Tώρα θα αναφερθώ σε μια συζήτηση που είχαμε
με το Γέροντα Παΐσιο το φθινόπωρο του 1991.
Ήταν μάλλον ο μήνας Οκτώβριος.
Η συζήτηση αυτή αφορούσε τα μελλοντικά
γεγονότα και περισσότερο τον Αντίχριστο.
Γινόταν πολύς λόγος κι ακούγονταν διάφορα τότε.
Όταν έφθασα στο κελί του ήταν ολομόναχος.
Χτύπησα.
Μετά ήρθε στο φράχτη.
Ακολούθησε ο παρακάτω διάλογος:
Απόστολος: «Γέροντα, ευλογείται!».
Γ. Παΐσιος: «Ο Κύριος! Τι έγινε, παιδί μου;»
Α: «Γέροντα, άνοιξε, θέλω να συζητήσουμε για τον Αντίχριστο».
Γ. Π.: «Πνευματικό έχεις;»
Α: «Έχω».
Γ. Π.: «Ε, τότε να το συζητήσεις με τον πνευματικό σου».
Εγώ επέμενα να το συζητήσουμε.
Ο Γέροντας Παΐσιος ήταν πολύ καταβεβλημένος.
Πονούσε πολύ!
Ο πόνος ζωγραφιζόταν στο πρόσωπό του.
Δε μου άνοιξε.
Η συζήτηση, όμως έγινε στο φράχτη.
Παρόλο το φριχτό πόνο που ένιωθε, με υπέμεινε και συζητήσαμε.
Α: «Γέροντα, θέλω να μου πείτε για τον Αντίχριστο. Ακούγονται πολλά και διάφορα».
Γ. Π.: «Άκου.
Έχουμε ακόμη καιρό, αργεί ακόμη.
Πρώτα θα γίνει ένας μεγάλος πόλεμος.
Πολύ μεγάλος!
Θα χυθεί πολύ αίμα!
Θα πάρουμε την Πόλη!
Θα χυθεί όμως πολύ αίμα!
Όπως λέει και η προφητεία του Αγίου Κοσμά
του Αιτωλού, τριών χρόνων δαμάλι
θα πλέει στο αίμα!
Αυτός ο πόλεμος θα είναι μεγάλος.
Θα είναι γενικός πόλεμος!
Τέτοιος πόλεμος δεν έχει ξαναγίνει.
Μετά θα έρθει ο Αντίχριστος».
Ήθελα να ρωτήσω κι άλλα, πολλά.
Ο Γέροντας, όμως, με σταμάτησε.
Από το βιβλίο:
Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΤΗΣ ΦΙΛΥΡΑΣ (ΝΕΟΧΩΡΙΟΥ) ΣΙΝΤΙΚΗΣ, ΠΑΤΗΡ ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΛΑΙΔΗΣ (ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΤΟΜΟΣ)