4 Ιανουαρίου - ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ Ο ΛΕΠΡΟΣ.
Ο πατήρ Νικηφόρος γεννήθηκε το 1890 μ.Χ. σε ένα μικρό χωριό της Κρήτης.
Μικρός σε ηλικία ορφάνεψε και αναγκάστηκε να μάθει την τέχνη του κουρέα. Χτυπημένος από την εφηβική του ηλικία από τη νόσο Χασεν (λέπρα) κατέφυγε σε ηλικία 24 ετών στο λωβοκομείο Χίου, όπου τέθηκε υπό την πνευματική καθοδήγηση του Αγίου Ανθίμου Βαγιάνου.
Μετά από δύο έτη έλαβε το μοναχικό σχήμα και ρίχθηκε με ζήλο στον πνευματικό αγώνα, αγνοώντας την ασθένεια που εξελισσόταν ραγδαία.
Το 1957 μετεκινήθη στο λοιμωδών Αθηνών, όπου έζησε μέχρι το τέλος της ζωής του 1964 μ.Χ..
Η αγιοκατάταξή του από το Οικουμενικό Πατριαρχείο έγινε μόλις πρόσφατα και συγκεκριμένα το 2012 μ.Χ..
Ο πατήρ Νικηφόρος (κατά κόσμον Νικόλαος Τζανακάκης) γεννήθηκε το 1890 μ.Χ.
σ' ένα ορεινό χωριό των Χανίων, το Σηρικάρι.
Οι ευλαβείς χωρικοί γονείς του εκοιμήθησαν νωρίς, με αποτέλεσμα να αναγκαστεί
ο παππούς του να τον στείλει στα Χανιά στην τρυφερή ηλικία των 13 ετών,
προκειμένου να μάθει την τέχνη του κουρέα.
Εκεί γρήγορα έγινε αγαπητός λόγω της κοινωνικότητας, της εξυπνάδας
και της ομορφιάς του. Ήταν η περίοδος, που άρχισαν να εμφανίζονται
τα πρώτα σημάδια της λέπρας (νόσος Χάνσεν), που θα τον
ταλαιπωρούσε φρικτά στην υπόλοιπη ζωή του.
Στα 16 του, ο Νικόλαος για να αποφύγει τον επερχόμενο εγκλεισμό του στην Σπιναλόγκα, καθότι τα σημάδια της νόσου είχαν αρχίσει να γίνονται εμφανή, διέφυγε ακτοπλοϊκώς στην Αλεξάνδρεια. Η λέπρα την εποχή εκείνη αντιμετωπιζόταν με φόβο και αποτροπιασμό ως μια μεταδοτική και ανίατη ασθένεια (η φαρμακευτική αγωγή ανακαλύφθηκε μόλις το 1947 μ.Χ.). Ο Νικόλαος σύντομα έγινε αγαπητός και στην ανθούσα τότε ελληνική παροικία της Αλεξάνδρειας εργαζόμενος σαν κουρέας. Σύντομα όμως τα η εξέλιξη της αρρώστιας του ήταν τέτοια, που ήταν αδύνατον να την κρύψει πλέον. Τότε με τη μεσολάβηση ενός αρχιερέως πήγε στο λωβοκομείο της Χίου, σε ηλικία 24 ετών. Μέσα στις άπειρες θλίψεις και κακουχίες του, ο Θεός ευδόκησε να γνωριστεί και να συνδεθεί άρρηκτα πνευματικά με τον Άγιο Άνθιμο Βαγιάνο (εορτάζεται στις 15 Φεβρουαρίου), που υπηρετούσε τον καιρό εκείνο τις λειτουργικές ανάγκες του λεπροκομείου. Ο Νικόλαος, με ασφαλή οδηγό τον Άγιο Άνθιμο ξεκίνησε με ζήλο τον εκεί πνευματικό του αγώνα. Παρεδόθη ολοκληρωτικά στα χέρια του Αγίου πνευματικού του πατρός, και σε διάστημα δύο ετών έλαβε το αγγελικό σχήμα, υπό το μοναχικό όνομα Νικηφόρος. Ο αγώνας του πατρός Νικηφόρου ήταν αξιοζήλευτος ακόμα και σε υγιείς μοναχούς, παρά το γεγονός ότι η εξέλιξη της νόσου