Αγία Φωτεινή Η Μεγαλομάρτυς.
Ο Συγκλονιστικός Βίος και τα Φρικτά Βασανιστήρια της Αγίας, των 2 Γιων της και των 5 Αδελφών Της.
H Αγία Φωτεινή, είναι η Σαμαρείτιδα που συνομίλησε με τον Χριστό στο λεγόμενο πηγάδι του Ιακώβ.
Η συνάντηση και η συνομιλία τους αναφέρεται με σαφήνεια και κάθε λεπτομέρεια στο κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο (4, 5 – 42).
Σύμφωνα με αυτή την ευαγγελική περικοπή ο Χριστός φεύγοντας από την Ιουδαία κατευθύνθηκε προς τη Γαλιλαία και κατά την πορεία Του αυτή έπρεπε να περάσει από τη Σαμάρεια. Έτσι έφτασε σε μία πόλη που ονομαζόταν Συχάρ, όπου πλησίον αυτής βρισκόταν και το πηγάδι του Ιακώβ, το οποίο είχε αφήσει ως κληρονομιά στον γιο του, τον Ιωσήφ και κοντά σ’ αυτό το πηγάδι κάθισε ο Κύριος το μεσημέρι κουρασμένος από την πεζοπορία.
Εκείνη τη στιγμή ήρθε η Σαμαρείτιδα για να βγάλει με τη στάμνα νερό από το πηγάδι και ο ο Χριστός της ζήτησε νερό για να πιει.
Η Σαμαρείτιδα όμως ξαφνιάστηκε, διότι δεν ήταν δυνατόν ένας Ιουδαίος να ζητά από μία γυναίκα της Σαμάρειας να πιει νερό, αφού ως γνωστόν οι Ιουδαίοι δεν συναναστρέφονταν με τους Σαμαρείτες και τότε ο Χριστός της είπε ότι εάν ήξερε τί δώρο ετοιμάζει ο Θεός για τους ανθρώπους και ποιος είναι Αυτός που της ζητάει να πιει νερό, τότε θα Του ζητούσε να πιει, όταν μάλιστα Εκείνος θα της έδινε να πιει το «ὕδωρ τό ζῶν».
Εκείνη όμως απευθυνόμενη στον Κύριο Του είπε ότι αφενός μεν Εκείνος δεν έχει κουβά, αφετέρου δε το πηγάδι είναι βαθύ, από πού λοιπόν θα προέλθει το «ὕδωρ τό ζῶν», όταν μάλιστα από αυτό το πηγάδι ήπιε νερό όχι μόνο ο Ιακώβ, αλλά και τα παιδιά και τα ζώα του και επίσης τον ρώτησε επίσης μήπως νομίζει ότι είναι ανώτερος από τον Ιακώβ που τους χάρισε το πηγάδι του.
Τότε ο Κύριος της είπε:
πᾶς ὁ πίνων ἐκ τοῦ
ὕδατος τούτου διψήσει πάλιν˙ὅς
δ’ ἄν πίῃ ἐκ τοῦ ὕδατος
οὗ ἐγώ δώσω αὐτῷ,
γενήσεται ἐν αὐτῷ
πηγή ὕδατος ἁλλομένου
εἰς ζωήν αἰώνιον
δηλαδή όποιος πίνει από αυτό το νερό, θα ξαναδιψάσει, αλλά όποιος θα πιει από το νερό που εγώ θα του δώσω, δεν θα διψάσει ποτέ, αλλά θα γίνει η πηγή που θα αναβλύζει νερό αιωνίου ζωής.
Τότε η Σαμαρείτιδα ζήτησε από τον Κύριο να της δώσει να πιει από αυτό το νερό για να μην διψάει και αναγκάζεται και έρχεται στο πηγάδι για να βγάζει νερό.
Μόλις ο Κύριος άκουσε αυτά, της είπε να πάει να φωνάξει τον άνδρα της, αλλά εκείνη Του δήλωσε ότι δεν έχει άνδρα.
