Σάββατο 17 Σεπτεμβρίου 2022

Η Νέμεσις, ο Ερντογάν, ο Τσόρτσιλ και ο Τζέιμς Μποντ

 

Η Νέμεσις, ο Ερντογάν, ο Τσόρτσιλ και ο Τζέιμς Μποντ

...τιμητική(!) ονομασία σχολείου στην σημερινή Τουρκία...

Ιδού οι νεοότουρκοι στο βίντεο.

 

...με τον Ερντογάν!
Βλ. και AGHET- A Genocide

Ποιος θυμάται σήμερα την σφαγή των Αρμενίων;


A. Hitler, 22 Αυγούστου 1939

ΕΜΕΙΣ.

 

Οι γενοκτονίες του 1915

Για την ιστορική αλήθεια πρέπει κατά αρχήν να διευκρινίσουμε κάτι:
Η γενοκτονία του 1915 των Ελλήνων, των Αρμενίων, των Ασσυρίων και άλλων πληθυσμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχε εθνικό χαρακτήρα (ανεξαιρέτου θρησκεύματος) και μόνο η γενοκτονία των  Νεστοριανών χριστιανών είχε θρησκευτικό χαρακτήρα.
Αν και μέχρι σήμερα η Τουρκία δεν έχει ακολουθήσει τον δρόμο της Γερμανίας, που αναγνώρισε το ολοκαύτωμα των εβραίων και ζήτησε συγγνώμη από το Ισραήλ, ο Ερντογάν –κυρίως με την πρόφαση ότι το Ισραήλ δεν ζητάει συγνώμη για  τις δολοφονίες στην Γάζα, στην Αίγυπτο-, υποδύεται τον ρόλο του ηγέτη της νεοοθωμανικής αυτοκρατορίας  και φιλοδοξεί να αναδείξει τη χώρα του σε μεγαλύτερη  περιφερειακή δύναμη, και να αναλάβει ως ηγέτης την αναγέννηση της αναδυόμενης νέας οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Στο θέμα της γενοκτονίας του 1915  όμως, κρίνεται η μεγαλοσύνη, ηθική και πολιτική, της σημερινής ηγεσίας της Τουρκίας.... και όμως: Η Τουρκία αρνείται την ύπαρξη γενοκτονίας και ισχυρίζεται ότι πραγματοποιήθηκε ένας βίαιος εκτοπισμός πληθυσμών.

Η γενοκτονία του 1915 των Αρμενίων.

