Με όσα τεχνικά μειονεκτήματα και αν έχει ο διαγωνισμός για τις τηλεοπτικές άδειες θα ήταν καλοδεχούμενος ως αποκατάσταση της νομιμότητας, εφόσον διασφάλιζε ότι θα πετύχει τρεις στόχους.
Πρώτος είναι η εξάλειψη της αμαρτωλής σχέσης ανάμεσα στην οικονομική εξουσία με το πολιτικό σύστημα, δια των ΜΜΕ. Η τηλεόραση δηλαδή να λειτουργεί για ενημέρωση και κριτική, ως χώρος διακίνηση πληροφορίας και ιδεών και όχι ως μηχανισμός χειραγώγησης του δημοσίου βίου. Ούτε ως διαμεσολαβητής ανάμεσα στο κράτος και κάποιους οικονομικούς παράγοντες για την επιλεκτική διανομή του δημοσίου χρήματος.
Η δεύτερη προϋπόθεση είναι να λειτουργήσει εφεξής η δραστηριότητα στο χώρο της τηλεόραση με τους κανόνες της επιχειρηματικότητας. Παρά την ιδιαιτερότητα του χώρου, το βασικό κίνητρο ενός κεφαλαιούχου να είναι το κέρδος από τις ευκαιρίες που παρέχει η παραγωγή και εμπορία τηλεοπτικού προϊόντος -από την ενημέρωση ως την ψυχαγωγία. Όχι να παρέχει υπηρεσίες πολιτικής στήριξης σε κόμματα. Άρα να έχει συνάφεια με το χώρο, να "ξέρει τη δουλειά" και να ρισκάρει τα λεφτά του...
Τρίτον να προκύψει νέο θεσμικό πλαίσιο στο οποίο η κυβέρνηση απλώς θα θέτει τους κανόνες και θα εγγυάται την εφαρμογή τους με αμεροληψία, χωρίς προνομιακές σχέσεις με κανέναν επιχειρηματία του χώρου. Αλλά και η αντιπολίτευση -για να είμαστε δίκαιοι- θα ενδιαφέρεται μόνο για την υλοποίηση του νόμου και και όχι για τη διεκδίκηση μέρους της ισχύος που παρέχει η τηλεόραση, με τον προσεταιρισμό παραγόντων της.
Με άλλα λόγια ο ρόλος της Πολιτείας να εξαντλείται στη δανειοδότηση και στην εποπτεία δια του ΕΣΡ, όταν αυτό υπάρξει.
Κανένας από αυτούς τους στόχους δεν διασφαλίζεται και ήδη ο διαγωνισμός αποτελεί αντικείμενο πολιτικής σύγκρουσης μόνο για την αδειοδότηση.
Αλλά αυτή είναι η τυπική πλευρά του θέματος. Όταν μιλάμε για τηλεόραση το πραγματικό ζητούμενο είναι το περιεχόμενο. Δηλαδή το πρόγραμμα ενός τηλεοπτικού σταθμού.
Αυτό το πρόγραμμα δεν εξαντλείται στις ενημερωτικές εκπομπές. Για να λειτουργήσει κερδοφόρα ένα κανάλι με ισχυρούς ανταγωνιστές μάλιστα, χρειάζονται δυο ακόμη στοιχεία. Η παραγωγή του δικού του ψυχαγωγικού υλικού -σειρές κλπ- και η αγορά προγράμματος από τη διεθνή αγορά: από ταινίες μέχρι τα αθλητικά γεγονότα. Αυτά είναι ακριβά.
Συνεπώς το κόστος ενός καναλιού δεν εξαντλείται στο προσωπικό που προβλέπει ο νόμος Παππά, συν την αξία της άδειας, όπως θα προκύψει από το διαγωνισμό. Είναι πολύ υψηλότερο.
Γι' αυτό το κόστος δεν γίνεται καμιά συζήτηση, δεν υπάρχει κανένας προϋπολογισμός , δεν ακούγεται καμιά πρόβλεψη. Πως γίνεται να μην ενδιαφέρει τους επιχειρηματίες που διεκδικούν τις άδειες, η πλήρης επιχειρηματική πλευρά του θέματος;
Προφανώς δεν έχουν στόχο να αποκομίσουν κέρδη από αυτή καθ' εαυτή την τηλεοπτική δραστηριότητα. Θέλουν την άδεια για την εξυπηρέτηση άλλων επιδιώξεων κυρίως πολιτικών. Δεν θέλουν να βγάλουν λεφτά από την άδεια. Θέλουν την άδεια για άλλους σκοπούς...
Αυτό όμως δεν είναι τηλεόραση. Είναι διαχείριση της ενημέρωσης υπέρ τρίτων, που θα καλύπτουν τις ζημιές τους -με χαριστικές μεθόδους σε άλλους τομείς.
Αυτό εκτός του ότι δεν είναι επιχείρηση, δεν θα είναι ούτε ενημέρωση.
Θα είναι προπαγάνδα. Και όπως έλεγε ο Οργουελ:
"Η προπαγάνδα είναι ψέματα, ακόμα κι όταν λέει την αλήθεια".
https://www.capital.gr/antilogies/3150028/tileorasi-i-propaganda