Τότε ο Κύριος της είπε ότι πράγματι δεν υπάρχει σύζυγος, διότι έχει ήδη συναναστραφεί με πέντε άνδρες και αυτόν τον οποίο έχει τώρα, δεν είναι νόμιμος σύζυγος, έκπληκτη η Σαμαρείτιδα ομολόγησε τότε ότι αυτό είναι αλήθεια και ότι Αυτός, με τον Οποίο συνομιλεί τώρα, είναι ένας προφήτης και ότι οι Σαμαρείτες λάτρεψαν τον Θεό σ’ αυτό το βουνό, ενώ οι Ιουδαίοι ισχυρίζονται ότι στα Ιεροσόλυμα βρίσκεται ο τόπος, όπου πρέπει κανείς να Τον λατρεύει.
Τότε ο Κύριος της είπε ότι πλησιάζει ο καιρός που ο Θεός δεν θα λατρεύεται ούτε σ’ αυτό το βουνό ούτε στα Ιεροσόλυμα, τονίζοντάς της ότι οι μεν Σαμαρείτες λατρεύουν κάτι που δεν γνωρίζουν, οι δε Ιουδαίοι γνωρίζουν αυτό που λατρεύουν, διότι η σωτηρία έρχεται από αυτούς.
Αλλά ήρθε ο καιρός που αυτοί που θα λατρεύουν τον Θεό αληθινά, θα Τον λατρεύουν με τη δύναμη του Πνεύματος και με την επίγνωση της αλήθειας, αφού τέτοιους ζητά ο Θεός για να Τον προσκυνούν.
Στο σημείο αυτό ο Ιησούς Χριστός τόνισε:
Πνεῦμα ὁ Θεός
καί τούς προσκυνοῦντας Αὐτόν
ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ
δεῖ προσκυνεῖν
Τότε η Σαμαρείτιδα Του είπε ότι γνωρίζει ότι θα έρθει ο Μεσσίας που λέγεται Χριστός και όταν έρθει, θα τα εξηγήσει όλα.
Εκείνη τη στιγμή ο Κύριος της αποκάλυψε την ιδιότητά Του ως Μεσσίας, λέγοντάς της:
Ἐγώ εἰμι ὁ λαλῶν σοι
δηλαδή ότι ο Χριστός είναι Εκείνος που της μιλάει αυτή τη στιγμή.
Πάνω στην ώρα επέστρεψαν και οι μαθητές Του που είχαν πάει στην πόλη για να αγοράσουν τρόφιμα και ξαφνιάστηκαν όταν είδαν τον Διδάσκαλό τους να συνομιλεί με μία γυναίκα, αφού κάτι τέτοιο δεν συνηθιζόταν από τις παραδόσεις των Ραββίνων.
Κανείς όμως από τους μαθητές δεν τόλμησε να Τον ρωτήσει γιατί συνομιλεί με μία γυναίκα.
Τότε η Σαμαρείτιδα άφησε τη στάμνα της και αφού πήγε στην πόλη, άρχισε να καλεί τον κόσμο να έρθει να γνωρίσει έναν άνθρωπο που της αποκάλυψε όλα όσα είχε κάνει.
Μάλιστα αναρωτήθηκε μήπως Αυτός είναι ο Χριστός, ενώ η θαυμαστή αυτή αποκάλυψη παρακίνησε πολλούς να έρθουν από την πόλη για να Τον γνωρίσουν.
Στο μεταξύ οι μαθητές άρχισαν να παρακαλούν τον Κύριο να φάει κάτι.
Εκείνος όμως τους είπε ότι έλαβε τροφή, την οποία οι μαθητές δεν γνωρίζουν.
Στον προβληματισμό των μαθητών εάν κάποιος Του έφερε φαγητό, ο Κύριος τους είπε ότι η τροφή Του είναι να εκτελεί το θέλημα Εκείνου που Τον έστειλε στον κόσμο για να ολοκληρώσει το έργο Του.
Στο σημείο αυτό ο Κύριος, βασιζόμενος στην παροιμία «άλλος είναι αυτός που σπέρνει και άλλος είναι αυτός που θερίζει», είπε στους μαθητές Του να κοιτάξουν στα χωράφια τα στάχυα που είναι έτοιμα για θερισμό, υπονοώντας τους λαούς και τα έθνη που δεν έχουν γνωρίσει ακόμη τη χριστιανική αλήθεια και σωτηρία.
Κατόπιν τους είπε ότι όποιος μεν θερίζει, λαμβάνει μισθό και μαζεύει καρπό για την αιώνια ζωή, όποιος δε σπέρνει, χαίρεται μαζί μ’ εκείνον που θερίζει.
Παράλληλα τους τόνισε ότι ενώ τους έστειλε για να θερίσουν καρπό, για τον οποίον όμως δεν κοπίασαν, αφού άλλοι μόχθησαν, εκείνοι μπήκαν για να θερίσουν τον δικό τους καρπό.
Στο μεταξύ από την πόλη Συχάρ πολλοί Σαμαρείτες πίστεψαν στον Κύριο ότι είναι ο Μεσσίας, αφού αποκάλυψε στην αμαρτωλή Σαμαρείτιδα όλα όσα είχε πράξει.
Μετά την εις ουρανούς Ανάληψη του Κυρίου και την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος στους Αγίους Αποστόλους κατά την ευφρόσυνο ημέρα της Πεντηκοστής, η Σαμαρείτιδα εκ της πόλεως Συχάρ έχοντας ως ξεχωριστό βίωμα την προσωπική της συνάντηση με τον Κύριο, βαπτίσθηκε χριστιανή από τους Αγίους Αποστόλους μαζί με τους δύο γιους και τις πέντε αδελφές της και ονομάσθηκε Φωτεινή. Από εκείνη τη στιγμή αφιέρωσε όλη τη ζωή της στη διάδοση του Ευαγγελίου του Χριστού, περιοδεύοντας σε διάφορες πόλεις και καταλήγοντας στη Ρώμη επί των ημερών του αιμοβόρου και παρανοϊκού βασιλέως Νέρωνα (54 – 68 μ.Χ).
Πιστοί συναθλητές και φλογεροί συνοδοιπόροι της υπήρξαν οι πέντε αδελφές της, η Ανατολή, η Φωτώ, η Φωτίδα, η Παρασκευή και η Κυριακή, καθώς και οι δύο γιοι της, ο Βίκτωρας που μετονομάσθηκε Φωτεινός και ο Ιωσής.
Την εποχή λοιπόν αυτή και συγκεκριμένα το 66 ο Νέρων είχε εξαπολύσει έναν αδυσώπητο διωγμό εναντίον των χριστιανών, αφού μετά το μαρτύριο των δύο κορυφαίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου αναζητούνταν λυσσαλέα οι μαθητές των Αποστόλων για να θανατωθούν με απώτερο σκοπό την εξάλειψη του ονόματος του Χριστού και της χριστιανικής πίστεως στον κόσμο.
Σ’ αυτή την κρίσιμη στιγμή για την πορεία του χριστιανισμού η Αγία Φωτεινή μαζί με τον μικρότερο γιο της, τον Ιωσή, βρισκόταν στην Καρθαγένη της Αφρικής, όπου κήρυττε με ξεχωριστή παρρησία το Ευαγγέλιο του Χριστού.
Τον άλλο όμως γιο της Αγίας, τον Βίκτωρα, ο βασιλιάς Νέρων τον διόρισε αρχιστράτηγο, επειδή είχε νικήσει στον πόλεμο εναντίον των Αράβων και τον έστειλε στην Ιταλία για να εξοντώσει τους εκεί χριστιανούς, αγνοώντας βέβαια ότι ήταν χριστιανός.
Ο δούκας όμως της Ιταλίας Σεβαστιανός γνωρίζοντας τη χριστιανική ιδιότητα του Βίκτωρα, της μητέρας του και του αδελφού του, τον συμβούλεψε να εκτελέσει πιστά την εντολή του βασιλιά για να μην κινδυνεύσει η ζωή του.
Αλλά ο Βίκτωρας δήλωσε ότι επιθυμεί να κάνει μόνο το θέλημα του Χριστού και περιφρονεί την προσταγή του βασιλιά.
Τότε ο δούκας τον συμβούλεψε να κοιτάξει το συμφέρον του που είναι να τιμωρήσει τους χριστιανούς για να γίνει ευάρεστος στον βασιλιά, αλλά και να κερδίσει και χρήματα από την αρπαγή των περιουσιών τους.
Του τόνισε επίσης να συμβουλεύσει τη μητέρα και τον αδελφό του να σταματήσουν να κηρύττουν τον Χριστό και να διδάσκουν τους Έλληνες να αρνιούνται τη θρησκεία των πατρώων θεών, διότι αυτό θα έχει ως συνέπεια να κινδυνεύσει και η δική τους ζωή.
Παράλληλα του πρότεινε ότι μπορούν κρυφά να πιστεύουν στον Χριστό.
Ο Βίκτωρας όμως όχι μόνο απέρριψε τις συμβουλές και τις προτάσεις του δούκα, αλλά δήλωσε με παρρησία ότι και εκείνος θα κηρύττει το όνομα του Χριστού.
Εκείνη τη στιγμή ο δούκας του είπε να σκεφθεί τί θα πράξει, αλλά αμέσως τυφλώθηκε και αφού έπεσε στη γη από τους αφόρητους πόνους στα μάτια, έμεινε άφωνος.
Τότε οι παρευρισκόμενοι τον σήκωσαν και αφού έμεινε άφωνος τρεις ημέρες, την τέταρτη ημέρα φώναξε δυνατά ότι Ένας είναι ο Θεός και Αυτός είναι ο Θεός των χριστιανών.
Στο άκουσμα αυτών των λόγων ο Βίκτωρας τον ρώτησε τί συνέβη και άλλαξε τόσο ξαφνικά η γνώμη και η στάση του.
Εκείνος τότε του απάντησε ότι τον προσκάλεσε ο ίδιος ο Χριστός.
Στη συνέχεια ο δούκας Σεβαστιανός κατηχήθηκε στη χριστιανική πίστη από τον Βίκτωρα και μόλις βαπτίσθηκε, επανέκτησε το φως του και δόξασε το όνομα του Θεού.
Βλέποντας οι ειδωλολάτρες το παράδοξο αυτό θαύμα, φοβήθηκαν μήπως πάθουν τα ίδια που υπέστη ο δούκας.
Γι’ αυτό και προσέτρεξαν στον Βίκτωρα και αφού κατηχήθηκαν από αυτόν στη χριστιανική πίστη, βαπτίσθηκαν χριστιανοί.
Σε σύντομο όμως χρονικό διάστημα ο βασιλιάς της Ρώμης Νέρων πληροφορήθηκε ότι τόσο ο στρατηλάτης Βίκτωρας και ο δούκας της Ιταλίας Σεβαστιανός όσο και η μητέρα του Βίκτωρα, η Φωτεινή, μαζί με τον γιο της, τον Ιωσή, κηρύττουν τον Χριστό και οδηγούν τους ειδωλολάτρες στη χριστιανική πίστη.
Το γεγονός αυτό εξαγρίωσε τον χριστιανομάχο βασιλιά, ο οποίος έστειλε αμέσως στρατιώτες στην Ιταλία για να φέρουν στη Ρώμη όλους τους χριστιανούς.
Στην κρίσιμη αυτή στιγμή παρουσιάσθηκε ο Κύριος στους χριστιανούς για να τους ενθαρρύνει στον αγώνα τους.
Απευθυνόμενος μάλιστα στον Βίκτωρα του είπε ότι από τώρα και στο εξής το όνομά του θα είναι Φωτεινός, διότι σε πολλούς θα μεταδώσει το φως και θα πιστέψουν στο όνομα του Κυρίου.
Τον συμβούλεψε επίσης να στηρίξει με τους λόγους του τον Σεβαστιανό, όταν θα έρθει η ώρα του μαρτυρίου του, ενώ ευχήθηκε ότι θα είναι μακάριος και καλότυχος εκείνος που θα αγωνισθεί μέχρι τέλους, στο μεταξύ η Αγία Φωτεινή, στην οποία αποκαλύφθηκαν όλα όσα θα της συνέβαιναν, έφυγε από την Καρθαγένη και έφθασε στη Ρώμη, συνοδευόμενη από πλήθος χριστιανών.
Εκεί άρχισε να κηρύττει με ξεχωριστή παρρησία τον Χριστό και όταν παρουσιάσθηκε μαζί με τον γιο της, τον Ιωσή, ενώπιον του βασιλιά, του είπε ότι θα του μιλήσει για τον Χριστό για να Τον ασπασθεί.
Εκείνη τη στιγμή όμως αναγγέλθηκε στον βασιλιά ότι είχαν έρθει ο δούκας Σεβαστιανός και ο στρατηλάτης Βίκτωρας.
Όταν ομολόγησαν και οι δύο ότι όλα όσα πληροφορήθηκε ο Νέρων είναι αληθινά, τότε οργισμένος ο χριστιανομάχος βασιλιάς τους ρώτησε, εάν αρνούνται τον Χριστό ή θέλουν να πεθάνουν με φρικτό θάνατο.