Αν και έγιναν μετά τον πόλεμο  προσπάθειες που κατεβλήθησαν για την ποινική δίωξη των πρωταιτίων της Γενοκτονίας των Αρμενίων, τελικά δεν καρποφόρησαν για λόγους εσωτερικής (τουρκικής) και διεθνούς πολιτικής. Τα τουρκικά δικαστήρια αν και κατάφεραν να συγκεντρώσουν τα απαραίτητα έγγραφα που αποδείκνυαν τα διαπραχθέντα εγκλήματα σε βάρος των Αρμενίων, απέτυχαν να τιμωρήσουν τους εγκληματίες πολέμου.
Στην Τουρκία το ανερχόμενο εθνικιστικό κίνημα του Μουσταφά Κεμάλ αντιτάχθηκε στις δικαστικές προσπάθειες που στόχευαν στη δίωξη των τούρκων στρατιωτικών και κυβερνητικών αξιωματούχων. Στο βιβλίο του, Η Ιστορία της Αρμενικής Γενοκτονίας, ο Βαχάκν Νταντριάν αναφέρει ότι «οι εθνικιστικές φιλοδοξίες ενότητας και εθνικής υπερηφάνειας δεν ταίριαζαν με την εσωτερική παρόρμηση να επιρρίψουν μομφή και ν’ αποδώσουν ευθύνες στους Τούρκους για τη Γενοκτονία των Αρμενίων».
Παράλληλα, στο διεθνές επίπεδο οι πολιτικές εκτιμήσεις βάρυναν περισσότερο από την επιθυμία των Συμμάχων – παρά τη δημόσια δέσμευσή τους – ν’ αναγκάσουν τους Τούρκους ν’ αναγνωρίσουν και να διώξουν ποινικά τους εγκληματίες πολέμου. Στο ζήλο τους να κερδίσουν την εύνοια της κεμαλικής κυβέρνησης, η Γαλλία και η Ιταλία υπονόμευσαν τις προσπάθειες της Αγγλίας και σ’ ένα μικρότερο βαθμό, αυτές των Ηνωμένων Πολιτειών ν’ αποδοθεί δικαιοσύνη. Η Αγγλία χωρίς την υποστήριξη των Συμμάχων και καθώς ήταν υποχρεωμένη ν’ αντιμετωπίσει μόνη της την τουρκική αντίδραση, θυσίασε τελικά την επιδίωξή της για απονομή δικαιοσύνης στο βωμό των πολιτικών της συμφερόντων.
Η θεάς της εκδίκησης  Νέμεσις παίρνει σάρκα και οστά
Έτσι, την ευθύνη για την τιμωρία των δημίων
του αρμενικού λαού θα αναλάβουν οι αρμένιοι κομάντος εκδικητές, οι οποίοι απλώς θα εφαρμόσουν τις αποφάσεις των τουρκικών δικαστηρίων και θα εκτελέσουν τους υψηλόβαθμους αξιωματούχους της κυβέρνησης των Νεότουρκων που δικάστηκαν και κρίθηκαν υπεύθυνοι των μαζικών δολοφονιών. Η ομάδα των τιμωρών δεν ξεπερνά τα δέκα άτομα και δρα στα πλαίσια μιας μακράς προετοιμασίας. Μετά από μια πρώτη περίοδο εντοπισμού και ταυτοποίησης του θύματος, η επιτήρηση επικεντρώνεται στις διαδρομές και στα μέρη των περιπάτων και των συναντήσεών τους. Κατόπιν με την πρώτη ευκαιρία πραγματοποιείται η εκτέλεση. Ο Αρμένιος τιμωρός διακατέχεται από μια ασυνήθιστη συμπεριφορά: ταυτίζεται με το σχέδιό του, με τον ύψιστο στόχο του. Μισεί το έγκλημα αλλά κάνει τη θυσία της ζωής του. Η πράξη του χαρακτηρίζεται από μια αδήριτη αναγκαιότητα, ένα πεπρωμένο που είναι αδύνατο ν’ αποφύγει εφόσον είναι διαταγή της οργάνωσής του.
