Το ενεργειακό σοκ, σε συνδυασμό με τον δραματικό αντίκτυπο των δυτικών κυρώσεων που φέρνουν τη ρωσική οικονομία στο «χείλος του γκρεμού», με τεράστιες εκροές κεφαλαίου, μαζική έξοδο επιχειρήσεων, κλείσιμο τραπεζών με δραματικές συνέπειες στις οικονομικές δραστηριότητες ολόκληρου του πλανήτη, προετοιμάζουν ένα σκηνικό παγκόσμιου οικονομικού κραχ, τη στιγμή που είχε αρχίσει να διαφαίνεται το τέλος της πανδημίας του κορονοϊού και η ανάκαμψη να «παίρνει σάρκα και οστά».Τώρα, οι οικονομίες καλούνται να ανέβουν έναν νέο «Γολγοθά», με τις κυβερνήσεις ήδη καταχρεωμένες από τα τεράστια μέτρα στήριξης κατά της κρίσης του Covid-19, περνώντας από το ένα σοκ στο άλλο, με την Ε.Ε. να ετοιμάζεται να παρατείνει τη «ρήτρα διαφυγής», παρότι λιγοστεύουν οι επιλογές δημοσιονομικής πολιτικής και νομισματικής πολιτικής στη «δίνη» ενός επερχόμενου στασιμοπληθωρισμού, όπως διαμηνύουν αναλυτές και οικονομολόγοι.
«Η οικονομική καταστροφή είναι μπροστά μας» λέει με δραματικούς τόνους ο Πολ Σάνκεϊ της «Sankey Research», εξηγώντας ότι οι τιμές πετρελαίου μπορεί να φθάσουν ακόμη και τα 150 δολάρια το βαρέλι, καθώς υπάρχει έλλειψη στην αγορά και τότε αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε απότομη κατάρρευση της ζήτησης και εν συνεχεία σε οικονομική ύφεση. Ο αναλυτής βλέπει το πετρέλαιο να κινείται σε ένα εύρος μεταξύ 100 και 150 δολαρίων το βαρέλι έως ότου επιλυθεί η κρίση στην Ουκρανία.
O αντιπρόεδρος της IHS Markit, Ντάνιελ Γέρτζιν, προειδοποίησε ότι η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία θα μπορούσε να προκαλέσει μεγάλες διακοπές στην προμήθεια ενέργειας ανάλογες με αυτές της πετρελαϊκής κρίσης της δεκαετίας του 1970. Ακόμη κι εάν η ρωσική ενέργεια δεν συμπεριληφθεί στις κυρώσεις, θα υπάρξει μεγάλη έλλειψη σε ρωσικό πετρέλαιο στην αγορά και αυτό θα προκαλέσει κρίση προσφοράς, logistics, πληρωμών, που πιθανόν να είναι η χειρότερη από το αραβικό πετρελαϊκό εμπάργκο και την ιρανική επανάσταση της δεκαετίας του 1970, επισημαίνει ο Γέρτζιν.
Οι περισσότεροι οικονομολόγοι αναμένουν ότι οι κυρώσεις θα οδηγήσουν τη Ρωσία σε βαθιά ύφεση, ωθώντας σε ακόμη μεγαλύτερη άνοδο τον πληθωρισμό, με βασικό ερώτημα «πόση ακόμη πίεση μπορεί να αντέξει η ρωσική οικονομία;». Οι κυρώσεις αναμένεται να έχουν χρόνιο αντίκτυπο στη Ρωσία, περιορίζοντας την ανάπτυξη, τις εισαγωγές και τη δυνατότητα δαπανών από τα έσοδα φυσικού αερίου και πετρελαίου, με τη ρωσική οικονομία να απομονώνεται ακόμη περισσότερο, παρότι οι εξαγωγές ενέργειας θα εξακολουθούν να της προσδίδουν εμπορικό πλεόνασμα. Το Ινστιτούτο Διεθνών Χρηματοοικονομικών (IIF) έκανε λόγο για «δραματικό αντίκτυπο» στο ρωσικό χρηματοοικονομικό σύστημα, ενώ η Goldman Sachs εκτιμά ότι οι κυρώσεις στην κεντρική τράπεζα που κάμπτουν τις άμυνές της απέναντι στο ρούβλι, θα μπορούσαν να αυξήσουν τον πληθωρισμό στο 17% έως τα τέλη του έτους, προβλέποντας ύφεση 7% για φέτος και με τις δημόσιες και ιδιωτικές δαπάνες να μειώνονται 10% και άνω. Η Capital Economics προβλέπει στο βασικό της σενάριο ύφεση 5% για το ρωσικό ΑΕΠ το 2022 και πληθωρισμό 15% έως το καλοκαίρι.
Ερωτηματικό οι αντοχές
Με τις κυρώσεις να έχουν πλέον «περικυκλώσει» τη ρωσική οικονομία, εν μέσω ερωτηματικών για το μέγεθος και τη διάρκεια των αντοχών της, οι προοπτικές καθίστανται ολοένα και πιο ζοφερές, με τους οίκους Fitch και Moody's να δίνουν νέο «βαρύ χτύπημα» υποβαθμίζοντας την πιστοληπτική ικανότητα της Ρωσίας κατά έξι βαθμίδες και θέτοντας υπό αμφισβήτηση την ικανότητά της να εξυπηρετήσει το χρέος της.