Τότε αφού ύψωσαν τα μάτια τους στον ουρανό, δήλωσαν ότι δεν πρόκειται ποτέ να αποχωρισθούν από την πίστη και την αγάπη του Χριστού.
Κατόπιν ο βασιλιάς ρώτησε να μάθει τα ονόματά τους.
Τότε η Αγία Φωτεινή παρουσίασε τις πέντε αδελφές και τους δύο γιους της, ενώ του δήλωσε ύστερα από σχετικό ερώτημα ότι όλοι είναι σύμφωνοι και έτοιμοι να θυσιαστούν για την αγάπη του Χριστού.
Στο άκουσμα αυτών των λόγων ο εξαγριωμένος βασιλιάς διέταξε να συντριβούν οι αρμοί των χεριών τους με σιδερένιες σφαίρες.
Όμως παρά το φρικτό βασανιστήριο ούτε πόνο αισθάνθηκαν ούτε τα χέρια τους συντρίφθηκαν, αφού προστατεὐθηκαν από τον Θεό με θαυμαστό τρόπο.
Βλέποντας ο Νέρων το παράδοξο αυτό θαύμα, διέταξε να κοπούν τα χέρια των μαρτύρων.
Αμέσως οι υπηρέτες του βασιλιά άρπαξαν την Αγία Φωτεινή και αφού έδεσαν τα χέρια της, τα έβαλαν πάνω στο αμόνι.
Όμως παρά τα αλλεπάλληλα χτυπήματα με μαχαίρια, δεν κατόρθωσαν απολύτως τίποτα, αλλά απεναντίας οι δήμιοι παρέλυσαν και έπεσαν κάτω σαν να ήταν νεκροί.
Η Αγία ευχαρίστησε τον Θεό, αλλά ο αιμοχαρής βασιλιάς άρχισε να απορεί με τα γενόμενα, αλλά και να σκέπτεται τί θα πράξει για να κατατροπώσει τους μάρτυρες και να τους υποτάξει στο δικό του θέλημα.
Έτσι αποφάσισε τους μεν άνδρες να τους κλείσει σε σκοτεινή φυλακή, τη δε Αγία Φωτεινή μαζί με τις πέντε αδελφές της να τις οδηγήσει μέσα σ’ ένα χρυσό κουβούκλιο.
Εκεί οι θρόνοι, τα στολίδια, τα ενδύματα και οι ζώνες θα ήταν χρυσά, ενώ διέταξε και την κόρη του, τη Δομνίνα, να πάει μαζί με όλες τις υπηρέτριές της στο χρυσό κουβούκλιο για να δελεάσει τη Φωτεινή και τις αδελφές της να εγκαταλείψουν τη χριστιανική πίστη.
Τους δόθηκε μάλιστα και η υπόσχεση ότι εάν αρνηθούν τον Χριστό, τότε θα έχουν πάντοτε την εύνοια και τη φροντίδα του βασιλιά, αλλά και πολύ περισσότερα πλούτη και τιμές.
Όμως οι άγιες αυτές γυναίκες απέρριψαν τις δελεαστικές προτάσεις του παρανοϊκού βασιλιά και όταν η Αγία Φωτεινή είδε τη Δομνίνα, της είπε:
Χαῖρε, ἡ νύμφη τοῦ Κυρίου μου
η δε κόρη του Νέρωνα της απάντησε:
Χαίροις καί σύ,
κυρία μου,
ἡ λαμπάς τοῦ Χριστοῦ.
Μόλις η Αγία άκουσε τη Δομνίνα να λέει το όνομα του Χριστού, χάρηκε τόσο πολύ, ώστε αφού ευχαρίστησε τον Κύριο και την αγκάλιασε, την κατήχησε στη χριστιανική πίστη μαζί με όλες τις υπηρέτριές της και κατόπιν τις βάπτισε όλες.
Στη Δομνίνα δόθηκε το όνομα Ανθούσα, η οποία πρόσταξε τη Στεφανίδα, που ήταν η μεγαλύτερη από τις υπηρέτριες, να διανείμει στους φτωχούς όλα τα χρυσά στολίδια και τα χρήματα που βρίσκονταν μέσα στο χρυσό κουβούκλιο.