Η πρώτη εκτέλεση τούρκου αξιωματούχου πραγματοποιείται στο Βερολίνο και εντάσσεται στα πλαίσια μιας επιχείρησης που πήρε το όνομα της θεάς της εκδίκησης, Νέμεσις, από την ελληνική μυθολογία. Συγκεκριμένα, γύρω στις 11 το πρωί της Τρίτης 15 Μαρτίου 1921, στη συνοικία Σαρλότεμπουργκ, ο Σογομών Τεχλιριάν, μετά από συστηματική παρακολούθηση δέκα ημερών, κρίνει κατάλληλη τη στιγμή να εκτελέσει το σχέδιό του. Στην οδό Χάρντεμπεργκ κάνει ανύποπτος το συνηθισμένο περίπατο, ντυμένος ευρωπαϊκά και ακολουθούμενος σε απόσταση μερικών μέτρων, σύμφωνα με τα μουσουλμανικά έθιμα, από τη σύζυγό του, ο οργανωτής του μεγάλου εγκλήματος, πρώην υπουργός Εσωτερικών και μέλος της τριανδρίας των Νεότουρκων που κυβέρνησε ουσιαστικά την Οθωμανική Αυτοκρατορία κατά τη διάρκεια του πολέμου, Ταλαάτ Πασάς.
Ο Τεχλιριάν ξεκινά από το απέναντι πεζοδρόμιο, διασταυρώνεται με τον Τούρκο, τον προσπερνά και επιβραδύνει το βήμα του. Κατόπιν γυρίζει πίσω. Ο Ταλαάτ φαίνεται σαν κάτι να διαισθάνεται, θέλει να λοξοδρομήσει και ν’ αποφύγει τον άγνωστο διαβάτη. Αλλά δεν προλαβαίνει. Ο Τεχλιριάν βγάζει το περίστροφο από την τσέπη του και με μια αστραπιαία κίνηση τον πυροβολεί στο ύψος του κεφαλιού. Μια σφαίρα είναι αρκετή. Ο γιγαντόσωμος Ταλαάτ βρίσκεται ξαπλωμένος καταγής. Η γυναίκα του πέφτει λιπόθυμη ενώ ο κόσμος που πετιέται στα μπαλκόνια και στα παράθυρα φωνάζει «πιάστε τον, πιάστε τον!». Ο Τεχλιριάν τρέχει να εξαφανιστεί αλλά κάποιος που έρχεται από την αντίθετη κατεύθυνση καταφέρνει να τον συλλάβει.
Στη δίκη που συγκεντρώνει το παγκόσμιο ενδιαφέρον, ο Τεχλιριάν θα υποστηρίξει ότι ενήργησε μόνος του χωρίς προμελέτη, οδηγούμενος από μια ακαταλόγιστη επιθυμία εκδίκησης των συγγενών του στη θέα του υπ’ αριθμόν 1 δήμιου των Αρμενίων που αναγνώρισε τυχαία σ’ ένα δρόμο του Βερολίνου. Είναι μια μεμονωμένη πράξη που διέπραξε ένας επιζήσας της γενοκτονίας ο οποίος έγινε επιληπτικός και ανίκανος ν’ αντέξει την ιδέα ότι ένας εγκληματίας όπως ο Ταλαάτ μπορεί να ζει ατιμώρητος μετά από τέτοιες φρικαλεότητες υποστηρίζουν οι δικηγόροι του. Πρέπει να δικαιολογήσει την πράξη του ως ένα απερίσκεπτο χτύπημα, επακόλουθο των βασάνων του, για να μπορέσει να υποστηρίξει την αθωότητά του και η δίκη του να γίνει αυτή του θύματός του, αυτού που υπήρξε ο δήμιος των συγγενών του. Επικαλείται τις ταλαιπωρίες από την εκτόπισή του, τις τρεις πληγές του, τις κρίσεις επιληψίας κάθε φορά που θυμόταν τη μητέρα του, τον αδελφό του, τις σφαγμένες μπροστά στα μάτια του αδελφές του. Πρέπει να διαβεβαιώσει ότι δεν γνώριζε καν την παρουσία του Ταλαάτ στο Βερολίνο όταν ήλθε να συνεχίσει τις σπουδές του στη Γερμανία: μια μέρα, τον είχε συναντήσει τυχαία στο δρόμο, τον είχε ακολουθήσει από απλή περιέργεια, χωρίς κακό σκοπό. Όμως, δυο εβδομάδες πριν την εκτέλεση, μετακομίζοντας απέναντι από το σπίτι του είχε ξαναδεί στον ύπνο του τους σωρούς των πτωμάτων ανάμεσα στα οποία είχε αναγνωρίσει τα κορμιά των βασανισμένων γονιών του. Και να που το φάντασμα της μητέρας του είχε σηκωθεί όρθιο και τον είχε μαλώσει αυστηρά: «Πώς; ξέρεις ότι ο δολοφόνος μας είναι εδώ, μπροστά στα μάτια σου και αδιαφορείς; Δεν είσαι πια γιος μου!». Τότε λοιπόν ξυπνώντας απ’ αυτόν τον εφιάλτη, αποφασίζει να σκοτώσει τον Ταλαάτ. Η ρητή εντολή της μητέρας του ήταν υπεράνω κάθε νόμου…
Τρεις μήνες μετά την εκτέλεση, οι ένορκοι του κακουργιοδικείου του Βερολίνου αθωώνουν τον κατηγορούμενο για το έγκλημα εκ προμελέτης. Η αθώωσή του γίνεται δεκτή με ενθουσιώδη χειροκροτήματα από ένα πλήθος συμπατριωτών και συμπαθούντων που είχαν κατακλύσει το δικαστήριο και θεωρείται σαν η τρανή απόδειξη για τα συναισθήματα της πολιτισμένης ανθρωπότητας απέναντι στο τερατώδες έγκλημα της Γενοκτονίας των Αρμενίων.
Την ίδια τακτική θα ακολουθήσει κι ένας άλλος Αρμένιος τιμωρός, ο Μισάκ Τορλακιάν που θα σκοτώσει στην Κωνσταντινούπολη, τον υπουργό Εσωτερικών του Αζερμπαϊτζάν, Μπεχούντ Χαν Τζιβανσίρ, υπεύθυνο της σφαγής 20.000 Αρμενίων κατά την είσοδο των Τούρκων στο Μπακού το Σεπτέμβρη του 1918. Στις 18 Ιουλίου 1921, λίγο πριν από τα μεσάνυχτα, ο αζέρος αξιωματούχος επιστρέφει στο ξενοδοχείο Πέρα Παλάς, συνοδευόμενος από τον αδελφό του και άλλα τέσσερα άτομα μετά από μια οινοποσία σ’ ένα γειτονικό δημόσιο πάρκο.
