάθει την πολεμική του τέχνη στον Θηβαϊκό Στρατό υπό τον Παμμένη, ηγέτη της Ιεράς Μπάντας Θηβών.
Και αυτό δεν ίσχυε μόνο για μάχες ξηράς, αλλά και πολιορκίες - ο Φίλιππος είχε προσλάβει τον Πολύειδο Θεσσαλίας, ο οποίος εφηύρε πολλές πολιορκικές μηχανές, συμπεριλαμβανομένων του στριφτού τόξου, του καλυμμένου πολιορκητικού κριού και ενός τεράστιου πύργου πολιορκίας (ο μαθητής του Πολυείδου, Διάδης, ήταν με τον Αλέξανδρο στην Τύρο).