Η Fitch υποβάθμισε τη Ρωσία σε «Β» από «ΒΒΒ» θέτοντας την αξιολόγηση σε παρακολούθηση με την προοπτική νέας υποβάθμισης, ενώ η Moody's οδήγησε τη Ρωσία στη βαθμίδα «Β3» από «Βαα3». Σύμφωνα με τη Fitch, η μοναδική άλλη φορά τόσο μεγάλης υποβάθμισης, των έξι μονάδων, ήταν με τη Ν. Κορέα το 1997. Η σφοδρότητα των κυρώσεων σε συνδυασμό με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έχουν επιτείνει τους κινδύνους για τη μακρο-χρηματοοικονομική σταθερότητα, προκαλώντας ένα τεράστιο σοκ στα θεμελιώδη της Ρωσίας που θα μπορούσε να υπονομεύσει την ικανότητά της να εξυπηρετήσει το εξωτερικό χρέος της, σύμφωνα με τους οίκους. Εκτιμούν μάλιστα ότι οι ευρωπαϊκές και αμερικανικές κυρώσεις που απαγορεύουν κάθε συναλλαγή με τη ρωσική κεντρική τράπεζα θα έχουν πολύ μεγαλύτερο αντίκτυπο στα πιστωτικά θεμελιώδη της χώρας από κάθε άλλο προηγούμενο γύρο κυρώσεων. Την προηγούμενη εβδομάδα είχε προηγηθεί η υποβάθμιση από την S&P, η οποία είχε οδηγήσει κι αυτή την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ρωσίας πιο βαθιά στο καθεστώς junk (σκουπίδια), ενώ την Τετάρτη οι εταιρείες δεικτών FTSE Russell και MSCI ανακοίνωσαν ότι θα αποβάλουν τις ρωσικές μετοχές από όλους τους δείκτες τους, με την αρχή να γίνεται από την επόμενη εβδομάδα.
Ήδη τα πρώτα «θύματα» από τις κυρώσεις παίρνουν «σάρκα και οστά». Μετά το κλείσιμο της ρωσικής Sberbank στην Ευρώπη και την προειδοποίηση της γερμανικής ρυθμιστικής αρχής BaFin ότι ετοιμάζεται να κλείσει και το ευρωπαϊκό σκέλος της VTB, σε κατάρρευση βρίσκεται και η Sova Capital Limited, χρηματιστηριακή με έδρα το Λονδίνο που ανήκει στον τραπεζίτη Ρόμαν Αβντίντ, με προσανατολισμό τις αναδυόμενες αγορές. Οι διευθυντές της Sova υπέβαλαν αίτηση για να ενταχθούν σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης, με τους δικηγόρους να δηλώνουν ότι η εταιρεία δεν είναι σε θέση να αποπληρώσει το χρέος της και ότι έχει σημαντική έκθεση σε ρωσικά συμφέροντα. Tην ίδια στιγμή, το χρηματιστήριο αξιών του Λονδίνου ανακοίνωσε ότι αναστέλλει τη διαπραγμάτευση των GDRs αρκετών εταιρειών που έχουν τη βάση τους στη Ρωσία, μεταξύ των οποίων Rosneft, Sberbank, Gazprom, En+ και Lukoil.
Οι κυρώσεις όμως χτυπούν και την «αχίλλειο πτέρνα» της ρωσικής οικονομίας, που είναι η τάξη των ολιγαρχών, η ομάδα των Ρώσων επιχειρηματιών και αξιωματούχων που κέρδισε σε πλούτο και δύναμη τα χρόνια μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Γαλλία και Γερμανία κατάσχεσαν δύο σούπερ γιοτ που ανήκαν σε Ρώσους ολιγάρχες, σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές και το περιοδικό Forbes, την ώρα που τουλάχιστον πέντε πολυτελή σκάφη της ρωσικής ελίτ είναι αγκυροβολημένα στις Μαλδίβες. Το γιοτ που κατέσχεσαν οι γαλλικές αρχές ανήκει σε εταιρεία της οποίας ο βασικός μέτοχος είναι ο διευθύνων σύμβουλος της Rosneft, Ιγκό Σεσίν, στενός συνεργάτης του Πούτιν, σύμφωνα με το γαλλικό υπουργείο Οικονομικών. Στη Γερμανία, πολυτελές γιοτ αξίας 600 εκατ. δολαρίων που ανήκει στον Ρώσο δισεκατομμυριούχο Άλισερ Ουσμάνοφ κατασχέθηκε στο Αμβούργο, σύμφωνα με το Forbes.
Τα πρώτα «καμπανάκια»
Ήδη ηχούν μεμονωμένα τα πρώτα «καμπανάκια» από την ευρωπαϊκή οικονομία. Ο ομοσπονδιακός υπουργός Οικονομίας και Πολιτικής για το Κλίμα της Γερμανίας, Ρόμπερτ Χάμπεκ, επέστησε την προσοχή ότι η χώρα μπορεί να «δει» ένας μέρος της ανάκαμψης να χάνεται την άνοιξη, καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία, οι κυρώσεις και οι υψηλές τιμές ενέργειας πλήττουν επιχειρήσεις και νοικοκυριά, γι' αυτό και δεσμεύθηκε ότι θα συνεχιστεί η κρατική στήριξη για να κρατήσει βιώσιμες τις επιχειρήσεις. «Οι συνέπειες των κυρώσεων και του πολέμου είναι εμφανείς και η κατάσταση παραμένει τεταμένη» ανέφερε ο Χάμπεκ έπειτα από συζητήσεις που είχε με επικεφαλής επιχειρήσεων, προσθέτοντας ότι οι ελπίδες για επιστροφή στους προ της πανδημίας ρυθμούς ανάπτυξης στο δεύτερο τρίμηνο έχουν πλέον εξανεμιστεί.
Ο Ρόμπερτ Χάμπεκ τάχθηκε πάντως κατά της απαγόρευσης της εισαγωγής ενέργειας από τη Ρωσία, καθώς κάτι τέτοιο -όπως είπε- θα έθετε σε κίνδυνο την κοινωνική ειρήνη στη Γερμανία.
Οι τιμές παραγωγού
Παρότι η ανεργία στην Ευρωζώνη υποχώρησε σε ιστορικό χαμηλό (6,8%) τον Ιανουάριο, καθώς η οικονομία συνέχισε να αναπτύσσεται, οι τιμές παραγωγού εκτινάχθηκαν σε νέο ιστορικό υψηλό, παρουσιάζοντας αύξηση 5,2% σε μηνιαία και 30,6% σε ετήσια βάση, προοιωνιζόμενες δραματική άνοδο τους επόμενους μήνες, λαμβάνοντας υπόψη και τον αντίκτυπο του πολέμου, σε έναν παράγοντα ανασταλτικό τόσο για τη βιομηχανική παραγωγή όσο και για τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές. Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ο πρόεδρος της Φέντεραλ Ριζέρβ, Τζερόμ Πάουελ, προειδοποίησε ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία θα μπορούσε να πλήξει την αμερικανική οικονομία με πολλούς τρόπους, από την αύξηση των τιμών έως την κάμψη των δαπανών και των επενδύσεων, παρότι ακόμη δεν υπάρχει ξεκάθαρη εικόνα, όπως είπε, για το μέγεθος των συνεπειών.
Μέρος του «παζλ» του πληθωρισμού και η Τουρκία, όπου οι αυξήσεις των τιμών καταναλωτή ξέφυγαν στο 54,4% τον Φεβρουάριο, με την Goldman Sahs να βλέπει τον πληθωρισμό στο 64% τον Μάιο ή τον Ιούνιο.
Εκπέμπει SOS το μεγαλύτερο λιμάνι της Ευρώπης
Υπό απειλή βρίσκεται και η ολλανδική οικονομία, καθώς το μεγαλύτερο λιμάνι της Ευρώπης, το Ρότερνταμ, εκπέμπει SOS. Η Ολλανδία θεωρείται η χώρα με τη μεγαλύτερη έκθεση καθώς οι άμεσες ξένες επενδύσεις από τη Ρωσία υπερβαίνουν το 10% του ΑΕΠ, σύμφωνα με υπολογισμούς του Bloomberg. «Μια σταθερή παγκόσμια οικονομική τάξη είναι απαραίτητη για την Ολλανδία» σημειώνει ο Ester Barendregt, επικεφαλής οικονομολόγος στη Rabobank. «Το λιμάνι του Ρότερνταμ μπορεί να πληγεί σημαντικά εξαιτίας των επανα-εξαγωγών ρωσικών προϊόντων» τονίζει από την πλευρά της η Sandra Phlippen, αναλύτρια στην ABN Amro. Και αυτό επειδή από το ολλανδικό λιμάνι διακινούνται ρωσικά προϊόντα 62 εκατ. τόνων ετησίως, μέγεθος που αντιστοιχεί στο 15% της συνολικής διακίνησης. Ταυτόχρονα, το 10% των κοντέινερ που σταθμεύουν στο Ρότερνταμ συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με τη Ρωσία. Πρόκειται κυρίως για φρούτα, λαχανικά, λουλούδια, αλλά και διάφορα μέταλλα, όπως χάλυβας, χαλκός, νικέλιο και αλουμίνιο και οι κυρώσεις της Δύσης θα μπορούσαν να επηρεάσουν όλα αυτά τα προϊόντα, η αξία των οποίων υπολογίζεται σε 30 δισ. ευρώ ετησίως, πλήττοντας αισθητά τις λιμενικές δραστηριότητες.
https://www.energia.gr/article/186534/o-polemos-kai-oi-kyroseis-apeiloyn-me-pagkosmio-oikonomiko-krah