Ένας μικρόσωμος άνδρας εμφανίζεται ξαφνικά στην είσοδο του ξενοδοχείου πυροβολώντας μια φορά στα πλευρά του Τζιβανσίρ που τον περνούσε ένα κεφάλι. Ο υπουργός γυρίζει λίγο το σώμα του και καταφέρνει να πιάσει το μπράτσο του θύτη του. Αυτός όμως προλαβαίνει και του φυτεύει δυο σφαίρες στο στήθος. Κι ενώ ο τραυματίας σωριάζεται καταγής, οι συνοδοί του πανικόβλητοι το βάζουν στα πόδια και κρύβονται πίσω από τα αυτοκίνητα. Οι δυο τούρκοι αστυνομικοί της φρουράς που βρίσκονται μπροστά στο ξενοδοχείο εξαφανίζονται. Ο Τορλακιάν στρίβει στη γωνία του δρόμου, αλλά ξαναεμφανίζεται ακούγοντας τις εκκλήσεις του θύματος για βοήθεια. Οι τριάντα περίπου αποσβολωμένοι μάρτυρες δεν τολμούν να επέμβουν, βλέπουν έντρομοι τον εκτελεστή να πλησιάζει και να δίνει τη χαριστική βολή στον τραυματισμένο που θα υποκύψει λίγο αργότερα κατά τη μεταφορά του στο ξενοδοχείο. Ο Τορλακιάν πυροβολεί μια φορά στον αέρα για ν’ απομακρύνει τους αστυνομικούς που έχουν σπεύσει εν τω μεταξύ για να τον αφοπλίσουν και προσπαθούν να τον συλλάβουν. Στη συνέχεια όταν καταφθάνουν οι γάλλοι στρατιωτικοί που ανήκαν στις δυνάμεις κατοχής, ο Τορλακιάν βάζει το όπλο του στη σκεπή ενός αυτοκινήτου και παραδίδεται. Οι στρατιώτες τον συνοδεύουν μέχρι το αστυνομικό τμήμα, ενώ το πλήθος τον ξυλοκοπάει μέχρι που λιποθυμάει. Στους Γάλλους και κατόπιν στους Άγγλους αξιωματικούς που τον ανακρίνουν, απαντά ότι η οικογένειά του εξοντώθηκε με διαταγή του Τζιβανσίρ στο Μπακού και δείχνει τις τρεις ουλές που φέρει στο σώμα του ενώ μια σφαίρα είναι σφηνωμένη στο μηρό του απ’ αυτή τη σφαγή.
Η δίκη του Τορλακιάν αρχίζει στα τέλη Αυγούστου, ενώπιον του βρετανικού στρατιωτικού δικαστηρίου στο κτίριο της παλιάς οθωμανικής σχολής πολέμου. Διαρκεί δυο μήνες και ο συνήγορος υπεράσπισης στηριζόμενος στο πόρισμα του γιατρού-πραγματογνώμονα, υποστηρίζει ότι ο πελάτης του αφού καταλήφθηκε από επιληψία – όπως ο Τεχλιριάν – είχε αντιδράσει όντας σε κατάσταση κρίσης στην ανάμνηση των σφαγών των συγγενών του στο Μπακού, όταν πληροφορείται για την παρουσία του Τζιβανσίρ στην Κωνσταντινούπολη. Στις 20 Οκτωβρίου, ο Τορλακιάν κρίνεται ένοχος χωρίς να του επιβληθεί ποινή λόγω ψυχικής διαταραχής τη στιγμή των γεγονότων. Έτσι αφού θεωρείται ανεύθυνος για τις πράξεις του, απελαύνεται στην Ελλάδα από τις δυνάμεις κατοχής.
Ο Τορλακιάν όπως φαίνεται αντιγράφει τη στάση του από τον Τεχλιριάν, σύμφωνα με τις οδηγίες της κοινής οργάνωσής τους που είχε αποφασίσει να σχεδιάσει την εκτέλεση των πρωταιτίων της Γενοκτονίας των Αρμενίων.