Μόλις πληροφορήθηκε ο βασιλιάς τις νέες αυτές εξελίξεις, διέταξε εξοργισμένος να βάλουν μέσα σ’ ένα πυρακτωμένο καμίνι που έκαιγε επί επτά ημέρες την Αγία Φωτεινή μαζί με όλους τους συνακολούθους της, άνδρες και γυναίκες, και να τους αφήσουν μέσα σ’ αυτό τρεις ημέρες.
Όταν όμως πέρασε το διάστημα των τριών ημερών και διέταξε ο Νέρων να ανοίξουν το καμίνι και εάν βρουν τα οστά τους μέσα να τα ρίξουν στο ποτάμι.
Ανοίγοντας όμως οι στρατιώτες το καμίνι, τους βρήκαν όλους σώους και αβλαβείς, γεγονός που τους άφησε άναυδους και το παράδοξο αυτό θαύμα διαδόθηκε αμέσως στη Ρώμη και όλοι δόξασαν τον Θεό.
Μόλις ο βασιλιάς όμως έμαθε για το νέο αυτό θαύμα, αποφάσισε αμετανόητος αλλά και τυφλωμένος από τον εγωισμό και την κακία του να δώσουν στους αγίους θανατηφόρα δηλητήρια και για αυτό τον σκοπό προσκλήθηκε ο διαβόητος μάγος Λαμπάδιος, ο οποίος έδωσε πρώτα στην Αγία Φωτεινή να πιει το δηλητήριο.
Εκείνη έχοντάς το στα χέρια της, του είπε ότι λόγω της αμαρτωλότητός του όχι μόνο δεν πρέπει εκείνη και οι υπόλοιποι να το πιουν, αλλά ούτε και να το κρατήσουν. Κατόπιν ενώπιον του βασιλιά και του μάγου δήλωσε ότι πρώτη από όλους τους άλλους θα πιει το δηλητήριο στο όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού για να δουν την παντοδυναμία Του.
Στη συνέχεια ας πιουν και όλοι οι υπόλοιποι που συντάσσονται μαζί της. Αλλά όλοι όσοι ήπιαν το δηλητήριο, έμειναν αβλαβείς. Τότε ο μάγος έμεινε εκστατικός και είπε στην Αγία ότι έχει και άλλο πολύ ισχυρότερο δηλητήριο.
Μάλιστα δήλωσε ότι εάν και μ’ αυτό το θανατηφόρο παρασκεύασμα δεν βρουν ακαριαίο θάνατο, τότε θα πιστέψει και εκείνος στον Κύριο. Όμως και αυτό το δηλητήριο δεν είχε απολύτως καμία επίπτωση στην υγεία τους και έτσι όλοι έμειναν αβλαβείς.
Τότε ο μάγος έμεινε άναυδος από το νέο θαύμα και αφού μάζεψε όλα τα μαγικά του βιβλία, τα έριξε στη φωτιά για να καούν.
Κατόπιν βαπτίσθηκε χριστιανός, λαμβάνοντας το όνομα Θεόκλητος.
Μόλις όμως ο αιμοβόρος Νέρων έμαθε για τη μεταστροφή στον χριστιανισμό του μέχρι πρότινος μάγου, έδωσε τη διαταγή να τον συλλάβουν.
Στη συνέχεια τον οδήγησαν έξω από τα τείχη της Ρώμης, όπου έλαβε χώρα ο δια ξίφους αποκεφαλισμός του.
Μετά τη θανάτωση του Θεοκλήτου ο χριστιανομάχος βασιλιάς πρόσταξε να κόψουν τα νεύρα των αγίων, αρχίζοντας από την Αγία Φωτεινή, αλλά κατά τη διάρκεια του βασανιστηρίου οι άγιοι ενέπαιζαν τον βασιλιά και τους θεούς του.
Το γεγονός αυτό τον εξόργισε τόσο πολύ, ώστε διέταξε να ανακατέψουν θειάφι με λιωμένο μολύβι και αφού κοχλάσει, να το χύσουν μέσα στο στόμα της πολυάθλου Αγίας Φωτεινής και μέσα στα αυτιά των υπολοίπων, όμως και μέσα από αυτό το βασανιστήριο έμειναν αβλαβείς, δοξάζοντας τον Θεό.