ήταν ραγδαία και οι αλλοιώσεις στο σώμα του ήταν πλέον ιδιαίτερα εμφανείς. Προσευχόταν ώρες ατελείωτες κατά διάρκεια της νύχτας, κάνοντας αμέτρητες μετάνοιες, που συνδύαζε με αυστηρή νηστεία και αδιάκριτη γνήσια υπακοή στον γέροντά του. Καθημερινά εργαζόταν στου κήπους του λωβοκομείου και παράλληλα ασκούσε καθήκοντα ψάλτη. Ακόμα και όταν η ασθένειά του κατέστρεψε την όρασή, δεν πτοήθηκε καθόλου, συνεχίζοντας να ψάλλει από στήθους. Οι συνασθενείς του λάβαιναν δύναμη και κουράγιο από την παρουσία του, ενώ η δύναμή του ιδίου ήταν η προσευχή. Το 1957 μ.Χ., όταν έκλεισε το λωβοκομείο της Χίου, ο Άγιος Άνθιμος μερίμνησε και έστειλε τον π. Νικηφόρο στον αντιλεπρικό σταθμό Αγίας Βαρβάρας Αθηνών. Μάλιστα στην συστατική επιστολή προς το θεοφόρο πατέρα Ευμένιο, που υπηρετούσε το ίδρυμα των Αθηνών, του εφιστούσε την προσοχή να προσέξει «τον θησαυρό που του έστελνε η Παναγία διότι είχε πολλά να ωφεληθεί από εκείνον». Ο πατήρ Ευμένιος υποδέχθηκε με πολλή αγάπη τον 67 ετών περίπου πατέρα Νικηφόρο, του οποίου τα μέλη και τα μάτια είχαν τελείως αλλοιωθεί και παραμορφωθεί από τη νόσο. Σύντομα όμως, όταν αντιλήφθηκε την πνευματική του κατάσταση του π. Νικηφόρου έγινε υποτακτικός του. Πλέον τα χαρίσματα της Θεία Χάριτος, που επεσκίαζαν τον Άγιο Νικηφόρο ήταν εμφανή από όλους. Ως εκ τούτου, πλήθος κόσμου συνέρρεε στο ταπεινό κελλάκι του λεπρού μονάχου Νικηφόρου, για να πάρει την ευχή του. Παρά το γεγονός, ότι ο ίδιος ήταν κατάκοιτος, με πάμπολλες πληγές και πόνους, παρηγορούσε τους θλιβομένους που τον επισκέπτονταν. Τα μάτια του ήταν μονίμως ερεθισμένα, η όραση του ελαχίστη, τα χέρια του αγκυλωμένα και τα κάτω άκρα εντελώς παραλυμένα. Τίποτα από αυτά όμως δεν τον εμπόδιζε να είναι γλυκύτατος, μειλίχιος, χαμογελαστός, και ευχάριστος προς τους επισκέπτες του. Το φαγωμένο πρόσωπο του, από τα στίγματα της ασθένειας, έλαμπε ολόκληρο με αποτέλεσμα να γεμίζουν με χαρά, ειρήνη και πίστη οι επισκέπτες του πάμπτωχου και φαινομενικά ασθενή ανθρώπου, που συνέχεια δοξολογούσε τον Θεό του. Ανεπαύθη εν Κυρίῳ στις 4 Ιανουαρίου του 1964 μ.Χ., σε ηλικία 74 ετών. Κηδεύθηκε στον Ιερό Ναό των Αγίων Αναργύρων και ετάφη στο εκεί κοιμητήριο. Κατά την ανακομιδή των τιμίων λειψάνων του πολυάθλου αυτού νέου Ιώβ, τα οστά του ευωδίαζαν. έντονα. Ο πατήρ Ευγένιος, και άλλοι πιστοί ανέφεραν πολλές περιπτώσεις, όπου έγιναν θαύματα με την επίκληση των πρεσβειών προς τον Θεό, του πατρός Νικηφόρου. Αγιοκατατάχθηκε τον Δεκέμβριο του 2012 μ.Χ. με τη μνήμη του να τιμάται την 4 Ιανουαρίου κάθε έτους.
ΠΗΓΗ - http://www.agioiathinas.com/ |