Ο θάνατος του Τζιβανσίρ, όπως και του Ταλαάτ εγγράφεται σε μια σειρά προμελετημένων και επιμελώς προετοιμασμένων πράξεων από ένα κρυφό δίκτυο που σχηματίστηκε στους κόλπους του κόμματος της Αρμενικής Επαναστατικής Ομοσπονδίας – Τασνακτσουτιούν με σκοπό να καταδιώξει αυτούς τους εγκληματίες πολέμου μέχρι τα πιο μυστικά κρησφύγετά τους και να τους εκτελέσει. Εν τω μεταξύ δυο άλλες ομάδες εκδικητών βρίσκονται στην Ευρώπη και περιμένουν τις κατάλληλες οδηγίες. Το σχέδιο είναι να χτυπήσουν τα επόμενα άτομα της λίστας με τη ρητή εντολή αυτή τη φορά να μην πιαστεί κανένας – δεν υπάρχει περίπτωση να ξαναγίνουν παρόμοιες δίκες – αποφεύγοντας όσο το δυνατόν, τους άσκοπους θανάτους και τα χτυπήματα αθώων. Στις 5 Δεκεμβρίου 1921 ο Αρσαβίρ Σιρακιάν θα εκτελέσει στη Ρώμη κατά τρόπο μυθιστορηματικό – κρεμασμένος στο μαρσπιέ της άμαξας που μετέφερε το θύμα – με μια σφαίρα στο κεφάλι, τον πρώην αρχηγό της κυβέρνησης των Νεότουρκων Σαΐντ Χαλίμ μετά από συστηματική παρακολούθηση πέντε μηνών.
Ο Σιρακιάν μαζί με τον Αράμ Γεργκανιάν θα ξαναχτυπήσουν στο Βερολίνο στις 17 Απριλίου 1922 ταυτόχρονα τον δρ. Μπεχαεντίν Σακίρ, έναν από τους κυριότερους υπεύθυνους της γενοκτονίας και τον πρώην διοικητή της Τραπεζούντας, Τζεμάλ Αζμί. Η καταδίωξη του πρώην υπουργού Ναυτικών, Τζεμάλ Πασά, μέλους της τριανδρίας των Νεότουρκων, που έγινε σύμβουλος των Σοβιετικών στις καυκασιανές υποθέσεις, θα οδηγήσει τους αποφασισμένους κομάντος Στεπάν Τζαγικιάν, Μπεντρός Τερ Μπογοσιάν και Αρντασέζ Κεβορκιάν να τον εκτελέσουν στις 25 Ιουλίου 1922, μπροστά στο στρατηγείο της Τσέκα, (πολιτικής αστυνομίας των μπολσεβίκων) στην Τιφλίδα.
Ειρωνεία της τύχης : ο Εμβέρ Πασάς, το τρίτο μέλος της τριανδρίας των Νεότουρκων, πρώην υπουργός Πολέμου, που είχε στραφεί προς την κομμουνιστική κυβέρνηση της Μόσχας, θα σκοτωθεί στις 4 Αυγούστου 1922 από μια διμοιρία αρμενίων μπολσεβίκων κοντά στη Σαμαρκάνδη, στα σύνορα του Αφγανιστάν, όντας επικεφαλής μιας ομάδας επαναστατημένων μουσουλμάνων του εμιράτου της Μπουχάρας και ο δρ. Ναζίμ, ο τελευταίος που απέμεινε από τη λίστα των προγραμμένων ατόμων που είχαν συντάξει οι εκδικητές, θα εκτελεστεί δι’ απαγχονισμού στην Άγκυρα στις 26 Αυγούστου 1926. Όχι βέβαια επειδή συμμετείχε στην οργάνωση των σφαγών του 1915, αλλά διότι συνωμότησε εναντίον του κεμαλικού καθεστώτος.