Ο Νέρων έμεινε τότε άναυδος, αλλά και αμετανόητος και διέταξε να τους κρεμάσουν και αφού ξύσουν όλο τους το σώμα, να τους κάψουν με αναμμένες λαμπάδες, ενώ μέσα στα ρουθούνια τους έχυσαν ξίδι αναμεμειγμένο με στάχτη. Όμως και αυτά τα βασανιστήρια όχι μόνο δεν έκαμψαν την πίστη τους, αλλά απεναντίας την ενίσχυσαν δοξάζοντας ευτυχισμένοι τον Θεό.
Η παράνοια και η κακία όμως του αιμοχαρούς τυράννου τον οδήγησαν και σε νέα βασανιστήρια. Έτσι διέταξε να τους τυφλώσουν και να τους κλείσουν σε σκοτεινή και βρώμικη φυλακή με δηλητηριώδη φίδια. Όταν όμως κλείσθηκαν στη φυλακή, τα μεν φίδια απονεκρώθηκαν, η δε δυσωδία μετατράπηκε σε ευωδία.
Επιπλέον ένα υπέρλαμπρο φως έλαμψε μέσα στο σκότος της φυλακής και ο Κύριος παρουσιάσθηκε στο μέσο των φυλακισμένων αγίων, λέγοντάς τους:
Εἰρήνη ὑμῖν
και αφού πήρε την Αγία Φωτεινή από το χέρι, τη σήκωσε και της είπε:
Ἐγώ εἰμι μεθ’ ὑμῶν
πάντοτε, ὅθεν
μή φοβεῖσθε,
ἀλλά μᾶλλον
πάντοτε χαίρετε
Αμέσως μ’ αυτό τον λόγο του Κυρίου ανέβλεψαν τα μάτια των τυφλωθέντων αγίων, οι οποίοι μόλις Τον είδαν, Τον προσκύνησαν και ο Κύριος, αφού τους ευλόγησε, λέγοντάς τους:
Ἀνδρίζεσθε καί ἐνδυναμοῦσθε
ανέβηκε στους ουρανούς.
Ο ασεβής όμως Νέρων βλέποντας τα γενόμενα, πρόσταξε εξαγριωμένος να μείνουν οι άγιοι μέσα στη φυλακή τρία χρόνια, ώστε μέσα από δυσβάκτατες ταλαιπωρίες να βρουν φρικτό θάνατο.
Μετά την έλευση των τριών ετών έστειλε ο βασιλιάς ανθρώπους στη φυλακή για να αποφυλακίσουν έναν υπηρέτη, όμως μπαίνοντας στη φυλακή είδαν την Αγία Φωτεινή και τους συνακολούθους της να χαίρουν άκρας υγείας και να έχουν επανακτήσει την όρασή τους και ο χώρος της φυλακής να είχε πλημμυρίσει άπλετο φως και άρρητη ευωδία.
Στο άκουσμα αυτής της είδησης ο Νέρων έγινε έξω φρενών και κατ’ εντολήν του οδηγήθηκαν οι άγιοι ενώπιόν του και αφού τους επέπληξε για το ότι κηρύττουν μέσα στη φυλακή το όνομα του Χριστού, τους απείλησε ότι θα τους υποβάλλει σε νέα φρικτά βασανιστήρια, όμως εκείνοι του δήλωσαν με παρρησία:
Ἐκεῖνο ὅπερ θέλεις ποίησον,
διότι ἡμεῖς δέν θέλομεν
παύσει κηρύττοντες τόν Χριστόν,
ὅστις εἶναι Θεός ἀληθινός
καί ποιητής τοῦ παντός.
Μόλις άκουσε αυτά ο παρανοϊκός βασιλιάς, πρόσταξε να σταυρώσουν τους αγίους κατακέφαλα και να ξύσουν τις σάρκες τους επί τρεις ημέρες μέχρι να διαλυθούν, μάλιστα τους άφησαν κρεμασμένους και άλλες τέσσερις ημέρες.
Όταν όμως οι δήμιοι πήγαν να δουν, εάν ζούσαν ακόμη, αμέσως τυφλώθηκαν, μόλις τους είδαν κρεμασμένους.
Εκείνη τη στιγμή Άγγελος Κυρίου κατέβηκε από τους ουρανούς και αφού έλυσε τους μάρτυρες, θεράπευσε όλες τις πληγές τους.
Τότε η Αγία Φωτεινή αισθανόμενη λύπη για την τύφλωση των δημίων, προσευχήθηκε στον Θεό για τη σωτηρία τους.