«Η οργάνωσή μας δεν είχε κανένα σχέδιο εξόντωσης, τιμωρούσε τα άτομα εκείνα που είχαν δικαστεί ερήμην και είχαν κριθεί υπεύθυνα για μαζικές δολοφονίες. Εξ άλλου στη λίστα υπήρχαν ονόματα αρμενίων προδοτών», θα γράψει στ’ απομνημονεύματά του λίγο πριν το θάνατό του το 1973 ο Αρσαβίρ Σιρακιάν.
Επιχείρηση Δωροδοκία
Ο Τσόρτσιλ ίδρυσε τη μονάδα 
SIGINT - Ερμηνεία των Σημάτων, η οποία ήταν γνωστή ως «Δωμάτιο 40» (μέσα στο βρετανικό ναυαρχείο). Επάνδρωσαν τη μονάδα αυτή με ταλαντούχους κρυπτογράφους και μαθηματικούς και με τη βοήθεια της καλής του τύχης σε λίγο διάβαζαν χωρίς δυσκολίες τα σήματα των γερμανικών σκαφών.
Ο Τσόρτσιλ, παρά την ευφυΐα και την πείρα του, ήταν σε ορισμένες περιπτώσεις απολύτως παρανοϊκός: ανησυχούσε και στους δύο πολέμους ότι ο εχθρός είχε τοποθετήσει σταδιακά στη Βρετανία μια Πέμπτη Φάλαγγα που θα βοηθούσε τα στρατεύματα εισβολής με αλεξιπτωτιστές στην περίπτωση του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Η υστερία του ήταν τέτοια που έκλεισε σε στρατόπεδα χιλιάδες ξένους αλλά και τους βρετανούς φασίστες.
Στον Α' Παγκόσμιο το «Δωμάτιο 40» αποκρυπτογράφησε σήμα από τον πομπό έξω από το Νάουεν προς τον ναύαρχο Φον Ούζντομ, επιθεωρητή επάκτιας άμυνας στα Δαρδανέλια, που ανέφερε ότι ο Κάιζερ κάνει ό,τι μπορεί για να στείλει εφόδια και πυρομαχικά προκειμένου να τονωθούν οι Τούρκοι. Οταν ο Τσόρτσιλ είδε το σήμα, κραύγασε συνεπαρμένος: «Αυτό σημαίνει ότι τους τελειώνουν τα πυρομαχικά». Ο Τσόρτσιλ διέταξε τότε τους επιτελείς του να κινητοποιήσουν βούλγαρους και ρουμάνους πράκτορες υπολογίζοντας ότι η αποστολή θα γινόταν μέσω Ρουμανίας και Βουλγαρίας για να καταστραφεί το υλικό: «Ξοδέψτε όσα όσα, δωροδοκήστε τους σιδηροδρομικούς για να μας ενημερώσουν...».
Αλλά οι άνθρωποί του στο ναυαρχείο είχαν μια άλλη φαεινή ιδέα: να λαδώσουν τούρκους πολιτικούς για να βγει η Τουρκία από τον πόλεμο. Και πραγματικά κινητοποίησαν δύο βρετανούς μόνιμους κατοίκους 
Κωνσταντινούπολης για να προσεγγίσουν τούρκους πολιτικούς. Μεσάζων ήταν ο Μέγας Ραβίνος στην Τουρκία και άνθρωπός τους ο τότε υπουργός Εσωτερικών και προσωρινός υπουργός Οικονομικών Ταλαάτ Μπέη. Αυτά στις αρχές του 1915. Το ποσό που παζάρευαν ήταν 4 εκατομμύρια στερλίνες. Τον Φεβρουάριο τους ήρθε η απάντηση ότι μερικοί τούρκοι πολιτικοί ήταν διατεθειμένοι να συζητήσουν. Και ενώ οι δύο πράκτορες ήταν καθ' οδόν για διαπραγματεύσεις με τον Ταλαάτ Μπέη, ο Χαλντέιν, άνθρωπος του Τσόρτσιλ, τον ενημέρωνε με αυτοπεποίθηση για την επιτυχία. Αλλά εκείνος, αντί να τους συγχαρεί, έγινε έξω φρενών και έδωσε αμέσως εντολή να διατάξουν τους δύο πράκτορες να εγκαταλείψουν την επιχείρηση. Ενας από τους όρους των Τούρκων ήταν ότι η Κωνσταντινούπολη θα παρέμενε σε τουρκικά χέρια. Αλλά ο Τσόρτσιλ την είχε ήδη υποσχεθεί στους Ρώσους! Μετά από 24 ώρες οι διαπραγματεύσεις με τον Ταλαάτ Μπέη είχαν διακοπεί και οι δύο βρετανοί πράκτορες επέστρεψαν στη Θεσσαλονίκη, όπου έμεναν από την ημέρα που η Τουρκία είχε μπει στον πόλεμο...
Ο Τσόρτσιλ και ο Τζέιμς Μποντ
Ο Τσόρτσιλ επανήλθε στο βρετανικό ναυαρχείο στην παλιά του θέση το 1939, μετά από σχεδόν δέκα χρόνια παραμονής εκτός εξουσίας. Με ανακούφιση αρχικά και ανησυχία αργότερα διαπίστωσε ότι τίποτε δεν είχε αλλάξει: οι χάρτες ήταν οι ίδιοι, το παλιό γραφείο του στη θέση του...
Μία από τις πρώτες εντολές του ήταν η έκθεση της κίνησης γερμανικών υποβρυχίων. Μετά επισκέφθηκε τον στόλο που ήταν αγκυροβολημένος στη Σκωτία. Τα βρήκε όπως σε προηγούμενη επίσκεψή του τον Σεπτέμβριο του 1914. Αλλά κάτι είχε αλλάξει που ο Τσόρτσιλ δεν είχε ακόμη αντιληφθεί: το γραφείο 40 δεν «έσπαγε» πλέον τους κώδικες των Γερμανών• αντίθετα, η γερμανική Υπηρεσία Αποκωδικοποίησης 
DIENST-Β είχε σπάσει τον κώδικα των σημάτων του βρετανικού ναυαρχείου δίνοντας στον αρχηγό στόλου, ναύαρχο Ρέντερ, στοιχεία από τις επιχειρήσεις του βρετανικού ναυτικού. Ετσι τα γερμανικά υποβρύχια έκαναν τολμηρές επιδρομές στα βρετανικά νερά• μάλιστα ένα από αυτά πέρασε από το ανθυποβρυχιακό δίχτυ στη ναυτική βάση του Σκάπα Φλόου, στα νησιά Ορκνι, και βύθισε το πολεμικό Ρόγιαλ Οουκ.
Τη χρονιά εκείνη προσλήφθηκε και ένας ενθουσιώδης νεαρός στις Μυστικές Υπηρεσίες, που είχαν ακόμη τη βάση τους στο ναυαρχείο. Λεγόταν Ιαν Φλέμινγκ, γιος του Βαλεντίνου Φλέμινγκ και εγγονός του πλούσιου σκωτσέζου τραπεζίτη Ρόμπερτ, ο δημιουργός αργότερα του Τζέιμς Μποντ. Σύντομα χρίστηκε υποδιοικητής και αργότερα διοικητής. Στο περίφημο Δωμάτιο 39 του Υπουργείου Ναυτικών στο Γουάιτχολ του Λονδίνου σχεδίασε μυριάδες επικίνδυνες αποστολές, πολλές από τις οποίες έφερε εις πέρας ο ίδιος, ενώ προσέφερε τις γνώσεις του και στους Αμερικανούς για την οργάνωση της OSS, πρόδρομο της CIA...
Επίλογος
Από ιστορικής άποψης, πρέπει να αναφέρουμε, ότι στις  24. ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1915 νεοτουρκική κυβέρνηση έθεσε σε εφαρμογή ένα σχέδιο εξόντωσης των Αρμενίων με συλλήψεις , εξορίες , δολοφονίες διανοουμένων και πολιτικών, όπου στην προγραμματισμένη ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ έπεσαν 1.5ΟΟ.ΟΟΟ. θύματα Αρμενίων. Επίσης τα έτη 1894 – 1896 σφαγιάσθηκαν 3ΟΟ.ΟΟΟ Αρμένιοι από τους Τούρκους .... προσθέσατε και τους νεκρούς  της γενοκτονίας  των Ελλήνων, των Ασσυρίων,  των  Νεστοριανών χριστιανών και άλλων πληθυσμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και θα καταλάβετε πόσα εκατομμύρια θύματα περιγελούσαν στην Ουάσινγκτον το 2010 στην επέτειο της γενοκτονίας του 1915 οι Νεότουρκοι με συμμετοχή του πρέσβη τους..
Αλήθεια, εσείς παρακολουθείτε τα δόλια τούρκικα σήριαλ στα ελληνικά κανάλια;
Νίκος Σάμιος
Πηγές, Βιβλιογραφία :
Αρσαβίρ Σιρακιάν, Το χρέος του αίματος – Ο Τιμωρός, έκδοση Αρμενικής Εθνικής Επιτροπής, Αθήνα 1990
Ζακ Ντεροζύ, Επιχείρηση Νέμεσις, εκδόσεις Στοχαστής, Αθήνα
Αιχμαλωσία μνήμης, Αρουτιούν Καμπουριάν, εκδόσεις Τσουκάτου, Αθήνα 2008
h0ttp://www.armenians.gr/armenika/35/x35_16.html
tovima.dolnet.gr/print_article.php?e=B&f=12466&m=S08&aa=1
Ανεπιφύλακτα σας συνιστώ να δείτε και την ταινία 
Mayrig, με εξαιρετικούς ηθοποιούς , ταινία κυνηγημένη από την Τουρκία σε όλη την γη, πλούσια σε αυθεντικά γεγονότα....