Αμέσως επανέκτησαν το φως τους, γεγονός που τους έκανε να πιστέψουν στον Ιησού Χριστό και να βαπτισθούν χριστιανοί.
Όταν όμως πληροφορήθηκε το γεγονός αυτό ο Νέρων, διέταξε εξοργισμένος να γδάρουν το δέρμα της Αγίας Φωτεινής, το οποίο έριξαν στο ποτάμι, ενώ την ίδια την έριξαν σε ένα πηγάδι.
Αλλά και ο Σεβαστιανός, ο Φωτεινός και ο Ιωσής είχαν την ίδια τύχη, αφού και οι τρεις εγδάρησαν, ενώ τους έκοψαν ακόμα και τα γεννητικά τους όργανα, τα οποία έριξαν στα σκυλιά.
Στις πέντε αδελφές της Αγίας Φωτεινής έκοψαν πρώτα τους μαστούς τους και κατόπιν έγδαραν το δέρμα τους.
Αξιοθαύμαστη υπήρξε η γενναιότητα της Αγίας Φωτίδος που ήταν μία από τις πέντε αδελφές της πολυάθλου Αγίας Φωτεινής, που όταν πήγαν να την γδάρουν, με ανδρείο φρόνημα υπέμεινε το μαρτύριό της και αυτό εξαγρίωσε ακόμη περισσότερο τον Νέρωνα, ο οποίος διέταξε να την δέσουν στις λυγισμένες κορυφές δύο δένδρων που είχαν ενώσει με τη βία και κατόπιν να τις αφήσουν να έρθουν στην πρότερή τους θέση με αποτέλεσμα να διαμελισθεί η ένδοξος μάρτυς σε δύο μέρη και να παραδώσει την αγία της ψυχή στον Θεό.
Μετά κατόπιν και κατ’ εντολήν του Νέρωνα αποκεφαλίσθηκαν δια ξίφους οι υπόλοιποι μάρτυρες εκτός της Αγίας Φωτεινής, την οποία ανέσυραν από το πηγάδι και την έκλεισαν στη φυλακή.
Όμως η πολύαθλος Αγία αισθανόταν πολύ μεγάλη λύπη, διότι δεν είχε αξιωθεί ακόμη του στεφάνου του μαρτυρίου, όπως οι υπόλοιποι για αυτό και άρχισε να προσεύχεται στον Θεό, ο Οποίος της παρουσιάσθηκε και αφού την σφράγισε τρεις φορές με το σημείο του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού, θεράπευσε όλες τις πληγές της και μετά από πολλές ημέρες και αφού η αγία δόξασε το όνομα του Θεού, παρέδωσε στα χέρια Του την πάναγνη ψυχή της.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία ονόμασε την Αγία Φωτεινή μεγαλομάρτυρα και ισαπόστολο και καθιέρωσε να εορτάζει τη μνήμη της στις 26 Φεβρουαρίου, ενώ της έχει αφιερώσει και την Ε΄ Κυριακή από του Πάσχα, τη γνωστή ως «Κυριακή της Σαμαρείτιδος», κατά την οποία τιμούμε τον διάλογο του Ιησού Χριστού με την αμαρτωλή Σαμαρείτιδα, τη μετέπειτα μεγαλομάρτυρα και ισαπόστολο Αγία Φωτεινή.
Η Αγία Οικογένεια της Αγίας Φωτεινής της Σαμαρείτιδος
- 26 Φεβρουαρίου.
Η Αγία Ανατολή ήταν η πρώτη αδελφή της Αγίας Φωτεινής.
Η Αγία Φωτώ ήταν η δεύτερη αδελφή της Αγίας Φωτεινής.
Η Αγία Φωτίς ήταν η τρίτη αδελφή της Αγίας Φωτεινής και μαρτύρησε αφού την έδεσαν σε δύο δένδρα και την ξέσχισαν.
Η Αγία Παρασκευή ήταν η τέταρτη αδελφή της Αγίας Φωτεινής.
Η Αγία Κυριακή ήταν η πέμπτη αδελφή της Αγίας Φωτεινής.
Ο Άγιος Φωτεινός ήταν ο πρωτότοκος υιός της Αγίας Φωτεινής.
Ο Άγιος Ιωσής ήταν οδευτερότοκος υιός της Αγίας Φωτεινής.
Όλοι μαρτύρησαν δια ξίφους.